Εντυπωσίασε στα μέρη μας, έφτασε μέχρι την Χαλ και την Λέστερ και στα 37 ο Έλντιν Γιακούποβιτς πήρε και τρίτη ευκαιρία στην Πρέμιερ Λιγκ.
Ο Έλντιν Γιακούποβιτς γεννήθηκε την δεύτερη ημέρα του Οκτώβρη το 1984 στο μικρό Κόζαρατς της -τότε- Γιουγκοσλαβίας. Ένα μικρό χωριό κοντά στα σύνορα με την Κροατία. Σε αυτό το κομμάτι της σημερινής Βοσνίας, σήμερα, κατοικούν ως επί το πλείστον, Σέρβοι, οι οποίοι έχουν δημιουργήσει το δικό τους «κρατίδιο», γνωστό ως Σέρβικη Δημοκρατία της Βοσνίας.
Σε αυτή την κοινότητα υπαγόταν και η οικογένεια Γιακούποβιτς, η οποία όμως μετά την έναρξη του Βοσνικού Πολέμου, αποφάσισε να φύγει από το Κόζαρατς και να εγκατασταθεί παρέα με άλλους Σερβοβόσνιους στην Ελβετία και την Ζυρίχη. Σε ένα νέο περιβάλλον, σε μια νέα χώρα και ομιλώντας μια εντελώς διαφορετική γλώσσα, ο μικρός Έλντιν, ωθήθηκε στο ποδόσφαιρο ώστε να βρει τον δικό του τρόπο επικοινωνίας με τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας του.
Οι παρέες του, τον οδήγησαν στην ακαδημία της Γκρασχόπερς, μια εκ των ιστορικότερων ομάδων της πόλης και πολλάκις πρωταθλήτρια Ελβετίας. Οι «Χόπερς» άλλωστε, βρίσκονταν εκείνη την εποχή σε μια «χρυσή» περίοδο, όπου είχαν κατακτήσει πέντε πρωταθλήματα σε μια δεκαετία, αγωνίζονταν τακτικά στην Ευρώπη, είχαν φτάσει στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ και αποκτούσαν σταδιακά την φήμη του «selling club» σε ανώτερα πρωταθλήματα.
Γνωστή λοιπόν και για τις εξαιρετικές της ακαδημίες, η απόφαση είχε ληφθεί. Ο Γιακούποβιτς, ήξερε ότι εκεί θα «καλλιεργήσει» το ποδοσφαιρικό του ταλέντο. Και το έκανε. Μέχρι τα 20 του, πέρασε από όλες τις ηλικιακές κατηγορίες του συλλόγου και το 2004 υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο. Τότε ήταν που πήρε και τις πρώτες του συμμετοχές στην πρώτη ομάδα.
Ήταν το καλοκαίρι του 2004, όπου η ομάδα φέρνει κάτω από τα γκολπόστ τον πρώην τερματοφύλακα της Τσέλσι, Μάρκο Αμπρόζιο. Ο Ιταλός, είχε αποχωρήσει από το Λονδίνο με την ταμπέλα της πιο flop μεταγραφής, αφού είχε υποπέσει σε σωρεία λαθών στις μόλις οκτώ εμφανίσεις του που πραγματοποίησε με την ομάδα του Κλαούντιο Ρανιέρι. Η Ελβετία και δη η Γκρασχόπερς έμοιαζε εξαιρετική λύση για να επαναφέρει την καριέρα του στον «ίσιο δρόμο», αφού θα ήταν αδιαμφισβήτητα η κυρίαρχη επιλογή.
Στην αρχή έτσι έμοιαζε ότι θα κυλήσει η ιστορία. Αμ δε! Με τους Ελβετούς να έχουν μόλις πέντε νίκες σε 22 παιχνίδια και τον Ιταλό τερματοφύλακα να συνεχίζει τα απανωτά λάθη, είχε έρθει η ώρα του νεαρού Γιακούποβιτς να «λάμψει». Αγωνίστηκε και στα εναπομείναντα έντεκα παιχνίδια της Γκρασχόπερς, με την ομάδα να χάνει μόνο ένα παιχνίδι και αυτό από την Γιούνγκ Μπόις στο… νήμα.
Χάρη σε αυτό το «τρομακτικό» σερί, ο σύλλογος τερμάτισε στην τρίτη θέση, κέρδισε το εισιτήριο για το Κύπελλο UEFA, όμως ο Γιακούποβιτς είχε «σαγηνευτεί» από μια άλλη ομάδα, η οποία είχε κάνει την μεγάλη έκπληξη εκείνη την χρονιά. Ο λόγος για την τρομερή Τουν του Ουρς Σένενμπεργκ, η οποία είχε «κλέψει» τις καρδιές όλης της ποδοσφαιρικής Ελβετίας, κερδίζοντας την έξοδο στα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ, κατακτώντας την δεύτερη θέση στο πρωτάθλημα.
Ο Γιακούποβιτς, έχοντας εγγυημένη θέση βασικού, δεν το σκέφτηκε πολύ. Μετακόμισε στην δευτεραθλήτρια της χώρας, κάνοντας μάλιστα ντεμπούτο στα προκριματικά της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης. Ήταν εκείνο το εκτός έδρας 2-2 απέναντι στην Ντιναμό Κιέβου, με τα δυο τέρματα αυτά, να είναι τα μοναδικά που δέχτηκε στην διαδικασία των προκριματικών. Η εντός έδρας νίκη επί των Ουκρανών αλλά και η επικράτηση επί της Μάλμε στον επόμενο γύρο, έφερε τους μικρούς Ελβετούς για πρώτη φορά στην φάση των ομίλων.
Άρσεναλ, Άγιαξ και Σπάρτα Πράγας οι αντίπαλοι στον δεύτερο όμιλο του Τσάμπιονς Λιγκ, με την Τουν εν τέλει να κατακτά την τρίτη θέση και να κερδίζει το εισιτήριο για τους «16» του Κυπέλλου UEFA. Οι εξαιρετικές εμφανίσεις του Βόσνιου, προξένησαν μεγάλο ενδιαφέρον από διάφορους συλλόγους ανά την Ευρώπη. Τελικά, ο επόμενος του σταθμός, θα ήταν η Μόσχα και η Λοκομοτίβ.
Μετά τον αποκλεισμό από το Αμβούργο στην φάση των «16» του Κυπέλλου UEFA, οι Ρώσοι προσέφεραν δυο εκατομμύρια ευρώ και τον έφεραν τον Μάρτιο στην Μόσχα. Άλλο όμως Ευρώπη και άλλο… Ρωσία. Στην κρύα κι αφιλόξενη πρωτεύουσα ο πανύψηλος πορτιέρε δυσκολεύτηκε να προσαρμοστεί. Ο Αλεξέι Παλιούκοφ είχε πάρει την φανέλα βασικού σπίτι και ο Γιακούποβιτς δεν μπόρεσε ποτέ να «τρυπώσει» στην ενδεκάδα.
Η κατάσταση πήγε να ανατραπεί την επόμενη σεζόν υπό τις οδηγίες του Ανατόλι Μπισόβετς, αφού ξεκίνησε βασικός την ποδοσφαιρική σεζόν της Ρωσίας (τότε το πρωτάθλημα ξεκινούσε Μάρτιο και τελείωνε Νοέμβριο), ωστόσο την εμφάνισή τους έκαναν σημάδια, που προοικονομούσαν παλιννόστηση. Στις 30 Ιουνίου του 2007, πραγματοποιήθηκε η τελευταία εμφάνιση του Γιακούποβιτς με την φανέλα της Λοκομοτίβ.
Η επιθυμία του να γυρίσει ήταν τόσο μεγάλη, που ανάγκασε την ομάδα της Μόσχας να δώσει το «ΟΚ» για διετές δανεισμό πίσω στην Γκρασχόπερς. Μόλις ολοκληρώθηκε ο αγώνας με την Κρίλια Σοβέτοφ, έσπευσε στο αεροδρόμιο και την 1η Ιουλίου επέστρεψε και επίσημα στην ομάδα που ξεκίνησε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα. Στα δυο χρόνια που παρέμεινε εκεί, η «σημαία» παρέμεινε μόνιμα κάτω από τα γκολπόστ.
Τόσο ο Φάμπιο Κολτόρτι, όσο και ο Μασίμο Κολόμπα παρέμεναν στον πάγκο, όσο ο Γιακούποβιτς βρισκόταν στον σύλλογο, με τον ίδιο μάλιστα να κάνει και το ντεμπούτο του με την εθνική ομάδα της δεύτερης πατρίδας του, Ελβετίας. Συμπεριλήφθηκε μάλιστα και στην τελική προεπιλογή του Euro 2008, αλλά το ντεμπούτο του το έκανε λίγο αργότερα, σε ένα φιλικό με αντίπαλο την Κύπρο. Αυτή ήταν και η μοναδική του εμφάνιση με το εθνόσημο στο στήθος.
Κατόπιν αποσύρθηκε από την εθνική ομάδα, λόγω «οικογενειακών προβλημάτων», όμως στην ουσία η οικογένεια Γιακούποβιτς νεύριασε με τον υιό τους, όταν εκείνος απέρριψε την κλήση της «μαμάς» Βοσνίας για χάρη της Ελβετίας. Τα «προβλήματα» δεν σταμάτησαν εκεί. Όλα έγιναν χειρότερα, όταν η Γκρασχόπερς αδυνατούσε να καλύψει την αγορά του από την Λοκομοτίβ Μόσχας κι έτσι αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Ρωσία, γεγονός που δεν τον χαροποίησε καθόλου.
Ξεκίνησε να ψάχνει για τον νέο του ποδοσφαιρικό σταθμό, βρέθηκε μια «ανάσα» μακρυά από την Τότεναμ, ωστόσο γραφειοκρατικά προβλήματα με άδεια και βίζα δεν μπόρεσαν να επιλυθούν εγκαίρως. Υπό αυτό το πρίσμα, «ξέμεινε» στην Μόσχα, παραγκωνισμένος από τον σύλλογο κι έχοντας συνεχείς αψιμαχίες με τον προπονητή, Γιούρι Σεμίν.Το συμβόλαιο του εξέπνευσε τον χειμώνα του 2010, και αφότου πέρασε σχεδόν ένα εξάμηνο σε απραγία, ήρθε η ώρα να επιστρέψει στην ενεργό δράση!
Αυτή τη φορά, η μοίρα τον έφερε στην Ελλάδα και τον όμορφο Βόλο. Εκεί που ο τοπικός Ολυμπιακός του Αχιλλέα Μπέου, ερχόταν με «φόρα» στην Σούπερ Λιγκ, έτοιμος να κλέψει την παράσταση. Με προπονητή τον Σάκη Τσιώλη αρχικά και τον Μάκη Κατσαβάκη εν συνεχεία, η θεσσαλική ομάδα σημείωσε ένα τρομερό για την εποχή επίτευγμα.
Έχοντας μια εξαιρετική φουρνιά παικτών από την Αργεντινή (Χουάν Μάρτιν, Μόνχε, Αλβάρεζ), παίκτες-προϊόντα εξαιρετικού σκάουτινγκ (Σανκαρέ, Σελέζι, Ντολεζάι, Μπρέσκα) αλλά κι έμπειρους Έλληνες παίκτες «γοήτευσε» την ποδοσφαιρική Ελλάδα κατακτώντας την πέμπτη θέση. Πρώτος σε λεπτά συμμετοχής εκείνη την σεζόν; Φυσικά ο Γιακούποβιτς με 3187, έχοντας στείλει μεταξύ πάγκου και εξέδρας τους Χοσέ Μανουέλ Ρόκα και Ηλία Μαρούλη.
Ο Ολυμπιακός Βόλου βγήκε για πρώτη φορά στην Ευρώπη, απέκλεισε κατά σειρά τις Ραντ Βελιγραδίου και Ντιφερντάνζ και λίγο πριν το μεγάλο ευρωπαϊκό ραντεβού απέναντι στην Παρί Σεν Ζερμέν, ήρθε η αποκάλυψη του τεράστιου σκανδάλου «Κοριόπολις» που συγκλόνισε την Ελλάδα. Η UEFA απέβαλλε τον σύλλογο, η Σούπερ Λιγκ το ίδιο, με αποτέλεσμα να υποβιβαστεί στην Δ’ Εθνική και όλοι οι παίκτες να αποχωρήσουν κακήν κακώς, ως ελέυθεροι.
Ξαφνικά ο Γιακούποβιτς βρέθηκε στον Άρη, ως τρίτος τερματοφύλακας, πίσω από τους Σηφάκη και Βελλίδη. Δεν κατάφερε ποτέ να καθιερωθεί και απλώς περίμενε την επόμενη μεταγραφική περίοδο να εξετάσει προσεκτικά τις επιλογές του. Ο Γενάρης ήρθε, οι προτάσεις υπήρχαν, αλλά δεν ταίριαζαν στα θέλω του Ελβετού διεθνή.
Ο Γιακούποβιτς είχε την υπομονή να περιμένει ακόμη κι όταν έκλεισε το μεταγραφικό «παράθυρο» και δικαιώθηκε. Στις 20 Μαρτίου του 2012, η Χαλ τον καλεί για δοκιμή, αυτός εντυπωσιάζει σε φιλικό αγώνα τον προπονητή, Νικ Μπάρμπι, όμως λίγο αργότερα ο ίδιος απολύεται από τις «Τίγρεις» και η συμφωνία πέφτει στο κενό. Ακολούθησε ένα ακόμη δοκιμαστικό με την Ίπσουιτς στο οποίο όμως δεν επετεύχθη κάποια συμφωνία.
Τελικά τον Ιούλιο, η Χαλ επέστρεψε, του πρότεινε διετές συμβόλαιο συνεργασίας και αποτέλεσε την πρώτη προσθήκη του Στιβ Μπρους στον σύλλογο. Έκανε ντεμπούτο σε ένα φιλικό απέναντι στην Νόρθ Φέριμπι, ενώ το ντεμπούτο του στις επίσημες διοργανώσεις, έγινε λίγο πριν τα Χριστούγεννα με αντίπαλο την Ντέρμπι Κάουντι. Αγωνίστηκε άλλες τέσσερις φορές, στις τρεις εκ των οποίων διατήρησε και απαραβίαστη την εστία του, όντας ο ορισμός του αξιόπιστου δεύτερου τερματοφύλακα.
Όποτε χρειάστηκε ήταν εκεί, έδωσε το παρόν με σπουδαίες εμφανίσεις (σε ένα παιχνίδι απέναντι στην Άρσεναλ έκανε δώδεκα επεμβάσεις και διατήρησε το μηδέν), αγωνίστηκε μάλιστα και μισή χρονιά στην Λέιτον Όριεντ ως δανεικός, ενώ ανταμείφθηκε στην τελευταία του χρονιά, με 22 συμμετοχές στην Πρέμιερ Λιγκ. Το καλοκαίρι του 2017 και μετά τον υποβιβασμό της Χαλ από την Πρέμιερ Λιγκ, πήρε ακόμη μια σπουδαία μεταγραφή, αυτή την φορά για την Λέστερ, στο πλευρό των Κάσπερ Σμάιχελ και Ντάνι Γουάρντ.
Με τις «Αλεπούδες» έκανε το ντεμπούτο του στο FA Cup, σε ένα παιχνίδι απέναντι στην Φλίτγουντ. Σε εκείνο το παιχνίδι, η Λέστερ μπορεί να μην σκόραρε, αλλά ο Γιακούποβιτς δεν δέχθηκε τέρμα. Αποτέλεσμα της λευκής ισοπαλίας, φυσικά ο επαναληπτικός αυτή τη φορά στο Κινγκ Πάουερ, με τον Γιακούποβιτς να κρατάει και πάλι απαραβίαστη την εστία του και την ομάδα του να παίρνει την πρόκριση. Ως ανταμοιβή μάλιστα αγωνίστηκε στα δυο τελευταία ματς πρωταθλήματος απέναντι σε Άρσεναλ και Τότεναμ.
Απέναντι στους «Κανονιέρηδες» κατέγραψε άλλη μια εξαιρετική εμφάνιση, με την Λέστερ να επικρατεί με 3-1, ενώ ιδιαίτερο συγκλονιστική -από πλευράς θεάματος- ήταν και η ήττα με 5-4 από τα «Σπιρούνια». Από τότε είχε να εμφανιστεί στο προσκήνιο ο συμπαθέστατος Γιακούποβιτς, ο οποίος αποχώρησε από το Λέστερ μόλις πριν από έναν μήνα, όταν και έληξε το συμβόλαιο του.
Σε ηλικία πλέον 37 ετών, δεν μπορεί να πει κανείς ότι κυνήγησε τον επόμενο σταθμό της καριέρας του. Τελικά έγινε το αντίθετο. Ο τραυματισμός των Τζόρτνταν Πίκφορντ και Άντι Λόνεργκαν, άφησαν τη Έβερτον μόνο με τον Ασμίρ Μπέγκοβιτς στον «άσσο», ο οποίος αγωνίστηκε βασικός απέναντι στην Γουέστ Χαμ. Ο Γιακούποβιτς κάθισε στον πάγκο για πρώτη φορά μετά τον περασμένο Απρίλιο και δεν αποκλείεται να πάρει την ευκαιρία του και στα «Ζαχαρωτά».
Διαβάστε αφιερώματα ακόμα και για τις ερασιτεχνικές κατηγορίες: Γιορκ Σίτι: Τρεις λόγοι αισιοδοξίας στην Παλαιά Υόρκη