Η απόλυση του Ραλφ Χάζενχουτλ μόνο έκπληξη δεν προκάλεσε στον ποδοσφαιρικό κόσμο της Πρέμιερ Λιγκ, γι’ αυτό ας δούμε μαζί τους κύριους λόγους για τους οποίους αυτό συνέβη.
Ο, επί τέσσερα χρόνια, αλλά πρώην πια τεχνικός της Σαουθάμπτον, είχε σαφέστατα προσφέρει στην ομάδα. Άλλωστε, κλήθηκε σε ένα «ζόρικο» χρονικά σημείο. Είχε να διαχειριστεί ένα μπάτζετ που «ξεχείλιζε» και μια ομάδα που δημιουργούσε χρέη, έδινε λεφτά σε παίκτες που δεν το άξιζαν και γενικώς πάσχιζε να απαλλαγεί από τον αποτυχημένο νεοπλουτισμό που χρέωσε ο τότε Κινέζος ιδιοκτήτης. Σε κάθε περίπτωση, αν δούμε τα αποτελέσματα, τα κατάφερε, ενώ κατά καιρούς έπαιξε και «καλαίσθητο» ποδόσφαιρο.
Όμως, η συγκεκριμένη χρονική περίοδος έχει πια περάσει στο παρελθόν. Από τα μέσα της περασμένης σεζόν η ομάδα άλλαξε ιδιοκτησία, ενώ το πλάνο κι η μεταγραφική της πολιτική επέστρεψαν στη γνώριμη «συνταγή». Πλέον, ο Χάζενχουτλ θα κρινόταν υπό ένα νέο καθεστώς, υπό διαφορετικές συνθήκες και με αρκετή εκτίμηση. Μην λησμονούμε άλλωστε, τις ήττες των «Αγίων» με εννέα τέρματα, στις οποίες στηρίχθηκε ο Αυστριακός, ενώ κάλλιστα θα μπορούσε να είχε εκδιωχθεί. Και δεν είναι ότι δεν θα βρισκόταν άλλος προπονητής και γι’ αυτό δεν εκδιώχθηκε, αλλά ήταν τέτοια η στήριξη και η εκτίμηση που έτρεφαν προς το πρόσωπό του, που «επιβίωσε» μετά απ΄ όλα αυτά.
Για να περάσουμε όμως και στο «παρασύνθημα», σε πολύ συγκεκριμένα κομμάτια επιλογών της ομάδας ο Ραλφ Χάζενχουτλ έκανε λάθη. Το πρώτο, αφορά τον καταρτισμό της ενδεκάδας. Κανείς φέτος, δεν γνωρίζει ποια είναι η «καλή», η αρχική ενδεκάδα της Σαουθάμπτον. Αυτή στην οποία βάζεις τον καλύτερο παίκτη σε κάθε θέση, ανεξάρτητα από τις υπόλοιπες συνθήκες. Σε 14 αγωνιστικές, ο Αυστριακός παρέταξε 14 διαφορετικές ενδεκάδες. Μπορώ να κατανοήσω ότι ο καταρτισμός της ενδεκάδας επηρεάζεται από τραυματισμούς ή ακόμα και από τη φόρμα κάποιου παίκτη ή την καλή του απόδοση στην προπόνηση. Αλλά προφανώς αυτό έχει και ένα όριο.
Κι έστω, να δεχθεί κάποιος ότι αυτές οι συνθήκες επηρεάζουν σε τέτοιο βαθμό, που η ενδεκάδα κάθε αγώνα είναι διαφορετική φέτος. Ότι δεν ευθύνεται γι’ αυτό ο Χάζενχουτλ. Το ίδιο ισχύει και για την διάταξη στον αγωνιστικό χώρο; Φέτος είδαμε την ομάδα να ξεκινά σε ένα 3-4-1-2, έπειτα σε ένα πιο «απλό» 4-2-3-1, μετά ένα «αγγλικό» 4-4-2 με δυο «εξάρια», μετά ξανά ένα 4-2-3-1. Πως ένας ποδοσφαιριστής μπορεί να «εμφυσήσει» στο σωστό βαθμό τη φιλοσοφία του προπονητή του, ενώ καλά καλά δεν υπάρχει καν σταθερό σύστημα; Εκτός αυτού, μη ξεχνάμε πως οι αλλαγές που έγιναν στο σύλλογο ήταν αρκετές και ο κορμός που παρέμεινε αφορούσε λίγους παίκτες.
Εννοείται κιόλας πως τα συγκεκριμένα συστήματα δεν αποτυπώνονταν μονάχα στα «χαρτιά» όπως συνηθίζουν αρκετοί προπονητές, αλλά και στον τρόπο παιχνιδιού της ομάδας, που δε μπορούσε να υπηρετήσει επαρκώς κανένα εκ των παραπάνω. Σε όλο αυτό το κομμάτι, δεν έχει αρνητικό ρόλο μονάχα η αστάθεια στο σύστημα ή στον καταρτισμό της βασικής ενδεκάδας. Ένα ακόμα θέμα, ήταν η διανομή των ταιριαστών ρόλων. Στις θέσεις, στις κινήσεις. Το λεγόμενο «ανακάτεμα» της τράπουλας που λένε πολλές φορές στην ποδοσφαιρική αργκό.
Αυτό το «ανακάτεμα» όμως, περισσότερο ζάλισε την ομάδα, τους παίκτες και τον ίδιο τον Χάζενχουτλ, παρά βοήθησε. Άλλωστε, αυτό καλό είναι να συμβαίνει σε περιόδους έκτακτες, με πολλούς τραυματισμούς κλπ. Το να γίνονται συνεχώς αλχημείες σε καθετί στον αγωνιστικό χώρο, περισσότερο σε καθιστά… τζογαδόρο, στο να παίζεις με τον παράγοντα της τύχης κάθε φορά για την ομάδα σου, παρά στο να προετοιμάζεσαι επαρκώς.
Αυτό συμβαίνει μάλιστα από το πρώτο φετινό επίσημο παιχνίδι. Κι υπάρχουν χαρακτηριστικότατα παραδείγματα. Είχαμε δει από προηγούμενες σεζόν, που γίνονταν δοκιμές, πως ο Τζενεπό ως αριστερός μπακ-χαφ με εποπτεία όλης της πλευράς, δεν «ανταποκρινόταν», αλλά στο ματς με την Τότεναμ βρισκόταν στην ενδεκάδα με αντίστοιχο ρόλο. Στον πάγκο βρισκόταν κανονικός αριστερός μπακ μάλιστα.
Στον ίδιο αγώνα, ως τρίτος στόπερ ξεκίνησε κι ο Γιάν Βάλερι, ο οποίος έχει κριθεί επαναλαμβανόμενα ανεπαρκής. Στον πάγκο σαφώς, δυο «κανονικοί» κεντρικοί αμυντικοί. Έπειτα είδαμε και σε άλλα ματς σαν καθαρό αριστερό οπισθοφύλακα τον Τζενεπό, ενώ τοποθετήθηκε και στη θέση «δέκα» στον αγώνα με την Άστον Βίλα. Κι ενώ μιλάμε για έναν αναμφισβήτητα εξαιρετικό ποδοσφαιριστή, η όλη αντιμετώπιση που έχει λάβει δεν έχει συμβάλει στην εξέλιξη που μπορούσε να ‘χει λάβει.
Οι «αλχημείες» συνεχίστηκαν με τη χρησιμοποίηση του Άνταμ Άρμστρονγκ σε ρόλο αριστερού εξτρέμ. Γίνεται κατανοητό από εμένα πως ο Αυστριακός προσπάθησε να εκμεταλλευτεί την ταχύτητα και την εξαιρετική του τεχνική, δίχως όμως να τον βάζει στην κορυφή, για να παραμείνει ένα πιο «βαρύ» σκαρί όπως ο Τσε Άνταμς. Πράγμα που δεν βγήκε πάντως, μιας κι όσες φορές βρήκε δίχτυα φέτος, αγωνίστηκε στην κορυφή της επίθεσης.
Και να ήταν μόνο αυτά. Ο Μέιτλαντ-Νάιλς, παίκτης πολυεργαλείο μεν, χρησιμοποιείται μονίμως σαν αμυντικός χαφ δε, αλλά δίχως ιδιαίτερη επιτυχία. Γιατί να μην αγωνιζόταν ως δεξιός μπακ ήθελα να ήξερα, που ξέρει τη θέση καλύτερα κι από το Λιάνκο, που από στόπερ «βαφτίστηκε» δεξιός μπακ. Αυτό έγινε φυσικά λόγω τραυματισμών και αλχημειών που έκανε ο Χάζενχουτλ, αλλά σίγουρα ο πρώτος υπηρετεί καλύτερα τη θέση.
Ακόμα κι ο Τζο Αρίμπο, από τους φαινομενικά διασωθέντες φέτος, έχει παίξει σε κάθε θέση του κέντρου και της επίθεσης. Πως θα καταλάβει αυτός ο ποδοσφαιριστής δηλαδή τι πρέπει να προσφέρει, όταν παίζει στο κέντρο, παίζει δεκάρι, παίζει εξτρέμ, παίζει επιθετικός;
Όλο αυτό το μπέρδεμα, οι διαφορετικοί ρόλοι, τα διαφορετικά συστήματα, προφανώς κι έχουν προκαλέσει αμυντική ανισορροπία, καθώς κι επιθετική δυστοκία. Τα δώδεκα τέρματα τοποθετούν την ομάδα στην τέταρτη χειρότερη επίθεση του πρωταθλήματος, την ώρα που τις περασμένες σεζόν ο επιθετικός της «πλουραλισμός» ήταν το κύριό της όπλο. Μάλιστα, ποτέ δεν έχουν επιτευχθεί πάνω από δυο τέρματα, ενώ το «μηδέν» πίσω έχει εξασφαλιστεί μονάχα μια φορά. Στοιχεία που, όσο κι αν λες πως την ομάδα την «ξαναχτίζεις», μόνο αισιοδοξία δε σου εμπνέουν.
Όλα αυτά πάντως, σίγουρα δεν αναιρούν τις αδιαμφισβήτητες ικανότητες του Αυστριακού τεχνικού. Ίσα ίσα. Εκτός του ότι στήριξε την ομάδα σε μια πολύ δύσκολη συνολικά κατάσταση, παρότι μπορούσε να βρεθεί και σε καλύτερους συλλόγους, κατάφερε με ελάχιστα «υλικά» να κάνει τη Σαουθάμπτον ξανά έναν υπολογίσιμο αντίπαλο.
Αυτό δεν αναιρείται σε καμία περίπτωση, απλώς όπως ήλθαν τα πράγματα, είχε κλείσει ο κύκλος του στην ομάδα. Μέχρι στιγμής, δεν έχει γίνει γνωστός ο διάδοχός του. Γι’ αυτό και δεν μπορούμε να ξέρουμε καθαρά τι να περιμένουμε, αν και οι πρώτες πληροφορίες αναφέρουν πως είναι κοντά ο νεαρός τεχνικός της Λούτον, Νέιθαν Τζόουνς.
Όχι πως έχει τρομερή σημασία, μιας και προμηνυόταν ήδη από το καλοκαίρι μια δύσκολη σεζόν με όλες τις αλλαγές που γίνονταν. Ούτε οι στόχοι θα αλλάξουν, ούτε το πλάνο. Στο στρατόπεδο της Σαουθάμπτον ουσιαστικά ψάχνουν τον επόμενο «τιμονιέρη». Αυτόν που, μέσα από τα μεγάλα κύματα, δε θα επιτρέψει να βυθιστεί το πλοίο, αλλά θα το βοηθήσει να βρεθεί σε ήρεμα νερά, και στη συνέχεια να ακολουθήσει τη διαδρομή του. Και αυτός, είτε μας άρεσε είτε όχι, δεν ήταν ο Ραλφ Χάζενχουτλ.