Ίσως θεωρείς ονειρική τη ζωή των ποδοσφαιριστών, όμως έχεις αναλογιστεί τι συμβαίνει σε όσους αποτυγχάνουν από τη «δοκιμασία» των ακαδημιών;
Έχετε αναρωτηθεί ποτέ, πως θα ήταν η ζωή σας, αλλά και η εξέλιξη σας ως ατόμου, εάν σε ηλικία κάτω των 15 ετών, σας ζητούσαν να αφήσετε το σπίτι σας και να ζήσετε μόνιμα με άλλους συνομήλικους σας σε κοινά δωμάτια, ή ακόμα και με οικογένειες αγνώστων; Πώς θα συμπεριφερόταν ο «μικρός» σας εαυτός, εάν δεν μπορούσε να βλέπει τους γονείς και τα αδέρφια του σε καθημερινή βάση, δεν μπορούσε να φοιτήσει σε κανονικό σχολείο, δεν είχε ποτέ την ευκαιρία να πάει σε παιδικό πάρτι, να γελάσει με την ψυχή του μια Κυριακή παίζοντας με τους φίλους του στο γειτονικό πάρκο;
Όλα αυτά τα μεγάλα «αν», που στους περισσότερους από εμάς μοιάζουν σκληρά, σχεδόν απάνθρωπα και δεν θα θέλαμε για τα νεότερα μέλη της οικογενείας, ίσως και του περίγυρού μας, καλούνται να ζήσουν χιλιάδες παιδιά σε ετήσια βάση, στη σκληρή πραγματικότητα του αγγλικού ποδοσφαιρικού συστήματος ακαδημιών, που προετοιμάζει ένα μικρό ποσοστό αυτών, για τη ζωή του επαγγελματικού ποδοσφαίρου, από την άλλη όμως, καταρρακώνει ζωές και προσωπικότητες.
Οι νόρμες που ακολουθούνται στον κόσμο του αγγλικού ποδοσφαίρου, παρά τις μεταβολές που έχουν εφαρμοσθεί ανά τα χρόνια, κινούνται πάνω κάτω στο ίδιο μοτίβο. Αυτό περιλαμβάνει τεράστια δίκτυα από σκάουτερς, που «οργώνουν» κυριολεκτικά την αγγλική επικράτεια, εστιάζοντας σε σχολεία και τοπικές ακαδημίες ποδοσφαίρου, με αυστηρή προϋπόθεση, όλα τα παιδιά που εξετάζονται ως πιθανές προσθήκες, να είναι από έξι έως δέκα ετών. Οι λόγοι πίσω από αυτή τη συνθήκη, αφορούν τα περιθώρια εξέλιξης, τόσο σωματικής όσο και αγωνιστικής, που έχουν τα παιδιά μέχρι την ηλικί αυτή, καθώς επίσης και την φιλοσοφία που θέλουν οι σύλλογοι να περάσουν στους νεαρούς αθλητές, προτού μπουν στο εφηβικό ηλικιακό στάδιο.
Το δεύτερο στοιχείο, που γίνεται ευκόλως αντιληπτό, είναι πως υπάρχει σύνδεση μεταξύ των ομάδων που βρίσκονται στο κορυφαίο επίπεδο, με αυτές που βρίσκονται μερικά «σκαλιά» πιο κάτω, και τροφοδοτούνται από τους «κομμένους» των ελίτ ακαδημιών. Στην Αγγλία υπάρχουν δώδεκα ομάδες που συγκαταλέγονται στο επίπεδο ελίτ, και περίπου 26 ακόμα που διατηρούν επαγγελματικό επίπεδο, διαθέτουν δηλαδή υπερσύγχρονες εγκαταστάσεις, σχολικά προγράμματα και υποστηρικτικό δίκτυο, με αποκλειστική χρήση από τις ακαδημίες.
Έχοντας λοιπόν αυτά στο μυαλό μας, πάμε να δούμε πως οι ακαδημίες αυτές, διαμορφώνουν τον επαγγελματισμό των μελλοντικών αστέρων, αλλά και πως «ξεριζώνουν» την παιδική ηλικία των νεαρών αθλητών. Στην ηλικία των δέκα ετών, γίνεται το πρώτο ξεσκαρτάρισμα, όσον αφορά το ποιά παιδιά, θα προχωρήσουν σε εντατικά τμήματα των ακαδημιών και ποιά θα μείνουν λίγο πιο πίσω. Ευθύς αμέσως, η πρώτη κατηγορία, μετακομίζει από οποιοδήποτε μέρος της Αγγλίας, στο προπονητικό κέντρο της ομάδας στην οποία ανήκουν. Γίνεται ευκόλως αντιληπτό, πως σε αυτό το σημείο, έρχεται η πρώτη «άγρια» ενηλικίωση γι’ αυτά τα παιδιά, που καλούνται να εγκαταλείψουν τις γνώριμές τους συνήθειες, και να μετακομίσουν οικογενειακώς εκτός του ως τότε τόπου κατοικίας.
Αντίστοιχη πίεση, βιώνει και το οικογενειακό περιβάλλον των νεαρών αθλητών, που καλείται να πάρει μια απόφαση ζωής: να κυνηγήσει με κάθε κόστος, οικονομικό, επαγγελματικό και ψυχολογικό, ένα αβέβαιο μέλλον, ή να απορρίψει την προοπτική αυτή. Για τους περισσότερους από εμάς, η απόφαση θα ήταν εύκολη και θα συνέκλινε προς το «όχι», ωστόσο ο συναισθηματικός παράγοντας και το βάρος που πέφτει σε ένα γονιό που καλείται να «κόψει» τα όνειρα και τις ελπίδες του παιδιού του, σε συνδυασμό με την έτσι κι αλλιώς δύσκολη καθημερινότητα που βιώνουν πολλές από αυτές τις οικογένειες, ωθεί πολλούς στην απόφαση της άνευ όρων «καταδίωξης» του ονείρου του επαγγελματικού αθλητισμού.
Οι απαιτήσεις που συναντούν αυτά τα παιδιά, είναι πολλές φορές δυσανάλογα μεγάλες για την ηλικία και το βαθμό ωριμότητας τους. Όπως αναφέρει και ο νύν ποδοσφαιριστής της Σαουθάμπτον, Κάιλ Γουόκερ-Πίτερς, σε ηλικία μόλις δώδεκα ετών, του απαγορεύτηκε να παίζει οποιοδήποτε άθλημα στον ελεύθερό του χρόνο, υπό τον φόβο τραυματισμού, ενώ για τις οικογένειες που διαμένουν σχετικά κοντά στις εγκαταστάσεις των ομάδων, από την ηλικία των 13 και άνω, προσφέρονται προγράμματα διαμονής σε ανάδοχες οικογένειες, για τις ημέρες της εβδομάδας που περιλαμβάνονται προπονήσεις.
Η πίεση που δέχονται αυτά τα παιδιά, πολλαπλασιάζεται αν αναλογιστεί κανείς πως καλούνται να ανταπεξέλθουν στις μαθητικές τους υποχρεώσεις, στη ζωή μακρυά από αυτό που αποκαλούσαν σπίτι, μακρυά από την οικογένειά τους, και με το συνεχές βάρος του ανταγωνισμού και της επιτυχίας. Ήδη μέχρι την ηλικία των 14 ετών, το εκάστοτε παιδί έχει αναλάβει βάρη ενήλικα και λειτουργεί ως απόλυτος επαγγελματίας. Τα πράγματα γίνονται ακόμα πιο ασφυκτικά, όταν λίγο μετά οι προπονήσεις γίνονται καθημερινές, και οι νεαροί επίδοξοι -πλέον- επαγγελματίες, καλούνται να συγκατοικήσουν είτε στις εγκαταστάσεις των ελίτ ακαδημιών, είτε σε ανάδοχες οικογένειες.
«Το να αφήσεις κάποια παιδικά πάρτι, ή να μην διασκεδάζεις πλέον το ποδόσφαιρο, όπως στο προαύλιο του σχολείου σου με τους φίλους σου, είναι ένα πράγμα. Το να πρέπει όμως να μείνεις σε ένα σπίτι αγνώστων, μακρυά από τα αγαπημένα σου πρόσωπα, και η μόνη καθημερινότητα που ξέρεις να είναι το σχολείο και το γήπεδο, μένοντας ταυτόχρονα σε κορυφαίο επίπεδο, είναι ένα σημείο καμπής που ελάχιστοι καταφέρνουν. Είναι το δυσκολότερο πράγμα στην πορεία προς το επαγγελματικό συμβόλαιο», θα τονίσει ο νυν άσσος της Άρσεναλ, Ρις Νέλσον.
«Το να μένεις ουσιαστικά με ξένους, από τη μια είναι σκληρό για μια τόσο μικρή ηλικία, από την άλλη ωστόσο, σου δίνει πράγματα, που θα σου χρησιμεύσουν στη ζωή γενικότερα. Μένοντας με ανάδοχη οικογένεια, όσο ήμουν στην Τότεναμ, έμαθα να μαγειρεύω, να φροντίζω τον εαυτό μου και γενικά να είμαι ανεξάρτητο άτομο. Πιστεύω πως οι διεθνείς ποδοσφαιριστές, έχουν μεγαλύτερη επιτυχία σε αυτό και τους κοστίζει λιγότερο ψυχολογικά, καθώς έρχονται στην Αγγλία σε πιο μικρή ηλικία και είναι ήδη προσαρμοσμένοι να ζούν μακρυά από το σπίτι τους και να προσέχουν τον εαυτό τους. Προσωπικά έμαθα πολλά πράγματα από τον Μίλος Βελίκοβιτς [που παίζει τώρα στη Βέρντερ Βρέμης]. Έβλεπα τον τρόπο που πρόσεχε τον εαυτό του, το πώς πρόσεχε τη διατροφή του, πώς προπονούταν. Ήθελα να του μοιάσω!», θα συμπληρώσει ο Γουόκερ-Πίτερς.
Όλοι γνωρίζουμε τι σημαίνει το ποδόσφαιρο για τους Άγγλους και τις τοπικές κοινωνίες γενικότερα. Αυτό που δεν μπορούμε όμως να συλλάβουμε, είναι το πόσο δύσκολο και το πόσο απίθανο είναι και στατιστικά να φτάσει ένα παιδί να παίξει επαγγελματικό ποδόσφαιρο, όταν από τα 1,5 εκατομμύριο παιδιά, από έξι ετών μέχρι και την ενηλικίωσή τους, που υπολογίζεται πως φοιτούν κάθε χρόνο στο αγγλικό σύστημα ακαδημιών, μόλις το 0,012% από αυτά, ήτοι περίπου 150 παιδιά, θα καταλήξουν να παίξουν μια μέρα στην Πρέμιερ Λιγκ. Από τα υπόλοιπα παιδιά, μόλις το 0,5% θα βρει κάποια στιγμή επαγγελματικό συμβόλαιο σε μικρότερη κατηγορία!
Για πολλούς, η ζωή μέχρι τα 16 χρόνια δεν έχει καν αρχίσει. Στον αμείλικτο κόσμο του ποδοσφαίρου όμως, για κάποιους, έχει ήδη τελειώσει. Μόλις οι νεαροί αθλητές, ιδίως των ελίτ ακαδημιών της Αγγλίας, φτάσουν σε αυτό το ηλικιακό όριο, λαμβάνει χώρα η πιο σκληρή στιγμή στην ούτως ή άλλως γεμάτη δυσκολίες, πορεία τους προς το όνειρο του επαγγελματικού αθλητισμού. Αυτή της τελικής αξιολόγησης. Όσοι από τους νεαρούς αθλητές έχουν καταφέρει να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες του εγχειρήματος μέχρι αυτήν τη στιγμή, που συνήθως δεν ξεπερνούν τους 25 σε αριθμό, περνούν από το μικροσκόπιο του αθλητικού συμβουλίου των συλλόγων, που συχνά μετέχει και ο προπονητής της πρώτης ομάδας, και εκεί αποφασίζεται εάν θα υπογράψουν προ-επαγγελματικό συμβόλαιο ή θα αποδεσμευτούν. Οι αθλητές που δεν τα καταφέρνουν, εάν είναι τυχεροί, συνεχίζουν την καριέρα του σε άλλες ομάδες, μικρότερων κατηγοριών, που βρίσκονται σε συνεργασία με τις ελίτ ακαδημίες. Συνήθως οι ομάδες αυτές τους προτείνουν ένα προκαταρκτικό συμβόλαιο δύο χρόνων, εκτός από σπάνιες περιπτώσεις ποδοσφαιριστών που ξεχωρίζουν και υπογράφουν αμέσως επαγγελματικό συμβόλαιο!
Πρόκειται σαφώς για μια απίστευτα επίπονη διαδικασία, στο ψυχολογικό κομμάτι της, για τους αθλητές, που βλέπουν τους κόπους κυριολεκτικά της μέχρι τότε ζωής τους να αποφέρουν καρπούς ή να οδηγούνται σε αδιέξοδο. Αρκεί μόνο να σκεφτούμε, το μέγεθος της απόρριψης που βιώνει ένα παιδί, σε μια τόσο ευαίσθητη ηλικία, που επί σειρά ετών, έχει γαλουχηθεί με μοναδικό του σκοπό τον επαγγελματικό αθλητισμό. Τα παιδιά αυτά, εάν δεν βρουν αλλού ποδοσφαιρική στέγη, επιστρέφουν στην «κανονική» ζωή, αντιμετωπίζοντας τεράστια ζητήματα αυτοπεποίθησης, ενώ συχνά καλούνται να ανακαλύψουν τους εαυτούς τους και τα ενδιαφέροντά τους από την αρχή, καθώς η αποκοπή από την κανονική κοινωνικοποίηση, σε τόσο μικρή ηλικία, δεν θα μπορούσε να γίνει χωρίς το ανάλογο κόστος.
Σε πρόσφατο αφιέρωμα του BBC, φιλοξενήθηκαν ενήλικες που κάποτε είχαν περάσει από το το σύστημα ακαδημιών του αγγλικού ποδοσφαίρου. Κατά κοινή ομολογία, «γαλουχήσαι με ένα όνειρο, και ζείς σε μια πραγματικότητα που δεν είναι αληθινή», ενώ ο Έντι Οσόντι, πρώην επαγγελματίας με την Φόρεστ Γκρίν και μέλος των ακαδημιών της Γουότφορντ, αναφέρει μια ακόμη πτυχή του φαινομένου. «Πολλοί από τους ποδοσφαιριστές που μεγαλώνουν μέσα σε αυτό το σύστημα και τελικά δεν τα καταφέρνουν, στρέφονται στο έγκλημα, καθώς δεν έχουν άλλους τρόπους να βιοποριστούν. Δεν ξέρουν κάτι άλλο. Θυμάμαι πριν κάποια χρόνια, έναν νεαρό που μέσα σε έξι μήνες από την ημέρα της απόρριψής του, ταξίδεψε στην Κόστα Ρίκα και γύρισε έχοντας καταπιεί σακούλες κοκαϊνης. Πέθανε σε ένα κελί, όταν μια από τις σακούλες άνοιξε στο στομάχι του. Ο γιός μου είναι έξι ετών, έχω ήδη απορρίψει τρεις φορές αίτημα της Τσέλσι για να ενταχθεί στις ακαδημίες. Συνεχώς σκέφτομαι αν κάνω καλά ή όχι».
Το όλο ζήτημα της εξοντωτικής πίεσης στο Νησί, άνοιξε μετά την αυτοκτονία του νεαρού αθλητή, Τζέρεμι Βίστεν, ο οποίος δεν κατάφερε να υπογράψει επαγγελματικό συμβόλαιο με την Μάντστεστερ Σίτι, κυρίως εξαιτίας ενός τραυματισμού, ενώ οι δοκιμές του σε Μπόλτον και Στόουκ δεν στέφθηκαν με επιτυχία. Σε ηλικία 21 ετών, έβαλε τέλος στη ζωή του, ανοίγωντας με τον πιο μακάβριο τρόπο το ζήτημα αυτό σε πανεθνικό επίπεδο. Έρευνα του Πανεπιστημίου του Τίσαϊντ έδειξε πως το 55% των απορριφθέντων αντιμετωπίζουν ψυχολογικά προβλήματα ακόμα και ένα έτος μετά την ημερομηνία απόρριψής τους!
Η Χάντερσφιλντ, έγινε η πρώτη ομάδα που έβαλε λουκέτο στις ακαδημίες της, στις ηλικίες οκτώ έως 16 ετών, αν και θεωρείτο μεταξύ των καλύτερων στην Αγγλία, καθώς διαπίστωσε πως το 99% των ποδοσφαιριστών που αποτελούσαν μέλη των ακαδημιών της όλα τα χρόνια λειτουργίας τους, δεν υπέγραψε ποτέ επαγγελματικό συμβόλαιο, ενώ τα χρώματα της ομάδας σαν επαγγελματίας, φόρεσε μόνο ο Τζον Στεντ, το μακρινό 1999. «Οι ακαδημίες με έκαναν εγωιστή. Στα 16 μου, άρχισα να σκέφτομαι πως ο στόχος μου θα γινόταν πραγματικότητα, μόνο αν έκανα τους πάντες να πιστέψουν πως χρειάζονται μόνο εμένα. Ήθελα όλοι οι υπόλοιποι να εκδιωχθούν από την ομάδα, γιατί μόνο έτσι θα μπορούσα να έχω πιθανότητες για επαγγελματικό συμβόλαιο».
Δεν είναι ποδοσφαιριστές, είναι παιδιά…