Έναν μήνα πριν κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια, ο γνωστός μας Μπράιαν Ρουίζ «φέρνει» την Κόστα Ρίκα στο Κατάρ για μια ακόμα υπέρβαση.
Η Κόστα Ρίκα στα γήπεδα του Κατάρ, συμμετέχει στο τρίτο συνεχόμενο Παγκόσμιο Κύπελλο μετά από εκείνα σε Βραζιλία και Ρωσία – γεγονός αξιοσημείωτο για τη χώρα της Κεντρικής Αμερικής. Σε αυτή την επιτυχημένη πορεία της τελευταίας δεκαετίας υπάρχει ένας ποδοσφαιριστής που έχει βάλει φαρδιά πλατιά την υπογραφή του. Ο λόγος για τον Μπράιαν Ρουίζ, αρχηγό και ηγέτη της ομάδας.
Ο Ρουίζ γεννήθηκε το 1985 και μεγάλωσε στη πρωτεύουσα της χώρας, το Σαν Χοσέ. Εντάχθηκε στις ακαδημίες της Αλαχουελένσε από πιτσιρικάς και έτσι στις 30 Νοεμβρίου του 2003, λίγους μήνες αφότου έκλεισε τα 18 έκανε το επαγγελματικό του ντεμπούτο. Λιγότερο από ένα μήνα αργότερα, στις 23 Δεκεμβρίου συγκεκριμένα, πέτυχε και το πρώτο του γκολ εναντίον της Ραμονένσε.
Εκείνη τη χρονιά η Αλαχουελένσε θα κατακτήσει το Τσάμπιονς Λιγκ της Βόρειας Αμερικής με τον ίδιο να σκοράρει πέντε φορές στη διοργάνωση, ενώ συνολικά θα κλείσει τη σεζόν με οχτώ τέρματα σε 30 συμμετοχές. Οι επόμενες δύο χρονιές είναι εκείνες που θα οδηγήσουν στη καθιέρωση του, όχι μόνο στο σύλλογο του αλλά και στην εθνική ομάδα, με την οποία έκανε ντεμπούτο στις 19 Ιουνίου 2005 απέναντι στη Κίνα, μοιράζοντας και μία ασίστ. Αγωνιζόμενος σε κάθε θέση πίσω από τον επιθετικό θα σκοράρει συνολικά 35 γκολ για την ομάδα του, τραβώντας έτσι τα βλέμματα αρκετών συλλόγων από την Ευρώπη.
Η ομάδα που θα καταφέρει να τον αποκτήσει είναι η Γάνδη. Θα πληρώσει για χάρη του 500 χιλιάδες ευρώ προσδοκώντας στην ανακάλυψη ενός ακόμη ταλέντου. Στη πρώτη του χρονιά θα αντιμετωπίσει δυσκολίες, όσον αφορά τη προσαρμογή του και δεν θα καταφέρει να δείξει τις αρετές του μέσα στο γήπεδο, καθώς θα αγωνιστεί λιγότερο από 600 λεπτά καταφέρνοντας να πετύχει μόλις τρία γκολ. Η επόμενη όμως θα είναι εντελώς διαφορετική.
Με τις εμφανίσεις του ο Ρουίζ κέρδισε μία θέση στην ενδεκάδα της βέλγικης ομάδας κι έγινε αναντικατάστατος. Οδήγησε την ομάδα του στην 6η θέση στο πρωτάθλημα και ως τον τελικό του κυπέλλου. Τελείωσε τη σεζόν με συνολικά 14 γκολ και εννέα ασίστ, κερδίζοντας μάλιστα το βραβείο του παίκτη της χρονιάς. Το όνομα του αρχίζει να γίνεται γνωστό και έξω από το Βέλγιο, με αρκετές ομάδες να δείχνουν ενδιαφέρον για την περίπτωση του ψιλόλιγνου Κοσταρικανού. Εν τέλει θα παραμείνει στη Γάνδη για ακόμη μία χρονιά. Αποτέλεσμα ήταν μία ακόμη εκπληκτική χρονιά για τον ίδιο, όπου θα σημειώσει «double-double» σε γκολ (14) και ασίστ (13) οδηγώντας τη Γάνδη στο Γιουρόπα Λιγκ.
Εν τέλει το καλοκαίρι του 2009 η Τβέντε θα πληρώσει πέντε εκατομμύρια ευρώ και θα τον κάνει δικό της. Στην Ολλανδία θα συνθέσει μία εξαιρετική τριάδα με τους Στοχ και Ενκούφο, η οποία θα χαρίσει στην Τβέντε το πρωτάθλημα. Ο Ρουίζ θα είναι καθοριστικός, σκοράροντας συνολικά 29 φορές, ενώ θα μοιράσει κι έντεκα ασίστ στους συμπαίκτες του. Επιπλέον, με την εθνική ομάδα, θα φτάσει κοντά στη πρόκριση στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Νοτίου Αφρικής, όμως στα μπαράζ θα λυγίσει απέναντι στην εκπληκτική Ουρουγουάη του Ντιέγκο Φορλάν.
Έχοντας τραβήξει πάνω του πλέον βλέμματα από τα κορυφαία πρωταθλήματα, η παρθενική συμμετοχή στο Τσάμπιονς Λίγκ φυσιολογικά εκτοξεύει την αξία του. Σε νούμερα μπορεί να υπήρξε πτώση, όμως η πορεία έως τους «8» του Γιουρόπα Λιγκ και η κατάκτηση του κυπέλλου μετρίασαν την απογοήτευση για την απώλεια του πρωταθλήματος τη τελευταία αγωνιστική από τον Άγιαξ.
Οι εξαιρετικές του εμφανίσεις με την εκκίνηση της σεζόν 2011/2012 σε πρωτάθλημα, Σούπερ Καπ και προκριματικά Τσάμπιονς Λιγκ θα κάνουν τη Φούλαμ να βγάλει από τα ταμεία της 12 εκατομμύρια ευρώ, ώστε να τον αποκτήσει λίγο πριν την λήξη της deadline. Η μεγάλη μεταγραφή στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου, για τον καλύτερο Κοσταρικανό ποδοσφαιριστή του 2011, είχε έρθει στα 26 του χρόνια.
Τα τέσσερα χρόνια στο Λονδίνο μόνο ιδανικά δεν μπορούν να χαρακτηριστούν. Η Φούλαμ βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση και η προσαρμογή του είναι δύσκολη, ενώ στα τέλη της πρώτης σεζόν θα αποκομίσει έναν σοβαρό τραυματισμό ο οποίος τον ακολούθησε και τα επόμενα χρόνια της καριέρας του. Η επόμενη θα είναι η καλύτερη του χρονιά με πέντε γκολ και εννέα ασίστ και μία εύκολη παραμονή για τους «Κότατζερς».
Από εκεί και έπειτα όμως η κατρακύλα της ομάδας θα επηρεάσει και τον ίδιο. Δεν βίωσε τον υποβιβασμό στην Τσάμπιονσιπ, καθώς στο δεύτερο μισό της σεζόν δόθηκε δανεικός στην, επίσης παραπαίουσα εκείνη τη σεζόν, Αϊντχόφεν με την οποία πραγματοποίησε μερικές καλές εμφανίσεις και τη βοήθησε να πάρει τη πρόκριση στο Γιουρόπα Λιγκ της επόμενης χρονιάς.
Παρόλο που συλλογικά η καριέρα του είχε πάρει τη κατιούσα, το καλοκαίρι του 2014 θα του μείνει αξέχαστο, όπως και σε όλους τους Κοσταρικανούς. Στα γήπεδα της Βραζιλίας η Κόστα Ρίκα αναμένονταν να είναι ο σάκος του μποξ σε έναν όμιλο με μεγαθήρια, όπως οι Ουρουγουάη, Ιταλία και Αγγλία. Αντ’ αυτού είδαμε μία από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις στην ιστορία των Παγκοσμίων Κυπέλλων, καθώς η χώρα της κεντρικής Αμερικής προκρίθηκε και μάλιστα ως πρώτη και αήττητη!
Ο Ρουίζ, μάλιστα, υπέγραψε τη νίκη με 1-0 απέναντι στην Ιταλία, η οποία έκρινε και τη πρωτιά στον όμιλο. Στους «16» αντίπαλος η εθνική μας ομάδα σε μία βραδιά που πολλοί ακόμα προσπαθούμε να ξεχάσουμε. Ο αστέρας της Κόστα Ρίκα άνοιξε το σκορ με όμορφο πλασέ το οποίο άφησε άγαλμα τον Ορέστη Καρνέζη, βοηθώντας τελικά την εθνική του να πάρει τη πρόκριση στα πέναλτι. Στα προημιτελικά κοίταξε στα μάτια και την ισχυρή εθνική Ολλανδίας, προτού αποκλειστεί στα πέναλτι και αποχαιρετήσει τη χώρα του καφέ αήττητη!
Το καλοκαίρι του 2015 θα έρθει η Σπόρτινγκ Λισαβόνας και, στα 30 του χρόνια, θα του δώσει μία τελευταία ευκαιρία να παραμείνει σε υψηλό επίπεδο κι εκείνος δεν θα αργήσει να ανταποδώσει. Στην πρώτη του χρονιά, ξεκινώντας με τη κατάκτηση του Σούπερ Καπ απέναντι στη Μπενφίκα, θα πραγματοποιήσει εκπληκτική σεζόν με συνολικά 13 γκολ και 15 ασίστ. Τα «Λιοντάρια» θα φτάσουν μία ανάσα από το πρώτο πρωτάθλημα μετά το 2002 και ο ίδιος θα ανακηρυχθεί καλύτερος ποδοσφαιριστής της χρονιάς για τη χώρα του για δεύτερη φορά.
Αυτή όμως έμελλε να είναι και η τελευταία του καλή χρονιά στο υψηλό επίπεδο, καθώς τα επόμενα δύο χρόνια του στην Πορτογαλία θα φανερώσουν μία απότομη πτωτική πορεία. Το καλοκαίρι του 2018 θα συμμετέχει σε δεύτερο σερί Μουντιάλ με τη Κόστα Ρίκα, στο οποίο την οδήγησε ως αρχηγός μάλιστα, επιθυμώντας μία αντίστοιχη πορεία με το 2014 – κάτι το οποίο σε όμιλο με Βραζιλία, Ελβετία και Σερβία αποδείχθηκε ακατόρθωτο.
Το Μουντιάλ της Ρωσίας θα είναι και οι τελευταίοι του αγώνες σε ευρωπαϊκό έδαφος καθώς μετά το πέρας της διοργάνωσης υπογράφει στην βραζιλιάνικη Σάντος, όπου και θα παραμείνει για δύο χρόνια καταγράφοντας όλες κι όλες 14 συμμετοχές με μόλις δύο ασίστ. Το 2020 μένει ελεύθερος και επιστρέφει στην αγαπημένη του Αλαχουελένσε. Ως αρχηγός της θα συνεισφέρει σημαντικά στο να κατακτήσει η ομάδα ένα πρωτάθλημα και ένα CONCACAF League. Στα 37 του πλέον συνεχίζει να αγωνίζεται στο εγχώριο πρωτάθλημα, αλλά και να προσφέρει στην εθνική με τον ομοσπονδιακό τεχνικό να τον χρησιμοποιεί ως αλλαγή.
Στα προκριματικά για το τρέχον Μουντιάλ ο Ρουίζ πέτυχε δύο πολύ σημαντικά γκολ απέναντι σε Ελ Σαλβαδόρ και Καναδά, προσφέροντας έξι βαθμούς στην ομάδα του, που ως 4η πήρε την πρόκριση στα μπαράζ απέναντι στη Νέα Ζηλανδία. Πιθανότατα με τη λήξη του συμβολαίου του στις 31 Δεκεμβρίου θα αποσυρθεί από την ενεργό δράση, συνεπώς οι αγώνες του Παγκοσμίου Κυπέλλου ενδέχεται να είναι οι τελευταίοι της καριέρας του. Μένει να δούμε αν οι Κοσταρικανοί έχουν τις δυνάμεις και τις δυνατότητες να χτυπήσουν το ματς πρόκριση κόντρα στους Γερμανούς τη Τετάρτη, όπως έκαναν σήμερα κόντρα στην Ιαπωνία, δίνοντας την ευκαιρία στον αρχηγό τους να κλείσει τη καριέρα του με ακόμη μία επιτυχία.
Μία καριέρα που οι περισσότεροι, για να μην πούμε όλοι, οι συμπατριώτες του δεν θα τολμούσαν καν να ονειρευτούν. Με περισσότερα από 150 γκολ, περισσότερες από 120 ασίστ και στιγμές ποδοσφαιρικής μαγείας κυρίως σε Ολλανδία και Βέλγιο, αλλά και με την εθνική όπου τον λατρεύουν – και πως θα μπορούσαν να κάνουν αλλιώς;
Διαβάστε για τον δεύτερο νεαρότερο παίκτη του Μουντιάλ, που από τον Γενάρη θα παίζει στο Νησί!