Ιρλανδός που έχει φορέσει το περιβραχιόνιο της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και θεωρείται από τους κορυφαίους παίκτες στην ιστορία της χώρας του; Όχι δεν λέμε για τον Ρόι Κιν, αλλά για τον Ντένις Έργουιν!
Σε ένα από τα πολλά πάνελ που έχουν βρεθεί ο Ρόι Κιν με τον Γκάρι Νέβιλ, ο πρώτος ανέφερε πως ο επί χρόνια συγκάτοικος του, Ντένις Έργουιν, τον ενοχλούσε. Ο δεύτερος έσπευσε να τον διακόψει, αντιτάσσοντας: «Απλά για να ξέρετε, ο Ντένις Έργουιν είναι ο καλύτερος, πιο ευχάριστος και ήρεμος μάγκας που θα συναντήσεις ποτέ σου». Με τον Κιν να του απαντά: «Δεν είπα ότι δεν είναι όλα αυτά, όντως είναι. Αλλά ήταν ενοχλήτικός!».
Η αλήθεια είναι ότι το να ενοχλήσει κάποιος τον Κιν ίσως να μην είναι και το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο. Αλλά να σε αποθεώνει μαζί με τον Νέβιλ, σίγουρα είναι κάτι σημαντικό. Όπως και να σε χαρακτηρίζει ο Σερ Άλεξ Φέργκιουσον ως την «πιο επιτυχημένη μεταγραφή του, λίρα προς λίρα». Γιατί αποδεδειγμένα ο Έργουιν είναι ένας από τους πιο επιτυχημένους Ιρλανδούς της ποδοσφαιρικής ιστορίας από πλευράς τίτλων. Κι όλα αυτά, όντας ένας πραγματικός αντί-σταρ!
Αλλά ας τα πάρουμε από την αρχή. Ο Ντένις γεννήθηκε στο Κορκ της Ιρλανδίας το 1965. Ήταν ένας εξαιρετικός μαθητής, ο οποίος πέραν από το άθλημα που τελικά ακολούθησε, είχε διαπρέψει στις μικρές ηλικίες τόσο στο γαελικό ποδόσφαιρο όσο και το χέρλινκ (παραδοσιακά ιρλανδικά αθλήματα). Όταν έφτασε η ώρα να επιλέξει τι θα κάνει στη ζωή του, προς έκπληξη πολλών (και απογοήτευση αρκετών στο περιβάλλον του) επέλεξε να ασχοληθεί επαγγελματικά με το ποδόσφαιρο. Αρκετοί πίστεψαν ότι ο νεαρός Ιρλανδός θα αποτύχει και θα γυρίσει άμεσα στο Κορκ, έχοντας πετάξει την ευκαιρία να πάει στο πανεπιστήμιο ή να γίνει το νέο μεγάλο αστέρι της χώρας στον πιο «παραδοσιακό» αθλητισμό.
Η Λιντς Γιουνάιτεντ ήταν η ομάδα που πόνταρε πρώτη στο ταλέντο του και του έδωσε την ευκαιρία να κάνει το ντεμπούτο του στις επαγγελματικές κατηγορίες του αγγλικού ποδοσφαίρου το 1983. Η θέση του στο γήπεδο ήταν αυτή του δεξιού μπακ και ως τέτοιος έγινε γνωστός στο Νησί, όμως τα πράγματα δεν ήταν ακριβώς έτσι όπως θα δούμε κι αργότερα. Στα «Παγώνια» έπαιξε έως το 1986, καταγράφοντας 72 συμμετοχές και ένα τέρμα. Όταν το συμβόλαιο του έληξε, η Όλνταμ τον έκανε δικό της, καταφέρνοντας παρά την χαμηλή δυναμική της, να απογειώσει την καριέρα του.
Στο προάστιο του Μάντσεστερ έμεινε μέχρι το 1990 και ήταν από τους βασικούς λόγους που η ομάδα του έφτασε τόσο στον τελικό του Λιγκ Καπ (ηττήθηκε από την Νότιγχαμ Φόρεστ 1-0) όσο και στα ημιτελικά του FA Cup το 1990. Η Όλνταμ αποκλείστηκε από την μετέπειτα ομάδα του Έργουιν, τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, και τα μεταξύ τους παιχνίδια ήταν από τους λόγους που ο Σερ Άλεξ αποφάσισε να πληρώσει 625.000 λίρες (ένα πολύ σημαντικό ποσό για την εποχή) για να τον αποκτήσει. Παράλληλα, το 1990 ο Ιρλανδός καλείται για πρώτη φορά στην εθνική της χώρας του, όντας μόλις λίγες μέρες «Κόκκινος Διάβολος».
Στη Γιουνάιτεντ περνάει τις πρώτες του σεζόν ως το βασικό δεξί μπακ της ομάδας, την εποχή που η ομάδα έχει ξεκινήσει την αντεπίθεση της ώστε να γίνει μετά από πολλά χρόνια μια κραταιά δύναμη στο αγγλικό ποδόσφαιρο. Την επόμενη χρονιά όμως συνέβη κάτι που έμελλε να του αλλάξει την καριέρα. Η Γιουνάιτεντ αποκτά τον Πολ Πάρκερ από την Κουίνς Παρκ Ρέιντζερς για σχεδόν 2,5 εκ. λίρες και ξαφνικά στο ρόστερ βρίσκονται δύο ισάξια δεξιά μπακ, που διεκδικούν θέση στην βασική ενδεκάδα.
Ταυτόχρονα όμως, οι αριστεροί μπακ (Ντόναχι και Μπλάκμορ), δεν έπιαναν τα ίδια επίπεδα απόδοσης. Τότε λοιπόν καρφώνεται στον «Φέργκι» μια φαεινή ιδέα, που όταν την «αντέγραψε» (είχε ήδη καθιερωθεί σαν θέση στο σύγχρονο ποδόσφαιρο) χρόνια αργότερα ο Πεπ Γκουαρδιόλα χαρακτηρίστηκε ως ιδιοφυία: πέρασε τον Έργουιν στο αριστερό άκρο της άμυνας, όπου έπαιζε με ανάποδο πόδι, δημιουργώντας τον πρώτο σύγχρονο inverted full-back στο αγγλικό ποδόσφαιρο.
Για όσους δεν τον έχουν προλάβει να παίζει, ο Ιρλανδός ήταν στην πραγματικότητα ένας από τους πληρέστερους full-back που γνώρισε το Νησί. Ικανός και με τα δύο πόδια, ήρεμος, δυνατός αλλά σχεδόν ποτέ αντιαθλητικός, τρομερά σταθερός στην απόδοση του και με πολύ καλά χτυπήματα σε στημένες μπάλες, υπήρξε ο βασικός αριστερός μπακ της Γιουνάιτεντ, που κυριάρχησε στο αγγλικό ποδόσφαιρο την δεκαετία του 1990. Στα χρόνια που έμεινε στο Ολντ Τράφορντ κατάφερε να συμπληρώσει 504 συμμετοχές, πετυχαίνοντας 33 τέρματα (ένα εξαιρετικά υψηλό νούμερο για παίχτη της θέσης του). Ταυτόχρονα, κατάφερε να κερδίσει εφτά πρωταθλήματα, τρία FA Cup κι ένα Τσάμπιονς Λιγκ, μεταξύ άλλων!
Συνεχίζοντας τη συζήτηση που αναφέρθηκε στην αρχή, ο Κιν υποστήριξε πως ο Έργουιν αν έπαιζε ποδόσφαιρο στο σήμερα θα ήταν ένας παίκτης παγκόσμιας κλάσης και αναγνώρισης, κυρίως λόγω της ποιότητας που είχε στο παιχνίδι του, αλλά και της προσαρμοστικότητας του να εξυπηρετήσει σχεδόν κάθε ρόλο που θα του ανέθετε ο προπονητής του.
Το 2002 ήταν και η τελευταία εμφάνιση του Έργουιν στη Γιουνάιτεντ (με τον Σερ Άλεξ να του δίνει το περιβραχιόνιο ως φόρο τιμής για την προσφορά του στην ομάδα στο ισόπαλο 0-0 με την Τσάρλτον) , πριν ολοκληρώσει το τελευταίο του συμβόλαιο και υπογράψει στη Γουλβς, που τότε αγωνιζόταν στην Τσάμπιονσιπ. Εκεί έπαιξε για άλλα δύο χρόνια ποδόσφαιρο, παίζοντας στη θέση την οποία συστήθηκε στο κοινό του αγγλικού ποδοσφαίρου, αυτή του δεξιού μπακ, βοηθώντας τους «Λύκους» να κερδίσουν την άνοδο στην Πρέμιερ Λιγκ με την πρώτη του σεζόν. Μετά από 81 συμμετοχές, αποφάσισε να αποσυρθεί από την ενεργό δράση, με τον ίδιο διακριτικό τρόπο που υπηρέτησε το ποδόσφαιρο όσο ήταν ενεργός.
Ταυτόχρονα, με την εθνική ομάδα της Ιρλανδίας κατέγραψε 56 συμμετοχές μεταξύ 1990 και 1999. Ήταν αρκετά άτυχος ώστε να πέσει σε μια περίοδο που η Ιρλανδία δεν είχε ανταγωνιστική ομάδα ώστε να διακριθεί και σε αυτό το επίπεδο. Παρ’ όλα αυτά, ήταν σταθερά από τους κορυφαίους της χώρας του και δικαίως θεωρείται από τους καλύτερους παίκτες που φόρεσαν την φανέλα της.
Βλέποντας την καριέρα του Έργουιν και καταλαβαίνοντας πόσο σημαντικός ήταν στις ομάδες που συμμετείχε, δεν μπορεί κανείς παρά να αναρωτηθεί γιατί ο Ιρλανδός δεν αναφέρεται πιο συχνά σε συζητήσεις ή αναλύσεις σχετικά με τα κατορθώματα των «Κόκκινων Διαβόλων» εκείνης της εποχής. Ένας από τους βασικότερους συντελεστές του τρεμπλ της Γιουνάιτεντ της σεζόν 1998/99, από τις πιο σταθερές μονάδες για όποια ομάδα κι αν αγωνίστηκε κι ένα πολυεργαλείο που έκανε στο γήπεδο κυριολεκτικά ότι του ζητούσε ο προπονητής του με μεγάλη επιτυχία.
Η απάντηση λοιπόν κρύβεται στην ιδιοσυγκρασία και τον χαρακτήρα του. Ένας άνθρωπος ήπιων τόνων, επαγγελματίας που ποτέ δεν ήθελε να τραβήξει τα «βλέμματα» του Τύπου, ακόμα και για τις εμφανίσεις του εντός του γηπέδου. Ήταν πάντα το λαϊκό παιδί από το Κορκ, που κάποιοι πίστευαν ότι θα επιστρέψει εκεί μετά την αποχώρηση του και δεν τους διέψευσε, αλλά το έκανε με μια καθυστέρηση 22 ετών και με πολλές επιτυχίες να τον ακολουθούν. Όπως δήλωσε πρόσφατα ο Πολ Ινς για αυτόν: «Μπορεί ποτέ να μην έλαβε τους διθυράμβους που άξιζε, αλλά ήταν σίγουρα από τους σπουδαιότερους παίκτες όλων των εποχών στην Αγγλία!».