Από αποτυχημένο wonderkid ως τα 22 του χρόνια, ο Ντομινίκ Σολάνκε άνθισε στην Μπόρνμουθ κι επιστρέφει στην ελίτ για να μείνει πια μόνιμα.
Στα μέσα της περασμένης δεκαετίας, το όνομα του Ντόμινικ Σολάνκε, σίγουρα δεν ήταν άγνωστο στο ευρύ κοινό. Ο έφηβος τότε επιθετικός της Τσέλσι, ξεκινούσε την ποδοσφαιρική του σταδιοδρομία, έχοντας για διαπιστευτήρια εκατοντάδες τέρματα στα αναπτυξιακά πρωταθλήματα. Πολλοί είχαν ακούσει για την εκτελεστική του δεινότητα και ακόμη περισσότεροι ήταν αυτοί που τον περίμεναν να προαχθεί πολύ σύντομα, στην πρώτη ομάδα των «Μπλε».
Η ποδοσφαιρική Αγγλία πήρε την πρώτη της γεύση απ’ αυτόν σε εκείνους τους διπλούς τελικούς απέναντι στη Φούλαμ, για το FA Youth Cup της σεζόν 2013/14. Οι «Κότατζερς» είχαν επικρατήσει με 3-2 στον πρώτο αγώνα, ενώ με το ίδιο σκορ επικρατούσαν και στο Στάμφορντ Μπριτζ μέχρι το 77ο λεπτό. Ο νυν αμυντικός μέσος της Νόρκεπινγκ, Ισάκ Σεγουανκάμπο, ισοφάρισε σε 3-3, για να έρθει ο Σολάνκε με δυο τέρματα σε οκτώ λεπτά να «σφραγίσει» την ανατροπή για την Τσέλσι και συνάμα το τρόπαιο. Φυσικά κανείς δεν περίμενε τα τελευταία δέκα λεπτά ενός αγώνα νέων για να κρίνει έναν ποδοσφαιριστή. Οι εμφανίσεις του καθ’ όλη την διάρκεια της χρονιάς ήταν τέτοιες, που απλώς το brace στον τελικό ήταν το επιστέγασμα των προσπαθειών του.
Δεν είναι λίγο πράγμα να έχεις τον Ζοσέ Μουρίνιο μετά την λήξη να δηλώνει δημόσια ότι «θα είναι προσωπική αποτυχία αν δεν παίξει στην εθνική όσο είναι στα χέρια μου». Και κάπως έτσι, οι προσδοκίες έγιναν… ασήκωτες. Ο Σολάνκε, πριν καλά καλά προλάβει να ενηλικιωθεί, είχε το άγχος όχι απλά να επιτύχει, αλλά να διακριθεί στο υψηλότερο επίπεδο. Νομοτελειακά όμως, ήταν θέμα χρόνου να αποτύχει. Ούτως η άλλως, η Τσέλσι αποτελεί ένα ιδιαίτερο case study στον συγκεκριμένο τομέα. Ακόμη και τότε, πριν τις παράλογες δαπάνες του Τοντ Μπόελι, πολλά νεαρά ταλέντα βρέθηκαν «παγιδευμένα» ανάμεσα σε δανεισμούς και ανούσιες συμμετοχές με τις ρεζέρβες.
Η πρώτη του χρονιά του Σολάνκε, ως επαγγελματίας της πρώτης ομάδας, την σεζόν 2014/15, τον βρήκε αρχικά στην πρώτη ομάδα της Τσέλσι, κάνοντας ντεμπούτο σε ένα παιχνίδι για τους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ απέναντι στη Μάριμπορ. Παράλληλα, αγωνιζόταν κανονικά στις ρεζέρβες στο αντίστοιχο πρωτάθλημα, καθώς και στο UEFA Youth League. Στην πρώτη ομάδα, αυτά τα 17 λεπτά που αγωνίστηκε απέναντι στους πρωταθλητές Σλοβενίας, ήταν και τα μοναδικά που πήρε στα πόδια του.
Για το επίπεδο νέων δε, ήταν εξωφρενικά καλός. Ολοκλήρωσε την σεζόν με δώδεκα γκολ σε εννέα παιχνίδια στην Ευρώπη, ενώ εντός συνόρων μέτρησε ακόμη 19 σε 24 συμμετοχές. Κάτι έπρεπε να γίνει και μάλιστα σύντομα. Τη λύση έδωσε η «δορυφόρος» Φίτεσε, η οποία τον απέκτησε ως δανεικό μαζί με ακόμα τέσσερις συμπαίκτες του. Η Ερεντιβίζιε έδειξε πράγματι να του ταιριάζει. Οι εξαιρετικές του εμφανίσεις το πρώτο εξάμηνο δεν ολοκληρώθηκαν με το ίδιο (θετικό) πρόσημο, αφού τραυματίστηκε στον αχίλλειο. Πρόλαβε να αγωνιστεί σε μόλις 25 παιχνίδια, σκοράροντας επτά φορές, δείχνοντας ότι σε φουλ ρυθμούς, μπορεί να εξελιχθεί σε υπερόπλο.
Δυστυχώς η Τσέλσι δεν το είδε έτσι και δεν άλλαξε τροπάριο. Του επέτρεψε να προπονείται με την πρώτη ομάδα και τον χρησιμοποιούσε σποραδικά με τους νέους. Ο Σολάνκε για πρώτη φορά ένιωθε περιττός, προορισμένος για ένα πρόωρο τέλος στην καριέρα του στο υψηλότερο επίπεδο. Την «παρτίδα» έσωσε τελευταία στιγμή κυριολεκτικά η εθνική Αγγλίας Κ-20, η οποία τον κάλεσε για το Παγκόσμιο Κύπελλο στην Ινδία. Σχεδόν «αφηνιασμένος» υπό τις οδηγίες του Πολ Σίμπσον, ο υψηλόσωμος φορ (1,87 μ.) βγήκε πρώτος σκόρερ της διοργάνωσης, κατακτώντας το βαρύτιμο τρόπαιο.
Οι εμφανίσεις του στα ασιατικά γήπεδα έφεραν μία απροσδόκητα «μεγάλη» μεταγραφή στη Λίβερπουλ του Γιούργκεν Κλοπ, που είχε αρχίσει να μεταμορφώνεται προς το καλύτερο. Μόλις τρία εκατομμύρια χρειάστηκαν να δαπανήσουν οι «Κόκκινοι» για τον παίκτη, σε μια κίνηση άνευ οικονομικού ρίσκου. Ωστόσο και εκεί, ο Σολάνκε δεν κατάφερε να ξεχωρίσει. Η Λίβερπουλ «πετούσε» εντός αγωνιστικών χώρων, εντυπωσίαζε στο Τσάμπιονς Λιγκ, φτάνοντας μέχρι τον τελικό της διοργάνωσης, την ώρα που ο Γερμανός τεχνικός προσπαθούσε να δημιουργήσει ένα σύνολο, που προοριζόταν για τη διεκδίκηση όλων των τίτλων.
Δυστυχώς η ευτυχώς, ο ανελέητος ανταγωνισμός δεν βοήθησε τον νεαρό επιθετικό. Δεν πήρε τον αναμενόμενο χρόνο συμμετοχής, δεν εκμεταλλεύτηκε τις συνήθως δεκάλεπτες (στην καλύτερη) και η παραμονή στο Άνφιλντ έγινε επισφαλής. Ήδη από το καλοκαίρι του 2018, ο Κλοπ έψαχνε τον τρόπο να τον αποδεσμεύσει, όμως το ενδιαφέρον για την πάρτη του είχε ατονήσει. Κάτι τέτοιο κατέστη εν τέλει εφικτό έξι μήνες μετά, τον χειμώνα του 2019, όταν ήρθε η Μπόρνμουθ του Έντι Χάου για να αποτελέσει τον τέλειο «μνηστήρα». Εντελώς απρόσμενα, το Βαϊτάλιτι θα αποτελούσε την «Ιθάκη» του Σολάνκε. Ένας σύλλογος δίχως το βάρος του πρωταθλητισμού, ούτε καν στην Τσάμπιονσιπ, με μόνη μέριμνα την διατήρηση του στάτους ομάδας Πρέμιερ Λιγκ.
Ο νεαρός επιθετικός, που είχε πέσει στα βαθιά από πολύ μικρή ηλικία και για τον οποίον τα «Κεράσια» ξόδεψαν περί τα 19 εκατομμύρια λίρες, χωρίς να έχει δείξει σχεδόν τίποτα σε επίπεδο ανδρών, αγοράστηκε για να σώσει την ομάδα από τον υποβιβασμό. Για μία ακόμη φορά όμως, δεν τα κατάφερε. Η Τσάμπιονσιπ για εκείνον δεν ήταν ακριβώς υποβάθμιση. Φάνταζε το τέλειο «σκαλοπάτι» για να ξεκινήσει επιτέλους με ορθό τρόπο την ποδοσφαιρική του σταδιοδρομία. Πράγματι λοιπόν, με σύμμαχο τον χρόνο και αρετή την υπομονή, ο Σολάνκε ανέπτυξε συνεπή σχέση με τα αντίπαλα δίχτυα. Η πρώτη του χρονιά στην δεύτερη τη τάξει κατηγορία της Αγγλίας, τον βρήκε να πετυχαίνει 15 τέρματα σε 45 εμφανίσεις, που ωστόσο δεν έφεραν την πολυπόθητη άνοδο.
Αυτό συνέβη την αμέσως επόμενη χρονιά, που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και μυθική. Η Μπόρνμουθ τερμάτισε στη 2η θέση, επιστρέφοντας μετά από μια διετία στην Πρέμιερ Λιγκ, την ώρα που ο Σολάνκε «τερμάτισε» τη στατιστική με 30 τέρματα σε 48 αγώνες. Την προπέρσινη σεζόν, παρά την κακή αγωνιστικά σεζόν του συλλόγου στην Πρέμιερ Λιγκ, αποτέλεσε έναν εκ των διασωθέντων, ενώ η πραγματική εκτόξευση στο κορυφαίο επίπεδο, ήρθε πέρυσι όταν τέθηκε στις οδηγίες του ανερχόμενου Άντονι Ιραόλα.
Όχι στην Τσάμπιονσιπ πια, αλλά στα «μεγάλα σαλόνια» της Πρέμιερ Λιγκ ο Σολάνκε διέπρεψε, έχοντας στόφα κορυφαίου φορ. Οι ιδέες και το σύστημα του Ιραόλα «κούμπωσαν» ακριβώς πάνω στο στυλ του, με τον ίδιο να ανταμείβει την ομάδα του με ούτε λίγο, ούτε πολύ 21 τέρματα σε όλες τις διοργανώσεις. Οι «μνηστήρες» ήταν θέμα χρόνου να προκύψουν, όπως θέμα χρόνου θα ήταν και να αποτελέσει ο ίδιος ρεκόρ πώλησης για την Μπόρνμουθ. Η Τότεναμ, ο Άντζι Ποστέκογλου και οι 65 εκατομμύρια λίρες τον έπεισαν να μετακομίσει και πάλι στο Λονδίνο μετά από εφτά ολόκληρα χρόνια, όταν ήταν ακόμα ανήλικος!
Μέχρι πρότινος η ζωή στην Τότεναμ ήταν κάπως μίζερη, συντηρητική. Όταν έφτασε ο Ελληνοαυστραλός τεχνικός στο Βόρειο Λονδίνο πολλά άλλαξαν προς το καλύτερο. Ο Ποστέκογλου πέρασε άμεσα την δική του νοοτροπία στον σύλλογο, κάνοντας τα «Σπιρούνια» μια ομάδα fun to watch, αποτελεσματική, επιδραστική, που ασκεί συνεχώς πίεση στον αντίπαλο. Ακόμη και για τους οπαδούς της ομάδας, μια τέτοια αλλαγή σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, ήταν ένα πραγματικό σοκ.
Παράλληλα, η φυγή του Χάρι Κέιν που είχε κλονίσει τους οπαδούς, προβλημάτιζε το κοινό, καθώς δεν είχε αγοραστεί καθαρόαιμος επιθετικός. Ωστόσο όλες οι αμφιβολίες διαλύθηκαν, όταν άπαντες είδαν το εξαιρετικό proactive παιχνίδι της ομάδας. Για αρκετό καιρό μάλιστα η Τότεναμ φιγούραρε στην κορυφή της βαθμολογίας, ωστόσο οι τραυματισμοί κομβικών μελών του συνόλου και το σχετικό ντεφορμάρισμα, την πέταξαν εκτός της πολυπόθητης τετράδας στο φινάλε της σεζόν. Είναι αλλιώς να παίζεις με τον Φαν ντε Φεν, τον Ουντότζι και τον Μάντισον και εντελώς διαφορετικό να παίζεις με τον Ντέιβις, τον Έμερσον και τον Χόιμπιεργκ.
Παρά τις χλιαρές μουρμούρες των οπαδών, ο Ποστέκογλου δήλωσε πιστός στο πλάνο του και δίχως διάθεση να συμβιβαστεί (και πολύ καλά έκανε). Η Τότεναμ ήταν πέρυσι μια από τις πιο επιθετικές ομάδες της Πρέμιερ Λιγκ, όμως παρουσίαζε ένα πρόβλημα αποτελεσματικότητας. Ενώ δημιουργούσε πολλές προϋποθέσεις για γκολ, δεν υπήρχε η αντίστοιχα επιτυχημένη τελική προσπάθεια. Σύμφωνα και με τα στατιστικά της Opta, τα «Σπιρούνια» ήταν η τέταρτη καλύτερη στη δημιουργία ευκαιριών, ωστόσο όσον αφορά την μετατροπή των επικίνδυνων τελικών σε γκολ, έπεφτε στην έβδομη θέση. Ρίχνοντας μια ματιά στο heatmap του Χιουν-Μινγκ Σον πέρυσι, θα παρατηρήσει κανείς ότι ο κύριος χώρος δράσης του ήταν λίγο έξω από την μεγάλη περιοχή. Στον αντίστοιχο του Σολάνκε, περιλαμβάνεται όλο το «κουτί» της, σε μεγάλη μάλιστα συχνότητα, σε έναν χάρτη που μπορεί πολύ εύκολα να παρομοιαστεί με αυτόν του Κιόγκο Φουρουχάσι, στην τελευταία σεζόν του Ποστέκογλου στον πάγκο της Σέλτικ.
Η Τότεναμ το ανέλυσε αρκετά. Έψαξε να πάρει έναν επιθετικό, ο οποίος ταιριάζει απόλυτα στα θέλω και το σύστημα του τεχνικού της. Για αυτό άλλωστε θεωρήθηκε αναγκαίο να δαπανηθούν περί τις 65 εκατομμύρια λίρες. Αγόρασε τον 4ο σκόρερ της περυσινής Πρέμιερ Λιγκ και ίσως τον κορυφαίο επιθετικό της κατηγορίας, που δεν αγωνίζεται σε κάποιον «μεγάλο». Έναν παίκτη με αρκετή εμπειρία, αν και είναι μόλις 26 ετών. Για τον ίδιο τον Ντόμινικ Σολάνκε, αυτή η μεταγραφή είναι η επιβεβαίωση της σωστής δουλειάς, που έκανε όλα αυτά τα χρόνια. Μπορεί το ξεκίνημά του σε δυο εκ των σπουδαιότερων αγγλικών συλλόγων να ήταν καταστροφικό και οι προσδοκίες να τον «έλιωσαν», όμως με πείσμα και υπομονή επιστρέφει στην ελίτ. Και ίσως μείνει πια μόνιμα. Το σίγουρο είναι ένα. Ο δρόμος της αναγέννησης ήταν πράγματι μακρύς.