Στα πλαίσια της ακριβότερης μεταγραφής του ελληνικού πρωταθλήματος, οι «κανίβαλοι» της εγχώριας ποδοσφαιρικής πραγματικότητας έχουν εγκατασταθεί στα δύο άκρα, με κάποιους να είναι υπερενθουσιώδεις και άλλους να προβαίνουν σε ακραία απαξίωση σχετικά με την πιθανότητα ο Daniel Podence να πιάσει στην Wolves.
Ποτέ δεν θεωρούσα τον λαό μας -συμπεριλαμβανομένου και του γραφόντος- τον πιο αξιοκρατικό και αντικειμενικό κριτή, ειδικά σχετικά με το ποδόσφαιρο, ζώντας με τα απομεινάρια ενός «κακοποιημένου» πρωταθλήματος και απαξιώνοντας, δίκαια και άδικα, ίσως την πιο overachiever εθνική της περασμένης εικοσαετίας. Ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο δέχομαι κάθε άποψη ή υποστηρίζω, αρκεί να υπάρχουν τα κατάλληλα λογικά επιχειρήματα για να τεκμηριωθεί. Θα αφήσει εποχή λοιπόν ο Daniel Podence στην Wolves ή θα αποτύχει παταγωδώς, ξεγελώντας μαζί με τον μεγαλοατζέντη του τους Πορτογάλους του συλλόγου;
Μην βιαστείτε να απαντήσετε γιατί η ερώτηση είναι ρητορική. Απλά συνοψίζει την μεγάλη πλειοψηφία των σχολίων που έχω διαβάσει αυτές τις ημέρες για την μεταγραφή του παίκτη. Στους υποστηρικτές της πρώτης άποψης θα βρεις κυρίως φανατικούς Ολυμπιακούς, που δεν ήξεραν αν έπρεπε να χαρούν ή να μελαγχολήσουν κατά τα διαστήματα που η μετακίνηση κολλούσε ή έκλεινε, ενώ στους δεύτερους μπορείς να βρεις κάθε Έλλην, που ενστικτωδώς αμφισβητούν το ελαφρύ κορμί, τα ανεπαρκή στατιστικά ή ακόμα και τις ομάδες προέλευσης του βραχύσωμου ακραίου.
Πάμε τώρα στην δίκη μου προσωπική άποψη, έχοντας δει όχι μόνο όλα τα ευρωπαϊκά -κι ελάχιστα πρωταθλήματος- παιχνίδια του Podence, αλλά και όλα τα τηλεοπτικά ματς των «Λύκων», όντας στα μάτια μου μια από τις πιο άρτια τακτικές και θεαματικές ομάδες. Η τελευταία φάση που έχω στο μυαλό μου τον Πορτογάλο δεν είναι καθόλου κολακευτική. Στον κρισιμότερο αγώνα που έχει δώσει ο ίδιος την φετινή σεζόν, ακριβώς στο 69ο λεπτό του δίνεται η ευκαιρία να γίνει ήρωας όταν βρίσκεται φάτσα με το τέρμα του Red Star, με τον τερματοφύλακα σχεδόν εξουδετερωμένο και τους αμυντικούς να πισωπατούν χωρίς να έχουν ιδέα τι γίνεται πίσω τους. Ο «κοντός» όχι μόνο βίαζεται, όχι μόνο δεν πατάει καλά, όχι μόνο δεν επιλέγει την σωστή γωνία, αλλά δεν βρίσκει καν τέρμα.
Συνοψίζει αυτή η φάση την πραγματική εικόνα του όμως στο γήπεδο; Η αλήθεια είναι πως όχι. Αν κάποιος δει τις φάσεις που δημιουργεί ο Ολυμπιακός στο δεύτερο ημίχρονο, σε όλες ανεξαιρέτως ο Podence βρίσκεται αμαρκάριστος μέσα στην αντίπαλη περιοχή ανεξάρτητα από το αν τροφοδοτείται, κάνοντας συνεχώς πιο γενναίους τους συμπαίκτες του και πιο αγχωμένους τους αντίπαλους αμυντικούς. Φυσικά δεν αποτελεί έκπληξη ότι βάσει των στατιστικών του Whoscored, ήταν ο δεύτερος καλύτερος παίκτης του αγώνα πίσω από τον Τσιμίκα, έχοντας εφτά (!) επιτυχημένες ντρίμπλες και πέντε πάσες-κλειδί.
Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως ο 24χρονος χαφ ήταν μέσα στην πρώτη δεκάδα σε επιτυχημένες ντρίμπλες στο φετινό Champions League, με την θέση του να είναι στην πεντάδα αν λάβουμε υπόψιν μόνο τους εντός έδρας αγώνες. Και αυτό ίσως είναι ένα θέμα υπό αμφισβήτηση, αφού οι σπουδαιότερες παραστάσεις του έρχονται εντός έδρας, με την απόδοση του να παρουσιάζει κάμψη μακριά από το Γ. Καραϊσκάκης. Αν αυτή η «κολασμένη» ατμόσφαιρα τον φτιάχνει ποδοσφαιρικά, είναι αβέβαιο αν θα την βρει -τουλάχιστον στο ίδιο επίπεδο- σε οποιονδήποτε αγώνα στο Molineux.
Ένα ακόμα γεγονός που μου «χτύπαγε» αρχικά, ήταν το ποσό της μεταγραφής. Θεωρούσα ότι τα σχεδόν 30 εκ. ευρώ, που ακούγονταν στις πρώτες διαπραγματεύσεις, ήταν όχι απλά υπεραξία, αλλά υπερβολικά για να «ρισκάρει» η Wolves, με δεδομένο ότι ο παίκτης θα έπρεπε να είχε υπερτετραπλασιάσει την αξία του μέσα σε λιγότερο από ένα εξάμηνο, όταν Ολυμπιακός και Sporting CP τα έβρισκαν εξωδικαστικά στα εφτά για την μετακίνηση του παίκτη. Η διαφορά δεν είναι χαώδης από τα 21 που δόθηκαν τελικά και τον καθιστούν την ακριβότερη πώληση από το ελληνικό πρωτάθλημα, όμως αποδεικνύουν πως οι «Λύκοι» δεν κινήθηκαν στα τυφλά, δεν ακολούθησαν το hype, αλλά δούλεψαν πάνω σε αυτήν την μεταγραφή.
Ήδη από την πρώτη στιγμή σκεφτόμουν την σαφή ομοιότητα του Podence με αρκετούς παίκτες στο ρόστερ του Nuno Espirito Santo και μετά από λίγη έρευνα διαπίστωσα ότι την ίδια άποψη με εμένα έχει και ένας «λόγιος» του σύγχρονου ποδοσφαίρου, ο Guillem Balague. «Είναι ένας παίκτης τύπου Wolves. Θεωρώ ότι μπορείς να χαρακτηρίσεις συγκεκριμένους ποδοσφαιριστές έτσι και ο Podence ανήκει σε αυτήν την κατηγορία, κάτι που σημαίνει πως ο σύλλογος έχει τώρα μια ξεχωριστή ταυτότητα». Όχι ούτε εγώ, ούτε φυσικά και ο Ισπανός τρελαθήκαμε. Βγάλτε από το μυαλό σας τον σκληροτράχηλο «ντούκι» Adama Traore και τον στητό Μεξικανό, Raul Jimenez, δεν μιλάμε για σωματικά προσόντα.
Οι «Λύκοι» έχουν μία σπάνια για την κατηγορία επιθετική πολυφωνία. Κανείς δεν ξέρει αν ο Traore θα τον εκτοπίσει με την ταχυδύναμή του, αν ο Diogo Jota θα τον ζαλίσει με τα σλάλομ του, αν ο Pedro Neto θα την «πηγαινοφέρει» με το όμορφο αριστερό του ή αν οι Jonny και Doherty θα βρεθούν με underlap ή overlap σε θέση βολής, με έναν τρόπο που μόνο τα μπακ της Liverpool (ΤΑΑ και Robertson) μπορούν να τους ανταγωνιστούν. Σημειωτέον όλοι αυτοί είχαν ένα κοινό πριν φτάσουν στην Wolves, κανείς δεν είχε τα τρομερά στατιστικά (μ.ο. 3,6 γκολ και 4,9 ασίστ ανά σεζόν), φυσικά ούτε λόγος για διψήφιο αριθμό τερμάτων (κύριος αντίλογος για την πιθανή αποτυχία του Podence), αλλά όλοι μπορούσαν να προσφέρουν με ντρίμπλες, πάσες, τέρματα και ασίστ. Κανένας δεν ήταν μονόχνωτος, όλοι είχαν ταλέντο και προοπτική.
Και για να μιλήσουμε με νούμερα τα καλύτερα στατιστικά πριν φτάσει στο Molineux είχε ο Adama Traore με 13 τέρματα και 30 (!) ασίστ σε αγώνες πρωταθλήματος. Πόσο χειρότερος είναι ο Daniel Podence; Ε δεν είναι, αφού έως τώρα στην καριέρα του έχει 19 τέρματα και 29 ασίστ. Για να σας προλάβω μην σκεφτείτε το επίπεδο του ελληνικού πρωταθλήματος ή το χρονικό διάστημα της έως τώρα καριέρας, αφού ο Traore βγήκε στο προσκήνιο νωρίτερα και τα περισσότερα από αυτά τα νούμερα τα κατόρθωσε με την Barcelona B στην δεύτερη κατηγορία της Ισπανίας. Μην παρεξηγηθώ δεν προσπαθώ να συγκρίνω την δεδομένη στιγμή τους δύο ποδοσφαιριστές, αλλά να καταρρίψω το «στιβαρό» επιχείρημα των στατιστικών. Φυσικά εξαιρείται ο Jimenez, αφού θεωρείται καθαρόαιμος επιθετικός και θα ήταν άδικο να μπει στην σύγκριση.
Θεωρούμε «αφελή» την Wolves ή έστω θύμα του Jorge Mendes, όμως για να δώσει το «10» σε έναν παίκτη μία ομάδα της Premier League, με ένα τεράστιο δίκτυο scouts σε κάθε γωνιά του κόσμου, μάλλον εμείς γινόμαστε αφελείς. Ο σύλλογος όχι μόνο βρίσκεται κοντά στις ευρωπαϊκές θέσεις στην βαθμολογία (ακόμα και για Champions League), αλλά και στους «32» του Europa League, όπου αντιμετωπίζει την ουραγό της La Liga, Espanyol. Δεν είναι μια αντίστοιχη Fulham που σπατάλησε μια περιουσία για να πάρει τον τραυματία Μήτρογλου, δεν είναι η πάντα απογοητευμένη και «φέτος είναι η χρονιά μου» West Ham που έφερε τους Roberto και Masuaku.
O Podence πάει με διαφορετικές συνθήκες στην Premier League, έχοντας δείξει παρόμοια στοιχεία τόσο στον Ολυμπιακό, όσο και στην Sporting CP, στην Moreirense, αλλά και στις μικρές εθνικές της Πορτογαλίας. Μην ξεχνάμε ότι ένα από τα σπουδαιότερα ματς του με την ερυθρόλευκη φανέλα το έκανε απέναντι σε μία ομάδα του «big six», την Tottenham, όταν μαζί με τον Valbuena πρωτοστάτησαν σε ένα επικό comeback. Η αποτυχία ή η επιτυχία στην Premier League μπορούν να κριθούν στην λεπτομέρεια, όπως αποδεικνύει το παράδειγμα προς αποφυγήν του Cutrone, όμως προς το παρόν η μεταγραφή του «κοντού» έχει μόνο νικητές. Κανένα λογικό επιχείρημα δεν μας υποδεικνύει να ψάξουμε σε ποια ομάδα θα πάει του χρόνου δανεικός ή αν θα βάλει υποψηφιότητα για τις χειρότερες μεταγραφές της επόμενης δεκαετίας, όπως μερικοί πρώην παίκτες του ελληνικού πρωταθλήματος.
Δεν πήγε στην Stoke για να μην ταιριάζει με τα «βαριά κορμιά», αλλά στην Wolves με αρκετούς βραχύσωμους ποδοσφαιριστές όπως οι Moutinho, Vinagre, Gibbs-White, Jonny και Pedro Neto (όλοι κάτω από 1,74 μ.). Κι όσο «κοντοί» κι αν είναι, παραμένουν λύκοι… χορεύουν και δαγκώνουν!