Έχοντας σκοράρει έστω ένα χατ-τρικ σε κάθε διοργάνωση που έχει παίξει στο Νησί, ο Ρόμπερτ Έρνσο αποτελεί μια στατιστική παραδοξότητα ή απλά έναν «φονικό» επιθετικό;
Πραγματοποιώντας αναζήτηση στο διαδίκτυο, εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι ο Ρόμπερτ Έρνσο είναι περισσότερο γνωστός για τους «λάθος» λόγους. Συγκεκριμένα, έχει γίνει συχνά λόγος για το… ιδιαίτερο σχήμα του κεφαλιού του, ενώ φήμες λένε ότι αναγκάστηκε να κόψει (!) τα δόντια του, για να μπορεί να μιλάει κανονικά. Εδώ, πάντως, θα ασχοληθούμε με έναν άλλο Έρνσο, αυτόν που, όταν ήταν στη μέρα του, δεν διέκρινε τα χρώματα, την ικανότητα ή την αίγλη του αντιπάλου που είχε απέναντί του, «χτυπώντας» πάντα τρεις φορές.
Ένας Ουαλός από την… Αφρική
Ο Ρόμπερτ Έρνσο γεννήθηκε στα περίχωρα της Μουφουλίρα, μιας πόλης στη Ζάμπια, στις 6 Απριλίου 1981. Η μητέρα του, Ρίτα, ήταν επαγγελματίας ποδοσφαιρίστρια και ο πατέρας του, Ντέιβιντ, ήταν μεγαλωμένος στην Αγγλία και εργαζόταν ως διευθυντής χρυσωρυχείου. Ο Ρόμπερτ είχε τέσσερα αδέρφια, ενώ πολλά μέλη της οικογένειάς του, πέραν της μητέρας του, είχαν ασχοληθεί επαγγελματικά με τον αθλητισμό. Όταν ήταν πέντε χρονών, η οικογένειά του μετακόμισε στο Μαλάουι, λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων του πατέρα του. Εκεί, το σχολείο απείχε έξι ώρες με το αυτοκίνητο (!) από το σπίτι των Έρνσο, με αποτέλεσμα τα πέντε αδέρφια να παίρνουν αεροπλάνο κάθε Δευτέρα για να πάνε σχολείο, μένοντας εκεί μέχρι την Παρασκευή, όταν και επέστρεφαν, ξανά με αεροπλάνο, στο σπίτι.
Αυτό δεν ήταν, όμως, το μόνο πρόβλημα που κλήθηκε να διαχειριστεί ο μικρός Ρόμπερτ. Όταν ήταν εννέα ετών, ο πατέρας του προσβλήθηκε από τυφοειδή πυρετό και πέθανε. Τότε, η μητέρα του πήρε αυτόν και τα αδέρφια του και μετακόμισαν στην Ουαλία, όπου ζούσε η αδερφή της. Ίσως αυτές οι συχνές… μεταναστεύσεις να προμήνυαν εκείνες που χαρακτήρισαν το τελευταίο κεφάλαιο της καριέρας του. Η προσαρμογή μόνο εύκολη δεν ήταν αρχικά για τον Ρόμπερτ. Βρισκόμενος για πρώτη φορά εκτός Αφρικής, μιλούσε μεν λίγα αγγλικά, δεν μπορούσε, όμως, να επικοινωνήσει επαρκώς με τους συμμαθητές και τους δασκάλους του. Έτσι, χρειάστηκε να καταβάλει προσπάθεια ώστε να μάθει καλύτερα τη γλώσσα.
Την όλη διαδικασία βοήθησε η φιλία που ανέπτυξε με τον Ντέιβιντ Πάιπ, ένα παιδί που έμενε στην ίδια γειτονιά και που αργότερα εξελίχθηκε επίσης σε επαγγελματία ποδοσφαιριστή. Η Ουαλία, όμως, είχε θετική επίδραση στον Έρνσο, ο οποίος γρήγορα βρήκε διέξοδο στη γυμναστική και τα αθλήματα, παίζοντας μεταξύ άλλων ράγκμπι και μπάσκετ. Παρά το εμπόδιο της γλώσσας, στην Ουαλία κατάφερε να βρει μια γέφυρα επικοινωνίας μέσα από τη μεγάλη του αγάπη, το ποδόσφαιρο. Έτσι, ο μικρός Ρόμπερτ ξημεροβραδιαζόταν καθημερινά κλοτσώντας την μπάλα με τους φίλους του.
Κάπου εκεί, ένα καλοκαιρινό απόβραδο ή ένα φθινοπωρινό μεσημέρι, μάλλον θα σκόραρε ο Έρνσο το πρώτο από τα πολλά χατ-τρικ που θα ακολουθούσαν, για το οποίο, όμως, δυστυχώς δεν διαθέτουμε στοιχεία. Πάντως, η πρώτη του συμμετοχή σε οργανωμένο ποδοσφαιρικό αγώνα ήρθε σε ηλικία έντεκα ετών, για την τοπική ομάδα της Λανμπράνταχ. Τον επόμενο χρόνο, εντάχθηκε στην ακαδημία GE Wales, σκοράροντας τον απίστευτο αριθμό των 80 γκολ σε μία σεζόν και αποκτώντας τη φήμη του δεινού σκόρερ.
Μια καριέρα γεμάτη χατ-τρικ
Η αρχή της ποδοσφαιρικής καριέρας του Έρνσο σημαδεύτηκε από το στοιχείο που θα έμέλλε να αποτελέσει το κύριο γνώρισμά του ως παίκτη: το χατ-τρικ. Το 1997, ο δεκαεξάχρονος τότε επιθετικός πέτυχε τρία τέρματα σε έναν αγώνα ακαδημιών. Τον αγώνα εκείνο έτυχε να παρακολουθεί ο προπονητής της ομάδας νέων της γειτονικής Κάρντιφ Σίτι, Γκάβιν Τέιτ. Ο Τέιτ κάλεσε τον Έρνσο σε προπόνηση, όπου και σύντομα υπέγραψε το πρώτο του συμβόλαιο. Αξίζει να σημειωθεί ότι τον Έρνσο παρακολουθούσαν και σκάουτ της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Για τους νέους της Κάρντιφ, ο Ουαλός σκόραρε 47 γκολ σε μία σεζόν, συμπεριλαμβανομένου ενός χατ-τρικ σε αγώνα για το Ουαλικό Κύπελλο Νέων. Έτσι, σύντομα ανήλθε στις τάξεις της πρώτης ομάδας, για την οποία έκανε το ντεμπούτο του τον Οκτώβριο του 1997, σε ηλικία 16 ετών!
Τα χρόνια που ακολούθησαν δεν ήταν «ρόδινα» για τον Έρνσο. Ο προπονητής της Κάρντιφ, Φρανκ Μπάροους, δεν έδειχνε να πιστεύει στις ικανότητες του νεαρού φορ, με αποτέλεσμα να μην τον επιλέγει στους αγώνες της ομάδας. Ο Έρνσο πήγε στη Μίντλεσμπρο και τη Φούλαμ για δοκιμαστικά, χωρίς επιτυχία, κι έτσι έφυγε δανεικός για την σκωτσέζικη Γκρίνοκ Μόρτον για να «σκληραγωγηθεί». Στη Σκωτία μάλιστα έμενε πάνω από μία παμπ, καταφέρνοντας πάντως να πετύχει δύο γκολ σε τρεις αγώνες.
Ωστόσο, ο Μπάροους έδωσε τη θέση του στον Μπίλι Άιρ, ο οποίος ανακάλεσε τον Έρνσο από τον δανεισμό του. Έτσι, τη σεζόν 2001/02, ο Ουαλός καθιερώθηκε στην πρώτη ομάδα και πέτυχε 25 γκολ, συμπεριλαμβανομένων δύο χατ-τρικ, ένα στο πρωτάθλημα κι ένα στο FA Cup. Όπως ήταν λογικό, ψηφίστηκε Νέος Παίκτης της Χρονιάς από την ομάδα του, ενώ συμπεριλήφθηκε στην Ομάδα της Χρονιάς της Τρίτης Κατηγορίας του αγγλικού πρωταθλήματος.
Τη σεζόν 2002/03, η αλλαγή ηγεσίας βρήκε τον Έρνσο και πάλι στον πάγκο. Ωστόσο, άρπαξε την ευκαιρία που του δόθηκε στις 11 Σεπτεμβρίου 2002, όταν και ξεκίνησε ως βασικός ενάντια στην Μπόστον Γιουνάιτεντ. Φυσικά, σκόραρε χατ-τρικ, κερδίζοντας την εύνοια του τότε προπονητή Λένι Λόρενς. Αυτή ήταν και η αρχή μιας παραγωγικότατης σεζόν, στην οποία ο Έρνσο σκόραρε 35 φορές, καταρρίπτοντας το ρεκόρ των περισσότερων γκολ παίκτη της Κάρντιφ σε μία σεζόν, που κρατούσε 85 χρόνια. Τη σεζόν αυτή, σκόραρε άλλα δύο χατ-τρικ, καθώς και από δύο γκολ σε έξι αγώνες (!), οδηγώντας την Κάρντιφ στην Πρώτη Κατηγορία (μία σεζόν πριν μετονομαστεί σε Τσάμπιονσιπ). Ο Έρνσο χρίστηκε Ουαλός Νέος Παίκτης της Χρονιάς και περιλήφθηκε στην Ομάδα της Χρονιάς της Δεύτερης Κατηγορίας.
Στην Πρώτη Κατηγορία, τη σεζόν 2003/04, ο Έρνσο σκόραρε πάνω από 30 γκολ, τα τέσσερα εκ των οποίων στη νίκη της ομάδας του επί της Τζίλιγχαμ κι ένα χατ-τρικ εναντίον της Λέιτον Όριεντ στο Λιγκ Καπ. Οι εξωφρενικές του επιδόσεις προσέλκυσαν το ενδιαφέρον πολλών μεγάλων συλλόγων, με τον πρόεδρο της Κάρντιφ να δηλώνει πως, εάν τον πουλούσε, «θα τον κρέμαγαν στο κέντρο της πόλης».
Αυτό ευτυχώς δεν συνέβη όταν ο Έρνσο πήρε μεταγραφή στη Γουέστ Μπρομ. Με τα γαλανόλευκα, ο Ουαλός σκόραρε στις 19 Μαρτίου 2005 το μοναδικό του χατ-τρικ στην Πρέμιερ Λιγκ, ενάντια στην Τσάρλτον, παρότι μπήκε στον αγώνα ως αλλαγή στο 60′. Ένα χατ-τρικ, όμως, ήταν αρκετό: επρόκειτο για το πρώτο χατ-τρικ παίκτη της Γουέστ Μπρομ στην Πρέμιερ Λιγκ, αλλά και για κάτι πολύ περισσότερο, αφού ο Έρνσο έγινε ο μόνος παίκτης που έχει σκοράρει χατ-τρικ και στις τέσσερις επαγγελματικές κατηγορίες της Αγγλίας, καθώς και στο Λιγκ Καπ, το FA Cup, αλλά και σε διεθνή αγώνα!
Όμως, κάθε κορύφωση ακολουθείται από νομοτελειακή πτώση. Ο Έρνσο άρχισε ξανά να βρίσκεται στον πάγκο της ομάδας του, ενώ τον Δεκέμβριο του 2005 υπέβαλε δύο αιτήματα μεταγραφής, αμφότερα εκ των οποίων απορρίφθηκαν. Παρ’ όλα αυτά, και στο πλαίσιο της «βεντέτας» του με τον προπονητή Μπράιαν Ρόμπσον, ο παίκτης πήρε τελικά μεταγραφή στη Νόριτς. Αν και η καριέρα του στα «Καναρίνια» ξεκίνησε προμηνύοντας σπουδαία πράγματα, ο Έρνσο τραυματίστηκε σοβαρά, μένοντας εκτός για το υπόλοιπο της σεζόν 2006/07.
Παρ’ όλα αυτά, οι επιδόσεις του με τη Νόριτς έκαναν τη νεοφώτιστη στην Πρέμιερ Λιγκ, Ντέρμπι Κάουντι, να σπάσει το μεταγραφικό της ρεκόρ, αγοράζοντας τον Έρνσο έναντι 3,5 εκ. λιρών. Εκεί, σύμφωνα με τα λεγόμενα του ίδιου, πραγματοποίησε «μία από τις χειρότερες σεζόν της καριέρας του». Αυτό, όμως, δεν τον εμπόδισε να πάρει μία ακόμη μεταγραφή, στη Νότιγχαμ Φόρεστ. Ο Έρνσο σκόραρε το πρώτο του χατ-τρικ με τα κόκκινα στις 5 Δεκεμβρίου 2009, ενάντια στη «μισητή» Λέστερ. Για τη Φόρεστ, ο Έρνσο πέτυχε συνολικά τον διόλου ευκαταφρόνητο αριθμό των 43 γκολ σε 111 εμφανίσεις.
«Δεν μπορείς να μπεις στο ίδιο ποτάμι δύο φορές»
Σε ηλικία 30 χρονών πια, ο Έρνσο επέστρεψε στην παιδική του ομάδα, την Κάρντιφ Σίτι, χωρίς, ωστόσο, να ξαναβρεί την παλιά του φόρμα. Εκεί, το 2011, πέτυχε με τον ουαλικό σύλλογο το 200ό γκολ της καριέρας του.
Ακολούθησε ένα «ξέφρενο» πήγαινε-έλα: ένας δανεισμός στην ισραηλινή Μακάμπι Τελ Αβίβ, ένα υπερατλαντικό ταξίδι στον Καναδά, για να αγωνιστεί στην Τορόντο, η επιστροφή στη Μεγάλη Βρετανία για την Μπλάκπουλ, ξανά πίσω στην αμερικανική ήπειρο για λογαριασμό της Σικάγο Φάιερ, κι ύστερα παραδίπλα -ξανά- στον Καναδά, αυτή τη φορά για τους Βανκούβερ Γουάιτκαπς. Από το Βανκούβερ, ο Έρνσο ανακοίνωσε το 2016 ότι κρεμάει τα παπούτσια του.
Χατρικολογώντας
Ο Ρόμπερτ Έρνσο μπορεί να μην αποτελεί έναν από τους «μεγάλους ήρωες» του ποδοσφαίρου των περασμένων δεκαετιών, θα μπορούσε, όμως, δίκαια να χαρακτηριστεί ως ένας «ήρωας των φτωχών». Κι αυτό γιατί, μπορεί να μην κατάφερε ποτέ να πραγματοποιήσει το «μεγάλο πέρασμα», το break σε μια μεγάλη ομάδα της Πρέμιερ Λιγκ ή της Ευρώπης, ωστόσο, όταν βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας του, ξεχώριζε αισθητά από τους υπόλοιπους παίκτες των μικρών κατηγοριών ή των «ομάδων-ασανσέρ» μεταξύ των δύο μεγάλων κατηγοριών. Αυτό επισημαίνεται, άλλωστε, κι από τη διεθνή του καριέρα, στην οποία δεν αναφερθήκαμε εκτενώς εδώ.
Κι αυτό αποτελεί ένα χρήσιμο δίδαγμα: σε ένα ποδοσφαιρικό στερέωμα όπου τείνουμε να εστιάζουμε στα δύο-τρία μεγαλύτερα, αν όχι στο μεγαλύτερο όνομα, καλό είναι να θυμόμαστε ότι δεν παύουν να υπάρχουν ιδιαίτερα ταλαντούχοι και φιλότιμοι αθλητές, οι οποίοι μοχθούν καθημερινά για τη φανέλα τους, γνωρίζοντας ότι, κατά πάσα πιθανότητα, θα μείνουν στην αφάνεια της ποδοσφαιρικής ιστορίας. Όμως, αυτό ακριβώς δεν είναι που δίνει αξία στους «μεγάλους αστέρες» – ότι είναι μεγάλοι ακριβώς σε σύγκριση με τα χιλιάδες, αν όχι εκατομμύρια, μικρότερα, ίσως λιγότερο φωτεινά κι επιβλητικά, αλλά εξίσου απαραίτητα για την κοσμική αρμονία κι ευταξία, άστρα;
Αν μη τι άλλο, ο Έρνσο δεν έπαψε να σκοράρει χατ-τρικ, ανεβαίνοντας σταδιακά από τη χαμηλότερη επαγγελματική κατηγορία ποδοσφαίρου στην υψηλότερη. Θα ήταν ιδιαίτερα δύσκολο, αν όχι απίθανο, να φανταστούμε έναν παίκτη που θα αποτολμούσε την αντίστροφη πορεία…