Η ολοένα κι αυξανόμενη ενασχόληση των Αμερικανών με αγγλικές ομάδες εκτός Πρέμιερ Λιγκ δεν πρέπει να αποτελεί τόσο μεγάλη έκπληξη, με το success story της Ρέξαμ να είναι -ίσως- μόνο η αρχή.
Η προ διετίας εξαγορά της Ρέξαμ έφερε (με φαντασμαγορικό τρόπο) στο προσκήνιο μία όλο κι αυξανόμενη τάση στις χαμηλότερες κατηγορίες του αγγλικού ποδοσφαίρου: φιλόδοξοι Αμερικανοί επιχειρηματίες επενδύουν σε αγγλικούς συλλόγους δεύτερης (ή και τρίτης) ταχύτητας. Ενώ φυσικά δεν λαμβάνουν όλες οι περιπτώσεις τη δημοσιότητα και την προσοχή μιας ομάδας δύο… ηθοποιών του Χόλιγουντ, η «απόβαση» των Αμερικανών έχει πια προχωρήσει σε αρκετά μεγαλύτερο βάθος από την Πρέμιερ Λιγκ.
Μπαίνοντας στην νέα σεζόν, το 25% των ομάδων της Φούτμπολ Λιγκ έχει τουλάχιστον έναν Αμερικανό με ποσοστά στην ιδιοκτησία του συλλόγου. Πιο πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί η εξαγορά της Λιντς από την εταιρεία της Ντενίζ ΝτεΜπάρτολο Γιορκ, που έχει και τους Σαν Φρανσίσκο 49ερς. Επιχειρηματίες με καταγωγή και βάση πέραν του Ατλαντικού έχουν διεισδύσει σε συλλόγους που δεν θα πήγαινε το μυαλό πως γνωρίζουν καν, όπως η Κέιμπριτζ Γιουνάιτεντ, η Κρόουλι Τάουν και η Τζίλιγχαμ. Οι δραστηριότητές τους δεν σταματάνε καν στις επαγγελματικές κατηγορίες – εκτός από την Ρέξαμ των Ρέινολντς και ΜακΈλχενι, Αμερικανούς έχει τόσο η Γουόκινγκ, όσο και η Νταγκ εντ Ρεντ.
Η αναπόφευκτη ερώτηση του «γιατί» είναι πιο εύκολο να απαντηθεί όταν μιλάμε για ομάδες της Πρέμιερ Λιγκ, δηλαδή δυνητικά εταιρικά μεγαθήρια που μέχρι και πολλοί «Γιάνκηδες» θα ξέρουν. Ονόματα σαν αυτά της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ ή της Άρσεναλ είναι διεθνώς αναγνωρισμένες «μάρκες» και η συσχέτιση μαζί τους μπορεί να είναι δυνατό επαγγελματικό χαρτί. Φυσικά, αυτό δύσκολα μπορεί να ισχύει για κάποια ομάδα, που οριακά μπορεί να χαρακτηρίζεται επαγγελματική και λίγοι γνωρίζουν στις Πολιτείες.
Αθλητικοί «γίγαντες» σαν τους προαναφερθέντες πλέον απευθύνονται μόνο σε δισεκατομμυριούχους επιχειρηματίες (και στην περίπτωση της Νιουκάστλ, σχεδόν τρισεκατομμυριούχους!). Ο «πληθωρισμός» στην αξία των αθλητικών συλλόγων έχει καταφέρει να τραβήξει προσοχή και στα πρωταθλήματα χαμηλότερης δυναμικότητας, που δεν είναι ακριβώς άλλες λίγκες, αφού όλες συνδέονται μεταξύ τους με αυτό το «περίεργο» σύστημα προβιβασμού κι υποβιβασμού.
Αυτό το ξένο για τους Αμερικανούς σύστημα, που έχουν συνηθίσει σε κλειστά πρωταθλήματα όπως το NBA, λειτουργεί σαν ένα έξτρα κίνητρο για να ασχοληθούν. Εκτός από κίνδυνος αποτελεί κι ευκαιρία που μπορεί να κάνει την επένδυσή τους να αξίζει πολύ περισσότερα απ’ όσα πλήρωσαν για να την αποκτήσουν. Άνοδος από τη League One στην Τσάμπιονσιπ μπορεί να πενταπλασιάσει την αξία ενός συλλόγου. Από την Τσάμπιονσιπ στην Πρέμιερ Λιγκ, αυτή η αξία μπορεί να εξαπλασιαστεί. Πιθανοί επενδυτές μπορεί να κοιτάνε συλλόγους όπως οι Μπόρνμουθ και Λούτον, με την αξιοζήλευτη αναρρίχηση κατηγοριών, και να σκέφτονται «Γιατί όχι κι εμείς;».
Υπό αυτήν την οπτική φαίνεται σαν οι σύλλογοι να αντιμετωπίζονται ως μεσιτικά οικόπεδα. Αγοράζεις ένα φτηνό οικόπεδο, και το αναβαθμίζεις μόνος σου, αντί να πάρεις ένα έτοιμο. Μια αντίστοιχη μεγάλη αλλαγή και αναβάθμιση στην Πρέμιερ Λιγκ, σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα, φαντάζει σχεδόν αδύνατη. Οι εδραιωμένες ομάδες δεν αφήνουν χώρο για νέους παίκτες στις υψηλές θέσεις, τουλάχιστον όχι για κάτι μονιμότερο από μία σεζόν-πυροτέχνημα.
Συνδυαστικά με το χαμηλό αρχικό κόστος, οι αγγλικοί σύλλογοι είναι πολύ πιο υποσχόμενη ενασχόληση συγκριτικά με κάποια αντίστοιχη minor league ομάδα στην Αμερική, που δεν έχει πιθανότητα ανέλιξης σε κάποιο μεγαλύτερο πρωτάθλημα και στην καλύτερη περίπτωση λειτουργεί για την ανάπτυξη ταλέντων που σύντομα θα πουλήσει. Το σενάριο γίνεται ακόμη πιο ελκυστικό δεδομένου πως σχεδόν όλες οι αγγλικές ομάδες κουβαλάνε ιστορία πάνω από ενός αιώνα, έχουν μια άλλη αξία, πρόκειται για μια σταθερά της τοπικής κοινότητας που υπερβαίνει την ύπαρξη ή μη κεφαλαίων κι εσόδων για να την κρατήσουν ζωντανή.
Κάποιοι μάλιστα το πάνε κι ένα βήμα παραπέρα, εδραιώνοντας ένα σύστημα με ομάδες δορυφόρους σε όλη την Ευρώπη ή και τον κόσμο τύπου City Football Group ή Red Bull GmbH. Η Pacific Media Group, για παράδειγμα, που έχει επενδύσει στην Μπάρνσλεϊ, έχει πράξει αντιστοίχως και στη γαλλική Νις, την ελβετική Τουν και τη βελγική Οστάνδη. Το επιχείρημα είναι πως ένα τέτοιο σύστημα μπορεί να αποδειχθεί προσοδοφόρο για την ποιότητα στις αγγλικές ομάδες, αν και τέτοιες πρακτικές θέτουν πολλές ηθικές ερωτήσεις.
Οι συνθήκες είναι εύφορες μεν, αλλά συνήθως χρειάζεται και κάποιος «πρωτοπόρος» που θα τραβήξει και την προσοχή προς τα εκεί. Οι Ρέινολντς και ΜακΈλχενι σίγουρα δεν ήταν πρωτοπόροι, έκαναν όμως μια άψογη δουλειά στο να καταφέρουν να στρέψουν την προσοχή σε μια ομάδα της ημι-επαγγελματικής πέμπτης κατηγορίας της Αγγλίας. Η Ρέξαμ βρέθηκε στους τίτλους των ειδήσεων από την πρώτη μέρα της εξαγοράς της και σύντομα έγινε μάλλον η μόνη ομάδα στην Κόνφερενς, που πολλοί φίλαθλοι του… mainstream ποδοσφαίρου ήξεραν το ιδιοκτησιακό της καθεστώς.
Το μάρκετινγκ του συλλόγου έγινε ένα σημαντικό κομμάτι της ποπ κουλτούρας του ποδοσφαίρου, που ήδη βίωνε άνοδο: η Ρέξαμ έγινε η πρώτη non-league ομάδα που συμπεριλήφθηκε στο παιχνίδι FIFA, ενώ μια ολόκληρη σειρά αθλητικού ντοκιμαντέρ γυρίστηκε για δείξει την προσπάθεια των δύο σταρ τόσο να αναβιώσουν τον σύλλογο, όσο και να προσφέρουν στην τοπική ουαλική κοινότητα. Με τη βοήθεια από πλατφόρμες όπως το Hulu και το Disney+, το «Welcome to Wrexham» έκανε σημαντικά νούμερα, έλαβε πολύ θετικές κριτικές και έχει ήδη ανανεωθεί για παραπάνω σεζόν, χάρη και στα αγωνιστικά κατορθώματα των «Κόκκινων Δράκων»!
Στην δημοσιότητα και το χτίσιμο μιας «ιστορίας» βοήθησαν και παράγοντες που δεν μπορούν να σχεδιαστούν αεροστεγώς από κανέναν παράγοντα: οι αγωνιστικοί. Στην πρώτη γεμάτη σεζόν υπό τη νέα ιδιοκτησία, η Ρέξαμ έκανε μια τρομερή χρονιά και τερμάτισε δεύτερη, έχασε όμως την άνοδο στον ημιτελικό των πλέι-οφ, αφού η Γκρίμσμπι κατάφερε να κερδίσει μετά από έναν σπάνιας ομορφιάς αγώνα στην παράταση. Σαν σενάριο ταινίας, ο αγώνας έληξε 4-4 και το γκολ της νίκης σημειώθηκε στο 119′, μία ιστορία με έντονες εναλλαγές συναισθημάτων, απ’ αυτές που έχουν τα στοιχεία για να πείσουν να ασχοληθούν φίλαθλοι που δίνουν βάση στη διασκέδαση, όπως οι Αμερικανοί. Η σεζόν που μόλις τελείωσε φυσικά δεν ήταν διαφορετική από άποψη δράματος, αυτή τη φορά όμως στο τέλος «γέλασε» η Ρέξαμ (και η Νοτς Κάουντι τελικά, μέσα από τα πλέι-οφ).
Η Αμερική έχει επίσης «εκτεθεί» σε επιτυχημένα σόου όπως το «Ted Lasso», που αν και δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ιδιαίτερα ρεαλιστικό, βάζει στον κόσμο του ποδοσφαίρου και της Πρέμιερ Λιγκ έναν χαρακτήρα με τον οποίο μπορεί να ταυτιστεί ένας Αμερικανός: έναν «άσχετο» συμπατριώτη του, που χωρίς να έχει ιδέα από το άθλημα, καλείται να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις ενός προπονητή κορυφαίου επιπέδου. Το αποτέλεσμά ήταν πολλοί θεατές που δεν έχουν καμία σχέση με τα σπορ γενικά να νοιαστούν για μία, έστω φανταστική, αγγλική ποδοσφαιρική ομάδα.
Η άνοδος του ποδοσφαίρου στη χώρα, σε πιο «μετρήσιμα» στοιχεία, φαίνεται από τα χρηματικά ποσά που αλλάζουν χέρια πια στο MLS. Η πρόσφατα ανακοινωμένη ομάδα του Σαν Ντιέγκο χρειάστηκε να πληρώσει 500 εκατομμύρια δολάρια για να γίνει η 30ή ομάδα της λίγκας, η Λος Άντζελες έγινε η πρώτη ομάδα της οποίας η χρηματιστηριακή αξία έφτασε το ένα δισεκατομμύριο (!), ενώ σχεδόν κι όλες οι άλλες ξεπερνούν το μισό δισεκατομμύριο, ακόμη κι ομάδες με όχι πάνω από δύο-τρία χρόνια λειτουργίας.
Και φυσικά όλοι βλέπουμε τις μεγάλες μεταγραφές που γίνονται, με τελευταίο και χαρακτηριστικότερο παράδειγμα τον Μέσι στην Ίντερ Μαΐάμι, ίσως την σημαντικότερη μεταγραφή του MLS από τον Ντέιβιντ Μπέκαμ το 2007. Τέλος, η συνδιοργάνωση του επερχόμενου Παγκοσμίου Κυπέλλου με Καναδά και Μεξικό βασίζεται κι αυτή στην ανεβασμένη ζήτηση που υπάρχει για το πάλαι ποτέ ξένο, ευρωπαϊκό «soccer». Όπως και στην Πρέμιερ Λιγκ, τα ποσά αυτά αφήνουν εκτός πολλούς εν δυνάμει επενδυτές, που δεν προτίθεται να διαθέσουν εννιαψήφια ποσά για τη στρογγυλή θεά!
Πίσω στην Αγγλία, η δημοσιότητα, το χαμηλό κόστος και η διασκέδαση που φαίνεται πως συμπεριλαμβάνεται στο πακέτο του ιδιοκτήτη συλλόγου φαίνεται πως πείθει επιχειρηματίες να προβούν σε ένα σχετικά μικρό ρίσκο για την τσέπη τους. Συγκριτικά με τις minor league ομάδες που αναφέρθηκαν πριν, εδώ οι φίλαθλοι (τείνουν να) έχουν την ομάδα σαν πρώτη της καρδιάς τους, με ότι αυτό συνεπάγεται για το βάρος που έχουν οι κινήσεις της διοίκησης, η αγωνιστική εικόνα της ομάδας και το «βάρος» της ιστορίας της.
Ακόμη, η Τσάμπιονσιπ, ή και οι δύο «αδερφές κατηγορίες» από κάτω της, απομακρύνονται όλο και περισσότερο από τον ρόλο του «φτωχού συγγενή» της Πρέμιερ Λιγκ. Σίγουρα, ο τελικός των πλέι-οφ παραμένει το «ακριβότερο παιχνίδι στον κόσμο» χάρη στο μαγικό εισιτήριο που δίνει, αλλά και η ίδια η Τσάμπιονσιπ γίνεται όλο και δυσκολότερη και πιο ενδιαφέρουσα κατηγορία. Η χρονιά που έρχεται θα συμπεριλαμβάνει ομάδες όπως οι Λιντς, Λέστερ και Σαουθάμπτον από Πρέμιερ Λιγκ, και Σέφιλντ Γουένσντεϊ και Ίπσουιτς από League One. Στις αρχές Μαΐου υπογράφηκε μεταξύ Φούτμπολ Λιγκ και Sky Sports νέο συμβόλαιο τηλεοπτικών δικαιωμάτων, όπου σε βάθος πενταετίας το κάναλι θα προβάλλει πάνω από 1.000 αγώνες και από τις τρεις κατηγορίες. Το ύψος της συμφωνίας φτάνει τα 935 εκατομμύρια λίρες, φυσικά το μεγαλύτερο ποσό που έχει συμφωνηθεί ποτέ για τηλεοπτικά δικαιώματα εκτός Πρέμιερ Λιγκ!
Το σενάριο να γεμίσουν οι κατώτερες αγγλικές κατηγορίες με Αμερικανούς στα ιδιοκτησιακά και διοικητικά τους «δωμάτια» φαντάζει αρκετά απίθανη, αν και η άνοδος του ενδιαφέροντος είναι πραγματική. Σίγουρα, τα αποτελέσματα των ομάδων που έχουν ήδη εξαγοραστεί και η επιρροή τους στα πορτοφόλια των νέων τους ιδιοκτητών θα παίξουν έναν ρόλο στο που θα κυμανθεί το ενδιαφέρον στο μέλλον.
Οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι, τουλάχιστον αυτοί που δεν λειτουργούν στην κορυφή της πυραμίδας, δεν έχουν τη φήμη των πιο «επικερδών» επιχειρήσεων και δεν είναι καθόλου απίθανο σενάριο ο όποιος επενδυτής να καταλήξει να χάσει λεφτά με την ενασχόλησή του. Ένας ιδιοκτήτης, ειδικά όταν δεν έχει εμπειρία από τον χώρο του ποδοσφαίρου, πρέπει να βεβαιωθεί ότι έχει πλαισιώσει τον εαυτό του με τα κατάλληλα άτομα για να τον συμβουλεύουν (αυτό δηλαδή που δεν έκανε η νέα ιδιοκτησία της Μίλαν στην Ιταλία κι απέλυσε τον Πάολο Μαλντίνι).
Η ενεργή ενασχόληση με τις τύχες μιας ομάδας δεν είναι για όλους, πόσο μάλλον στις μικρές κι ιδιαίτερα απαιτητικές κατηγορίες της Αγγλίας. Οι άφθονες δοκιμασίες κι οι απίστευτες καταστάσεις, είτε βαρετές είτε δραματικές, που κρύβει μια σεζόν με 46 αγώνες πρωταθλήματος κρατάνε τριγύρω μόνο τους πραγματικά πρόθυμους, τόσο στο να ζήσουν την εμπειρία, όσο και στο να χάσουν λεφτά. Όποιος ακολουθεί τις κατηγορίες ή κι έχει ασχοληθεί με αυτές στο Football Manager, ίσως να μπορεί να καταλάβει σε ένα μικρό κομμάτι πως είναι αυτή η ζωή.
Ερωτήματα ηθικής φύσης προκύπτουν στη σκέψη πως μια σειρά από επιχειρηματίες αποφασίζουν να ασχοληθούν με συλλόγους επειδή «είναι φθηνοί» και «φαίνεται διασκεδαστικό», χωρίς να έχουν καμία πρότερη σχέση με την ομάδα, ή και με το άθλημα γενικά. Κάποιος «ξένος» που θέλει να ενταχθεί στον κόσμο του ποδοσφαίρου θα πρέπει να είναι σίγουρος πως αυτό είναι κάτι που μπορεί να δεσμευτεί να κάνει σε βάθος χρόνου, χωρίς να αφήσει την ομάδα ακυβέρνητη επειδή θα βαρεθεί.
Κάθε ιδιοκτήτης έχει ευθύνη απέναντι στους φιλάθλους του συλλόγου που ήταν εκεί πριν φτάσει ο εκάστοτε ιδιοκτήτης και θα είναι επίσης εκεί αφού οι τύχες του συλλόγου έχουν αλλάξει χέρια. Χωρίς το να έχει κάποιος μια ομάδα σαν χόμπι να είναι κακό, οφείλει να βεβαιωθεί πως αυτή θα έχει τους πόρους και τους ανθρώπους για να λειτουργεί επαρκώς. Η κάθε ομάδα είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την τοπική της κοινότητα κι ένας καλός «ιδιοκτήτης» οφείλει να καταλάβει γιατί χρειάζονται τα εισαγωγικά στην ιδιότητά του στον σύλλογο. Γιατί δεν είναι εύκολο (αν όχι απίθανο) η Φούτμπολ Λιγκ να γίνει… Σόκερ Λιγκ!
Στηρίξτε μας στη νέα μας προσπάθεια στο Tik Tok και απολαύστε μία «δόση» Πρέμιερ Λιγκ σε ένα λεπτό!