Το πρωτάθλημα της Πρέμιερ Λιγκ θα κριθεί την τελευταία αγωνιστική, με την Άρσεναλ να βρίσκεται πίσω, όμως να κυνηγά ακόμα τη Μάντσεστερ Σίτι.
Ήταν 16 Μαΐου του 1999, σημαδιακά ακριβώς 25 χρόνια πριν από τη συγγραφή του παρακάτω κειμένου, από τη μέρα που η Άρσεναλ, τελευταία αγωνιστική του πρωταθλήματος, έπαιζε για τον τίτλο. Σε όλο αυτό το διάστημα, είτε τις φορές που στέφθηκε πρωταθλήτρια, είτε αυτές που κατέληξε στις πιο κάτω θέσεις, όλα είχαν κριθεί από πριν. Συμπτωματικά κι εκείνη τη χρονιά, την πρώτη των Λιούνγκμπεργκ και Κανού στην ομάδα, οι «Κανονιέρηδες» καθ’ όλη τη σεζόν κυνηγούσαν τον πρωτοπόρο. Βρέθηκαν 10οι, τερμάτισαν 6οι στο πρώτο μισό και με αντεπίθεση διαρκείας, κι ένα αήττητο σερί 19 παιχνιδιών, πάτησαν κορυφή τρεις αγωνιστικές πριν το τέλος.
Σε ένα όχι και τόσο απίστευτο σενάριο, ακριβώς τη στιγμή που η αυτοπεποίθηση πρέπει να ήταν στα ύψη, τη στιγμή που η ομάδα ένιωθε ανίκητη, τη στιγμή που ήταν τόσο κοντά να ολοκληρώσει έναν απίστευτο άθλο, η Άρσεναλ φιλοξενήθηκε στο Έλαντ Ρόουντ από την αδιάφορη Λιντς και ηττήθηκε (1-0) χάρη σε ένα τέρμα του Χάσελμπαϊνκ λίγο πριν το τέλος. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έκανε το χρέος της και με δύο επαγγελματικές νίκες στο φινάλε, η τελευταία με ανατροπή απέναντι στην Τότεναμ, κατάφερε να της «κλέψει» τον τίτλο, που άλλωστε έμοιαζε δικός της για σχεδόν μία ολόκληρη χρονιά!
Αυτές οι πραγματικά ατελείωτες ιστορίες του αγγλικού ποδοσφαίρου είναι πραγματικά διδακτικές, μας δίνουν την ευκαιρία να μένουμε μακρυά από την παραφιλολογία, κι ανάλογα με το… κέφι μας να βλέπουμε το ποτήρι μισοάδειο ή μισογεμάτο. Οι δηκτικές δηλώσεις του Ποστέκογλου μετά την εντός έδρας ήττα από τη Μάντσεστερ Σίτι, οι σποραδικοί πανηγυρισμοί από τους οπαδούς της ομάδας του για το διαφαινόμενο χαμένο πρωτάθλημα του αντιπάλου, τα σαθρά, όπως τα χαρακτήρισε ο Ελληνοαυστραλός προπονητής, θεμέλια του συλλόγου αφορούν την Τότεναμ, όχι την Άρσεναλ.
Προσωπικά χθες, βλέποντας αντικειμενικά έναν ωραίο αγώνα με ξεκάθαρη επιθυμία και των δύο προπονητών να κερδίσουν, έφτιαξα στο μυαλό μου ένα άλλο σενάριο: αυτό στο οποίο η Τότεναμ έπαιρνε την ισοπαλία, η Σίτι ξέφευγε στο σκορ από νωρίς απέναντι στη Γουέστ Χαμ και η αγχωμένη Άρσεναλ νικούσε με ένα τέρμα την Έβερτον, αλλά έχανε το πρωτάθλημα στη διαφορά των γκολ. Ναι, αυτών των γκολ που έναν μήνα πριν έμοιαζε σχεδόν αδύνατον, αν μπορούμε ποτέ να το πούμε αυτό για τη Σίτι του Γκουαρδιόλα, να την «πιάσει» η αντίπαλός της, ή και η Λίβερπουλ, που τότε μάλιστα προπορευόταν στη βαθμολογία.
Προσέξτε δεν αναφέρθηκα καν στην πιθανότητα η Άρσεναλ να στραβοπατήσει στο φινάλε, να πέσει στις αμυντικές παγίδες του Ντάις, να μην καταβάλει τη φορμαρισμένη Έβερτον των τεσσάρων νικών στα τελευταία πέντε παιχνίδια, που αν δεν είχε δεχθεί ποινή αφαίρεσης οκτώ βαθμών θα ήταν τώρα στο πρώτο μισό του πίνακα. Κατά κάποιον περίεργο τρόπο με κάνει να νιώθω μία συγκρατημένη αισιοδοξία το κυνήγι στο οποίο επιδίδονται οι «Κανονιέρηδες», όχι για το ότι θα πάρει τον τίτλο φυσικά, αλλά για το πόσο αποτελεσματική θα είναι στην τελευταία αγωνιστική. Άλλωστε πια δεν μπορεί να χάσει το πρωτάθλημα στην ισοβαθμία, αλλά μόνο να το κερδίσει!
Η Άρσεναλ μέσα στο 2024 έχει 15 νίκες σε 17 αγώνες, το στατιστικό από μόνο του είναι κάπως ακραίο, όπως ακραία σταθερές είναι και οι εμφανίσεις της μέσα στο γήπεδο. Δύσκολα μπορεί να υποστηρίξει ο οποιοσδήποτε ότι κάποια από αυτές τις 15 νίκες ήταν άδική, ή ακόμα και τυχερή. Σε όλο αυτό το διάστημα η ομάδα κυνηγούσε, αρχικά πρακτικά τη Λίβερπουλ και στη συνέχεια τη Μάντσεστερ Σίτι, ακόμα κι αν υπέθετε τη βαθμολογία της πριν αυτή οριστικοποιηθεί. Για να είμαστε δίκαιοι, τρεις από τις 15 νίκες ήρθαν με τους «Κανονιέρηδες» στην κορυφή: δύο απέναντι σε Τσέλσι και Μπράιτον, που βρέθηκαν σε τραγική μέρα, και μία απέναντι στη σαφώς πιο αδύναμη Λούτον.
Όχι πως τα παραπάνω παιχνίδια ήταν εύκολα ή αδιάφορα, όμως αναμφίβολα η στιγμή που πραγματικά η Άρσεναλ «αγκάλιασε» την πρώτη θέση, ήταν εκείνο το βασανιστικό δίωρο (και κάτι ψιλά), από τη γκέλα της Λίβερπουλ με την Κρίσταλ Πάλας μέχρι τη δική της από την Άστον Βίλα. Συμπτωματικά, ή και όχι, όπως είπαμε στην αρχή, τη στιγμή που έμοιαζε ανίκητη, σαρωτική, έτοιμη να ολοκληρώσει τον άθλο. Βαθμολογικά αυτή η ήττα δεν ήταν καταδικαστική – η ομάδα του Αρτέτα θα βρισκόταν στο ίδιο σημείο αν είχε φέρει μία ισοπαλία, που σίγουρα δεν θα μιλούσαμε για τόσο στραβοπάτημα, στην έδρα της Τότεναμ ή της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Γι’ αυτό επιλέγω να σταθώ στο χρονικό κι όχι στο αγωνιστικό κομμάτι.
«Θα ήταν δύσκολο να σταματήσουμε ακόμα και την Κ-14 της Σίτι από το να πάρει τον τίτλο. Θα χρησιμοποιήσω τη λέξη επαγγελματίας, αυτό θα είμαστε την τελευταία αγωνιστική. Θα προσπαθήσουμε και θα κάνουμε το καλύτερο που μπορούμε», θα αστειευτεί ο Μόις εν όψει του τελευταίου αγώνα της θητείας του στον πάγκο της Γουέστ Χαμ, αυτόν απέναντι στους «Πολίτες» στο κλείσιμο της αυλαίας της Πρέμιερ Λιγκ. Ο πολύπειρος Άγγλος τεχνικός δεν πετάει σε καμία περίπτωση λευκή πετσέτα, όμως παραδέχεται ρητά πως η κυνικότητα αυτής της Σίτι δεν έχει αποτελεσματικό τρόπο αντιμετώπισης, δεν προκύπτει μέσα από την τακτική ή ακόμα και τη φόρμα. Προσπαθείς για το καλύτερο και ελπίζεις να έχεις και την τύχη στο πλευρό σου.
Ο Γκουαρδιόλα έχει βαλθεί να καταρρίψει και την καθιερωμένη πια άποψη ότι «στην Πρέμιερ Λιγκ δεν υπάρχουν εύκολα παιχνίδια», και μάλιστα τραβάει σε αυτό και τους αντιπάλους του, όπως φανερώνει και η φόρμα της Άρσεναλ. Ωστόσο μιλάμε για το πρωτάθλημα το οποίο πριν λίγα χρόνια πήρε η Λέστερ, το πρωτάθλημα στο οποίο η πρώτη ήττα της πρωταθλήτριας Λίβερπουλ ήρθε από την υποβιβασμένη Γουότφορντ, το πρωτάθλημα το οποίο για να κατακτήσει πρώτη φορά και η ίδια η Σίτι, βρέθηκε να χάνει στις καθυστερήσεις από την τέταρτη από το τέλος Κουίνς Παρκ Ρέιντζερς!
Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία. Για κάποιους «πέθανε» στο άστοχο πλασέ του Σον, που τόσα και τόσα τέτοια γκολ έχει πετύχει στη ζωή του. Για μένα όμως εκείνη η στιγμή αποτέλεσε αφορμή να αναλογιστώ τον παράγοντα τύχη. Λίγο μετά την ολοκλήρωση της μίας ώρας παιχνιδιού μεταξύ Τότεναμ και Σίτι, ο Ρομέρο συγκρούστηκε με τον Έντερσον, που αναγκάστηκε να δεχθεί τις πρώτες βοήθειες του ιατρικού τιμ για να συνέλθει. Όλα έμοιαζαν εντάξει, όμως στο πρώτο του διώξιμο μετά την επανέναρξη του αγώνα φάνηκε να παραπατά, στα μάτια κάποιου, σαν του Έλληνα εκφωνητή καλή ώρα, ζαλισμένος. Ο Γκουαρδιόλα δεν το σκέφτηκε στιγμή και αποφάσισε να τον αντικαταστήσει με τον Ορτέγκα, κάτι που μόλις αντιλήφθηκε ο Βραζιλιάνος πορτιέρε έγινε έξαλλος – δεν μπορώ να θυμηθώ τέτοια αντίδραση απέναντι στον Καταλανό τεχνικό κατά την παρουσία του στην Αγγλία.
Το «άστρο» του Ορτέγκα όμως έμελλε να λάμψει. Πρώτα αντέδρασε σωστά στις δύο ευκαιρίες του Κουλουσέφσκι και μόλις… ζεστάθηκε, έκανε ίσως την επέμβαση της σεζόν για την ομάδα του, σχεδόν χαρίζοντάς της ένα ακόμα πρωτάθλημα. Δεν γίνεται να μην σκεφτείς πως ένα από τα τρία ο Έντερσον θα το έτρωγε, ακόμα και η στατιστική υποδεικνύει πως αυτές οι ευκαιρίες αποφέρουν 1,26 τέρματα, όχι μηδέν. Κι όμως ο Γερμανός δεν επηρεάστηκε από την απροσδόκητη παρουσία του κάτω από τα δοκάρια, από την υπερβολική αντίδραση του συναδέλφου του, ακόμα κι από τον σοκαρισμένο προπονητή και τους συμπαίκτες του, και έγινε ήρωας. Την ιστορία τη γράφουν πάντα οι παρόντες.
Για τους φίλους της Άρσεναλ, στους οποίους προσωπικά ανήκω, θα ήταν ουτοπικό να ζητήσεις 17 νίκες σε 18 αγώνες, θα έμοιαζε με αχαριστία απέναντι στην προσπάθεια της ομάδας. Πέρυσι έμεινε πρώτη για 27 αγωνιστικές, όταν ζορίστηκε όμως «αυτοκτόνησε». Και πριν από 25 χρόνια, ακόμα και φέτος, όταν πήρε βραχεία κεφαλή στην κούρσα, «έκοψε» ταχύτητα. Οι πιθανότητες είναι συντριπτικά κατά της, όμως το κυνήγι μοιάζει να της ταιριάζει, το κυνήγι που δεν έχει τελειώσει ακόμα. Ίσως στην περίπτωσή της το κυνήγι για την ευτυχία να έχει περισσότερη σημασία κι από την ίδια την ευτυχία…