Σε κάθε μεγάλη διοργάνωση η εθνική Αγγλίας παρουσιάζεται ως φαβορί, αλλά καταλήγει να αποκλείεται πικρά. Σε μία τέτοια περίσταση στο Euro του 1988 o Τόνι Άνταμς έπιασε πάτο!
«Το 1988 ήμουν ο αρχηγός της Άρσεναλ και ηγέτης της αμυντικής γραμμής της εθνικής. Μπορούσα όμως να περπατήσω στην Όξφορντ Στριτ και ούτε ένας άνθρωπος δεν θα με ενοχλούσε. Σήμερα θα με ποδοπατούσαν για μια σέλφι. Αυτό φέρνει φόβο στους σημερινούς παίκτες και στην προσπάθεια να προστατευθούν κλείνονται στον εαυτό τους και αποσπώνται από την πραγματικότητα. Δυστυχώς όμως κι εγώ τότε είχα άλλους δαίμονες να αντιμετωπίσω». Και κάπως έτσι ξεκινά η ιστορία του Τόνι Άνταμς πριν το Euro του 1988.
Την πρώτη ημέρα εκείνης της αποφράδας, για την εθνική Αγγλίας, χρονιάς ο Άνταμς έγραφε ιστορία. Σε ηλικία μόλις 21 χρονών φορούσε για πρώτη φορά το περιβραχιόνιο της Άρσεναλ, κάτι που δεν θα αποχωριζόταν ποτέ μέχρι το τέλος της καριέρας του. Οι «Κανονιέρηδες» βέβαια δεν ήταν τότε αυτό που γνωρίζουμε σήμερα, ούτε καν αυτό που πέρασε στις συνειδήσεις των ποδοσφαιρόφιλων ο σπουδαίος Αρσέν Βενγκέρ. Υπό τον Τζορτζ Γκρέιαμ η ομάδα ήταν σκληροτράχηλη και φημιζόταν για την αμυντική της προσήλωση και την τελειοποίηση της παγίδας οφσάιντ!
Άλλωστε μεγαλύτεροι αστέρες θεωρούνταν οι «Famous Four», η διαβόητη αμυντική τετράδα των Μπουλντ, Γουάιντερμπερν, Ντίξον και φυσικά Άνταμς. Η Άρσεναλ δεν έκανε βέβαια τότε (1987/88) καμία σπουδαία πορεία, αφού κατέληξε 6η, όμως ο νέος της αρχηγός, που λίγους μήνες νωρίτερα είχε κάνει ντεμπούτο με τα «Τρία Λιοντάρια», είχε ήδη εδραιωθεί ως το μέλλον της άμυνας της χώρας. Όπως ήταν αναμενόμενο κλήθηκε στην αποστολή για το Euro του 1988 στη Δυτική Γερμανία. Δεν ήξερε όμως πως εκεί θα ζούσε μια «κόλαση».
Σε έναν πλήρως ανταγωνιστικό όμιλο με Σοβιετική Ένωση, Ολλανδία και Ιρλανδία, ο αγώνας της πρεμιέρας με την άσπονδη γειτόνισσα θα έκρινε σε μεγάλο βαθμό την πορεία της Αγγλίας στο τουρνουά. Οι Ιρλανδοί χτύπησαν νωρίς, μόλις στο 6′, και με το τέρμα του Ρέι Χιούτον αιφνιδίασαν την υπεροπτική αντίπαλό τους και άντεξαν μέχρι το τέλος, πραγματοποιώντας την απόλυτη έκπληξη, στη μοναδική νίκη τους σε επίσημη διοργάνωση απέναντι στην Αγγλία μέχρι και σήμερα!
Ο Άνταμς μπορεί σε αυτόν το παιχνίδι να έγινε ο πρώτος παίκτης των «Τριών Λιονταριών» που αγωνίζεται σε μεγάλη διοργάνωση και είχε γεννηθεί μετά τον τίτλο του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1966, όμως δεν είχε καθόλου χρόνο να αναλογιστεί αυτήν τη διάκριση. Το ανάθεμα του τύπου είχε πέσει πάνω του, αφού η φήμη του κακού παιδιού και του ασύστολου πότη τον έκανε το εύκολο θύμα. Μαζί με τους Γκάρι Λίνεκερ, Τζον Μπαρνς και φυσικά τον αρχηγό Μπράιαν Ρόμπσον, ο αμυντικός της Άρσεναλ καλούταν τώρα να εξιλεωθεί στον αγώνα ζωής και θανάτου με την Ολλανδία.
Δυστυχώς για τον Άνταμς η ψυχολογική του κατάσταση κάθε άλλο παρά κατάλληλη ήταν για μία τέτοια πρόκληση. Την ήττα από την Ιρλανδία δεν την είχε περάσει μπροστά από βίντεο τακτικής ανάλυσης των λαθών του, αλλά μαζί με ουίσκι και τη συντροφιά γυναικών. «Είχα πολύ χαμηλή αυτοεκτίμηση, δεν μπορούσα να βρίσκομαι μόνος με τον εαυτό μου και το ποτό βοηθούσε να αποκλείσω αυτές τις σκέψεις».
Μέσα σε όλα αυτά ο Άγγλος αμυντικός θα έπρεπε να αντιμετωπίσει το -ίσως- κορυφαίο επιθετικό δίδυμο στην Ευρώπη εκείνη την εποχή, τους Ρουντ Γκούλιτ και Μάρκο φαν Μπάστεν, που μέσα στο 1988 έμελλε να σημειώσουν αθροιστικά περισσότερα από 50 τέρματα με την φανέλα της Μίλαν και κατέληξαν 2ος και 1ος αντίστοιχα στην ψηφοφορία για τη Χρυσή Μπάλα εκείνης της χρονιάς!
Η αλήθεια είναι πως η Αγγλία πάλεψε το παιχνίδι για περίπου 70 λεπτά, όμως οι μελλοντικοί νικητές της διοργάνωσης ήταν μία κλάση ανώτεροι. Για κακή τύχη του Άνταμς η οδηγία του Ρόμπσον ήταν να μαρκάρει man-to-man τον Φαν Μπάστεν σε μία προσπάθεια να τον περιορίσει, αλλά αυτό μάλλον δεν έγινε. Ο Ολλανδός, κατά τεκμήριο καλύτερος παίκτης στον κόσμο τότε, σε εκείνο το παιχνίδι πέτυχε χατ-τρικ και πέρασε με κάθε πιθανό τρόπο τον αντίπαλό του, αποκλείοντας φυσικά τα «Τρία Λιοντάρια» από τη συνέχεια της διοργάνωσης.
«Έκανα μία τραγική εμφάνιση, όπως και όλο μου το τουρνουά. Ήμουν τόσο μικρός, μόλις 22 ετών, αντιμετωπίζοντας τη μετέπειτα νικήτρια Ολλανδία και μάλλον τον σπουδαιότερο παίκτη στον πλανήτη εκείνη τη στιγμή. Σε δύο από τα γκολ με ξεφτίλισε και ένιωσα, ακόμα και στα βλέμματα των συμπαικτών μου, πως το φταίξιμο έπεφτε μόνο πάνω μου για την πορεία μας».
Αν νομίζετε πως ο «θάνατος» του Άνταμς ήταν αυτή η αποκαρδιωτική εμφάνιση, που έμελλε να τον στιγματίσει και να τον κρατήσει μακρυά από μεγάλη διοργάνωση μέχρι και το 1996, κάνετε λάθος. Αυτό έγινε τις επόμενες ώρες, τις επόμενες μέρες. Ο τελευταίος αγώνας με τη Σοβιετική Ένωση είχε διαδικαστικό χαρακτήρα (η μία ομάδα είχε ήδη αποκλειστεί και η άλλη είχε ήδη περάσει), όμως απείχε τρεις μέρες. Κάθε μέρα περνούσε πια αργά, με τον Άγγλο αμυντικό λιώμα από το ποτό και κατεστραμμένο ψυχολογικά, αποξενωμένο κι από τους ίδιους του τους συμπαίκτες.
Όταν ήρθε τελικά αυτό το παιχνίδι ο Άνταμς κατάφερε να σκοράρει, όμως η Αγγλία έχασε ξανά με 1-3 και αποχαιρέτησε το τουρνουά με τρεις ήττες, στη χειρότερη επίδοση στην ιστορία της σε μεγάλη διοργάνωση. Επιτέλους το μαρτύριο είχε τελειώσει, όμως ο αρχηγός της Άρσεναλ ήξερε πως πίσω στην πατρίδα θα άρχιζε ένα καινούργιο. Η τελευταία νύχτα μακρυά από το σπίτι, μακρυά από την αδυσώπητη κριτική, μακριά από τη μανιασμένη ανθρωποφαγία, προσέφερε την τελευταία ευκαιρία για ένα καλό… μεθύσι.
Πράγματι ο Άνταμς, με το που έφτασε η αποστολή στο ξενοδοχείο, ντύθηκε και πήρε τα μαγαζιά σβάρνα. Το ένα ποτό έφερε ένα δεύτερο και αυτό με τη σειρά του ένα τρίτο, μέχρι που το μέτρημα χάθηκε, μέχρι που δεν υπήρχε γυρισμός. «Δεν είχα τρόπο να αντιμετωπίσω όσα είχαν συμβεί. Ήξερα μόνο να πίνω και να παίζω ποδόσφαιρο. Έφυγα από το ξενοδοχείο, αναζητώντας αυτό που θεωρούσα πως θα με λυτρώσει. Δεν θυμάμαι πως γύρισα πίσω, όμως ήμουν τόσο μεθυσμένος όταν γύρισα που κατουρήθηκα πάνω μου στο κρεβάτι και δεν κατάλαβα τίποτα. Η καμαριέρα με βρήκε έτσι, όταν δεν κατέβηκα για πρωινό».
Όσοι έχετε βρεθεί σε ποδοσφαιρικές ομάδες, μάλλον γνωρίζετε ότι αυτά τα περιστατικά δεν μένουν κρυφά. Δεν έχει σημασία αν έχεις χάσει. Δεν έχει σημασία αν έχεις αποκλειστεί. «Έκανα ένα μπάνιο σε μία προσπάθεια να συνέλθω και κατέβηκα θολωμένος στη σάλα. Μόλις με είδαν, όλοι σηκώθηκαν κι άρχισαν να φωνάζουν ρυθμικά πως ήρθε ο κατουρημένος. Προσπάθησα να αστειευτώ, να καταπιώ την ντροπή και τον εξευτελισμό, όμως μέσα μου ούρλιαζα, έκλαιγα, ένιωσα πως είχα πεθάνει».
Ο Άνταμς έπρεπε να περιμένει οκτώ χρόνια για να λυτρωθεί, παίζοντας καθοριστικό ρόλο στην πορεία της Αγγλίας ως τα ημιτελικά του Euro 1996. Η πορεία προς τη «σωτηρία» όμως είχε ξεκινήσει εκείνο το πρωί, όταν ο παλιός του εαυτός συνειδητοποίησε δεν μπορούσε να πάει πιο κάτω. Όπως είχε πει και στην αυτοβιογραφία του, με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Εθισμένος», το 1999 δεν ήταν η πρώτη φορά που του συνέβαινε κάτι τέτοιο. Ήταν απλά η πρώτη φορά που το μάθαιναν όλοι!
«Ήμουν κατεστραμμένος. Πραγματικά κατεστραμμένος. Μπορώ τώρα να αναλογιστώ το παρελθόν και να μιλήσω για όσα ζούσα υπό την κυριαρχία του αλκοόλ στη ζωή μου. Τα έκανα πάνω μου, κατουριόμουν στο κρεβάτι και έκανα σεξ με στριπτιζέζ». Όπως θα δηλώσει αργότερα ο Άνταμς για την αυτοβιογραφία του: «Είχαμε στείλει περισσότερες από 90.000 λέξεις στους εκδότες, ότι θεωρούσα σημαντικότερο στη ζωή μου, κι αυτοί με ρώτησαν γιατί έχει τόσο λίγο ποδόσφαιρο μέσα».