Ο Ντέιβιντ Μπέκαμ κατάφερε να πείσει τον Λιονέλ Μέσι να υπογράψει στην ομάδα του. Αλλά μήπως χρησιμοποίησε μια πολύ γνώριμη, για τον ίδιο, συνταγή;
Η πρόσφατη μεταγραφή του Λίονελ Μέσι στην Ίντερ Μαϊάμι του Ντέιβιντ Μπέκαμ έπεσε σαν κεραυνός εν αιθρία στον ποδοσφαιρικό κόσμο. Στην πραγματικότητα αυτή είναι η δεύτερη τόσο μεγάλη μεταγραφή ποδοσφαιριστή στο MLS. Η πρώτη, όπως πολύ σωστά φαντάζεστε, ήταν αυτή του ίδιου του «Μπεκς» στους ΛΑ Γκάλαξι το 2007. Μάλιστα αν δεν είχε πραγματοποιηθεί τότε αυτή η μεταγραφή, πιθανότατα να μην βλέπαμε ποτέ τον Μέσι στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
Αλλά ας ξεκινήσουμε από την αρχή. Η καριέρα του Μπέκαμ είναι λίγο έως πολύ γνωστή σε όποιον έχει ασχοληθεί έστω κι ελάχιστα με το αγγλικό ποδόσφαιρο. Μετά από οκτώ άκρως επιτυχημένα χρόνια στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και τέσσερα σχετικά επιτυχημένα στη Ρεάλ Μαδρίτης, ανακοίνωσε τον Ιανουάριο του 2007 πως το καλοκαίρι του ίδιου έτους θα μετακομίσει στο MLS!
Μέχρι και πριν την ανακοίνωση του ίδιου, οι φήμες έδιναν και έπαιρναν σχετικά με την ανανέωση του συμβολαίου του με τη Ρεάλ ή κάποια πιθανή μεταγραφή του σε κάποιο άλλο ποδοσφαιρικό μεγαθήριο της Ευρώπης. Άλλωστε, ο Άγγλος χαφ ήταν ακόμα 32 χρονών, ικανός ακόμα να σταθεί στο ανώτατο επίπεδο. Και είχε ήδη ξεπεράσει το… ποδόσφαιρο σαν φήμη. Ήταν η περίοδος που είχε καθιερωθεί στη συλλογική συνείδηση πρώτα ως διασημότητα και μετά ως ποδοσφαιριστής, κάτι που σήμαινε πως όποια ομάδα τον αποκτούσε θα καρπωνόταν πολλαπλά οφέλη με την υπογραφή του.
Ίσως για πολλούς αυτή η κίνηση να φάνηκε παράξενη ή παράταιρη. Σε πρώτη ανάγνωση, ο Μπέκαμ έβγαινε στην ποδοσφαιρική «σύνταξη» από πολύ νωρίς, κερδίζοντας ένα τελευταίο μεγάλο συμβόλαιο. Βέβαια, η αλήθεια είναι αρκετά διαφορετική. Άσχετα με το τι έγραφε ο τύπος της εποχής, ο Άγγλος αστέρας είχε ήδη δρομολογήσει την πορεία της καριέρας του χρόνια νωρίτερα. Από το 2005, ο Μπέκαμ είχε ιδρύσει ακαδημίες ποδοσφαίρου στο Λος Άντζελες, με σκοπό να εμπλακεί από νωρίς σε μια αναδυόμενη, ελπιδοφόρα και, κυρίως, πιθανότατα πολύ κερδοφόρα αγορά. Πέραν της ποδοσφαιρικής υπόστασης αυτής της κίνησης, ο «Μπεκς» έκανε άνοιγμα σε ένα κοινό που δεν τον… λάτρευε αναλόως. Στην αγορά της Ευρώπης και της Ασίας θεωρούνταν ήδη ένα από τα πλέον επιτυχημένα one-man-brand, οπότε η κατάκτηση της Αμερικής ήταν το αμέσως επόμενο βήμα.
Μετά την ανακοίνωση ότι ο Μπέκαμ θα μετακομίσει στο MLS και θα αγωνιστεί με τους ΛΑ Γκάλαξι, τα παγκόσμια αθλητικά μέσα βρέθηκαν σε παροξυσμό. Ήδη από αυτή την ανακοίνωση και μόνο, το MLS αύξησε σημαντικά τη δημοφιλία του εκείνη την περίοδο και οι φήμες για τον μισθό του Άγγλου χαφ έδιναν και έπαιρναν. Είχε γραφτεί μέχρι και ότι η συμφωνία θα απέφερε στον Μπέκαμ έως και 250 εκ. δολάρια για πέντε χρόνια (ενδεικτικά, το 2007 το υψηλότερο ετήσιο συμβόλαιο είχε υπογραφεί από τον Ροναλντίνιο με 16 εκ. ετήσιες αποδοχές). Βέβαια, στην πορεία αποκαλύφθηκε πως ουσιαστικά τα 250 εκ. δολάρια αφορούσαν τα πιθανά έσοδα του από κάθε πηγή, που θα μπορούσε να έχει όσο βρίσκονταν στην Αμερική, με τον ετήσιο μισθό του από την ομάδα του να κυμαίνεται στα 6,5 εκ. τον χρόνο. Το νούμερο αυτό ήταν καθαρά μια εσκεμμένη ασάφεια, με σκοπό να δημιουργήσει ακόμα μεγαλύτερο θόρυβο γύρω από τη σοκαριστική αυτή μετακίνηση!
Η επίδραση της ανακοίνωσης της μεταγραφής του ήταν τόσο έντονη, που έξι μήνες πριν καν φορέσει τη φανέλα της ομάδας, ο Μπέκαμ είχε ήδη αποσβέσει ένα μεγάλος μέρος του συμβολαίου του, μέσω χορηγιών που κέρδισαν οι ΛΑ Γκάλαξι και με την τεράστια αύξηση στις προκρατήσεις εισιτηρίων. Ακόμα περισσότερο, η ιδιοκτήτρια εταιρεία του συλλόγου, η AEG, έβγαλε ανακοίνωση, λέγοντας πως υπάρχει μια μαζική αύξηση στις επιχειρηματικές της δραστηριότητες, ακόμα και σε περιοχές που μέχρι εκείνη την ώρα δεν ήταν εύκολο να κλείσει συμφωνίες. Όπως είχε πει ο τότε διευθύνων σύμβουλος της Εταιρείας, Τιμ Λάιβκε: «Ξαφνικά, γίναμε γνωστοί ως η εταιρεία που είναι ιδιοκτήτρια της ομάδας που θα αγωνιστεί ο Μπέκαμ, οπότε ο κόσμος άρχισε να αλλάζει γύρω μας».
Στο σημείο αυτό είναι χρήσιμο να δοθεί μια γρήγορη εξήγηση για το πώς λειτουργεί διοικητικά και θεσμικά το MLS. Ναι μεν είναι αναγνωρισμένο από την Αθλητική Ομοσπονδία των ΗΠΑ, αλλά δεν είναι αυτή η οποία το ελέγχει. Το MLS είναι μια ιδιόκτητη λίγκα. Διοικητικά, υπάρχει ένα θεσμικό όργανο που λαμβάνει αποφάσεις και εγκρίνει τις κινήσεις των ομάδων. Κάθε ομάδα έχει έναν ιδιοκτήτη, ο οποίος είναι και μέτοχος στη λίγκα. Κοινώς, αν υπάρχουν π.χ. 20 ομάδες στο πρωτάθλημα, η ιδιοκτησία του MLS θα είναι χωρισμένη σε 20 μερίδια.
Μπορεί να ξενίζει σαν ιδέα τους Ευρωπαίους, αλλά η συγκεκριμένη δομή έχει λογική, εμπορικά μιλώντας. Μέσω του συγκεκριμένης σχεδίου, η λίγκα διασφαλίζει τη βιωσιμότητα των ομάδων που συμμετέχουν σε αυτή (κάτι που παλαιότερα αποτελούσε συχνό πρόβλημα για ομάδες της) και, ταυτόχρονα, χαράζει μια κοινή πολιτική για το ποδοσφαιρικό προϊόν που προσφέρει. Λόγω του ότι είναι μια κλειστή και ιδιόκτητη λίγκα, τα μέλη της αποφασίζουν σχετικά με την εισαγωγή νέων ομάδων ή την εξαγωγή άλλων που δεν μπορούν να υποστηρίξουν το franchise (συνήθως λόγω χρεών ή μη αναμενόμενης απήχησης στην πολιτεία τους).
Μια μεγάλη ιδιαιτερότητα συγκριτικά με το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο έχει να κάνει με τα συμβόλαια των παικτών. Σε αντίθεση με την Ευρώπη, οι ποδοσφαιριστές δεν υπογράφουν συμβόλαια με τις ομάδες, αλλά με το MLS. Για να υπάρξει δίκαιη μεταχείριση των ομάδων ως προς αυτή την τακτική, η λίγκα υιοθέτησε το μοντέλο του salary cap από το NBA. Αυτό σημαίνει πως ο διαχειριστής ή επενδυτής κάθε ομάδας έχει ένα συγκεκριμένο μπάτζετ για συμβόλαια και μεταγραφές που μπορεί να διαθέσει, και συγκεκριμένα για τα συμβόλαια υπάρχει ανώτατο όριο ετήσιου μισθού. Πέραν της διατήρησης ισορροπίας για ένα ανταγωνιστικό πρωτάθλημα, το MLS με αυτόν τον τρόπο καταφέρνει να μην ξοδεύουν οι ιδιοκτήτες των ομάδων υπέρογκα ποσά για να δελεάσουν παίκτες να υπογράψουν σε αυτούς. Έτσι ουσιαστικά εξασφαλίζεται πως καμία ομάδα δεν θα βρεθεί σε δεινή οικονομική κατάσταση λόγω κακοδιαχείρισης και δεν θα εξαρτάται από «δανεικά» χρήματα του ιδιοκτήτη της.
Επιστρέφοντας στον πρωταγωνιστή μας, λίγο καιρό μετά την ανακοίνωση της συμφωνίας μεταξύ του Μπέκαμ και των ΛΑ Γκάλαξι, διάφοροι ειδικοί όροι άρχισαν να βγαίνουν στην επιφάνεια σχετικά με το συμβόλαιο του. Το MLS ήθελε τόσο πολύ να τον δει με φανέλα ομάδας της λίγκας, που έφτασε σε σημείο να δημιουργήσει νέους κανόνες (!) ή να κάνει παραχωρήσεις που δεν είναι συνηθισμένες στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο. Η πρώτη και απλούστερη από όλες ήταν ότι ο Μπέκαμ μπορούσε να σπάσει μονομερώς το συμβόλαιο του μετά το πέρας τριών ετών. Κοινώς, ο Άγγλος αστέρας ήταν εξασφαλισμένος για μια πενταετία απέναντι στο MLS, αλλά η λίγκα ήθελε να του δώσει το περιθώριο να φύγει νωρίτερα, αν το επιθυμεί!
Η δεύτερη αφορά τη δημιουργία ενός εντελώς νέου κανόνα. Για τα δεδομένα του MLS, τα 6,5 εκ. δολάρια τον χρόνο ήταν ένα ποσό πολύ υψηλότερο από το salary cap. Οπότε, δημιούργησε τον κανόνα του «Διακεκριμένου Παίκτη» (Designated Player Rule). Ο κανόνας αυτός μελλοντικά θα μετονομαζόταν ανεπίσημα σε «Beckham Rule», καθώς γι’ αυτόν δημιουργήθηκε και εφαρμόσθηκε πρώτη φορά. Αυτός ο κανόνας αναφέρει πως κάθε ομάδα του MLS μπορεί να υπογράψει κάποιον παίκτη που να μην υπολογίζεται στο salary cap, αλλά ταυτόχρονα η αμοιβή του να ξεπερνάει και το ανώτατο όριο του salary cap.
Για όσους παίκτες δηλωθούν έτσι, η λίγκα πληρώνει ένα ποσό από το δικό της ταμείο (όταν μεταγράφηκε ο Μπέκαμ ήταν 400 χιλ. δολάρια) και τα υπόλοιπα χρήματα τα έδινε ο ιδιοκτήτης της ομάδας. Εφόσον στη λίγκα μέτοχοι είναι όλες οι ομάδες, ουσιαστικά ήταν σαν όλες οι ομάδες της λίγκας να πλήρωναν ένα μερίδιο του μισθού του Άγγλου. Το «Beckham Rule» καθιερώθηκε από τότε στο MLS και έγινε ένας βασικός λόγος που το πρωτάθλημα κατάφερε να δελεάσει παίκτες από την Ευρώπη (μέχρι να φτάσει τώρα να φέρει ολόκληρο Μέσι) να παίξουν ποδόσφαιρο στις Ηνωμένες Πολιτείες και τον Καναδά σε καλή ποδοσφαιρική ηλικία!
Η τρίτη και τελευταία μεγάλη υπέρβαση που έκανε επίσης για πρώτη φορά το MLS για τον Μπέκαμ ήταν να του δώσει το δικαίωμα να αγοράσει μια νέα ομάδα που θα εισαγόταν στη λίγκα με μόλις 25 εκ. δολάρια, μόλις σταματούσε να παίζει ποδόσφαιρο. Με τον τρόπο αυτόν, ο Μπέκαμ σαν brand name θα είχε μια εξαιρετική ευκαιρία να παραμείνει στο MLS ακόμα και μετά την απόσυρση του από τα γήπεδα, κάτι που μόνο κέρδη θα έφερνε για τις δύο πλευρές. Ο μοναδικός όρος ήταν να αγοράσει κάποια ομάδα εκτός Νέας Υόρκης, καθώς εκεί το fan base ήταν ήδη εξαιρετικά μεγάλο και δεν θα βοηθούσε στην ανάπτυξη της λίγκας σε άλλες πολιτείες. Ο συγκεκριμένος όρος έχει μπει και στο συμβόλαιο του Μέσι, μόλις για δεύτερη φορά στην ιστορία του MLS!
Διαβάζοντας τα δεδομένα για τη μεταγραφή του Μέσι στην Ίντερ Μαϊάμι, μπορεί κανείς να δει ότι ουσιαστικά το MLS πάτησε σε μια δοκιμασμένη συνταγή που κατάφερε να φέρει τον λαμπρότερο αστέρα της γενιάς του στο αμερικάνικο πρωτάθλημα. Βέβαια, στις δύο υποθέσεις υπάρχουν μεγάλες διαφορές, καθώς μπορεί να μιλάμε για δύο τεράστιες αθλητικές διασημότητες, αλλά σίγουρα ο Μπέκαμ είχε διαφορετικούς λόγους για να πάει στην Αμερική από ότι ο Μέσι, εμπορικά μιλώντας. Τη δεδομένη στιγμή, το franchise της Ίντερ Μαϊάμι αξίζει παραπάνω από 600 εκ. δολάρια (585 εκ. δολάρια το 2022, με 11% αύξηση από το 2021), χωρίς να έχει υπολογιστεί η επίδραση που θα έχει ο Αργεντίνος στην αξία αυτή. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο «Μπεκς» σίγουρα έχει διάθεση να πρωταγωνιστήσει ξανά, αυτή τη φορά από τον ρόλο του ιδιοκτήτη της ομάδας του Μαΐάμι.
Η αλήθεια είναι πως η απόδοση της… αμερικάνικης Ίντερ εντός των τεσσάρων γραμμών δεν ήταν ιδιαίτερα επιτυχημένη, καθώς τις δύο πρώτες χρονιές της τερμάτισε 10η (2020) και 11η (2021) στην περιφέρεια της και 19η (2020) και 20η (2022) στη συνολική βαθμολογία. Μπορεί το 2022 να είχε σημαντική άνοδο (6η στην περιφέρεια, 12η στη συνολική βαθμολογία), αλλά έχουν γραφτεί αρκετά άρθρα σχετικά με την πιθανότατα αποτυχημένη διαχείριση της ομάδας στα πρώτα της βήματα, καθώς και για το αν ο Μπέκαμ θα μπορέσει να καταφέρει κάτι σημαντικό ως «κεφαλή» της. Η μεταγραφή του Μέσι σίγουρα έκλεισε πολλά στόματα και φανέρωσε τις προθέσεις του για τον σύλλογο, όπως επίσης λειτουργεί και σαν πιθανό «προσεχως» για το τι θα δούμε τα επόμενα χρόνια. Μένει μόνο να φανεί αν ο Μέσι θέλει να συνεχίσει να ακολουθεί τον δρόμο που άνοιξε ο Μπέκαμ. Ό,τι και να συμβεί, βέβαια, όλοι θα παρακολουθούμε την εξέλιξη με αμείωτο ενδιαφέρον.