Η παταγώδης αποτυχία της μεταγραφής του Ντόνι Φαν ντε Μπεκ στην Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, με έναν μαγικό τρόπο, αντιστέκεται ακόμη στην κριτική.
Στο τέλος της μεταγραφικής περιόδου για την σεζόν 2020/21, οι φίλοι της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ δεν είχαν ιδιαίτερα πολλούς λόγους να χαρούν. Μετά από έναν καταιγισμό ονομάτων που συνδέθηκαν με την ομάδα, οι οπαδοί είδαν τρεις μεταγραφές να πραγματοποιούνται με σκοπό να στελεχώσουν την πρώτη ομάδα σε εκείνο το ιδιαίτερο post-covid πρώτο καλοκαίρι, που τράβηξε μέχρι τις αρχές Οκτωβρίου. Το πιο φανταχτερό όνομα που ήρθε στην Γιουνάιτεντ εκείνη τη σεζόν ήταν σίγουρα ο Έντινσον Καβάνι, αλλά η πιο ακριβή μεταγραφή του συλλόγου ήρθε από τις Κάτω Χώρες και πιο συγκεκριμένα από αυτό το εξωφρενικά παραγωγικό ποδοσφαιρικό φυτώριο που λέγεται Άγιαξ. Το όνομα αυτού: Ντόνι Φαν ντε Μπεκ.
Έχοντας αποκτήσει τον Μπρούνο Φερνάντες τον προηγούμενο χειμώνα και βρίσκοντας τον καταλύτη που ποτέ δεν έγινε ο Χουάν Μάτα, η αγορά του Ολλανδού ήταν μια κίνηση, που είχε αρκετά θετικό feedback από τους οπαδούς. Ο παίκτης που είδαμε στον Άγιαξ ήταν ένας ποδοσφαιριστής που έδειχνε να δίνει λύση σε πολλά προβλήματα των «Κόκκινων Διαβόλων».
Μιλάμε άλλωστε για έναν πολυθεσίτη, που στο Άμστερνταμ είχε παίξει με εξαιρετική επιτυχία ως κεντρικός μέσος, επιθετικός μέσος, box-to-box, ακόμα και κρυφός φορ, με έφεση στο παιχνίδι χωρίς τη μπάλα στα πόδια, και σταθερά καλή αναλογία στους δείκτες goals/xGoals και assists/xAssists, pressings per game, tackling per game, recoveries per game, χωρίς φανφάρες όταν είχε τη μπάλα και με μια φυσική απέχθεια να την κρατάει στα πόδια του χωρίς λόγο!
Όλα έδειχναν πως ο Φαν ντε Μπεκ θα μπορούσε να δώσει τις κινήσεις στον χώρο που έλειπαν από αρκετούς από τους συμπαίκτες του στο Ολντ Τράφορντ, όταν η ομάδα τους είχε την κατοχή, να διασπάσει άμυνες κάθετα, να αμυνθεί επαρκώς ακόμα και σε συνθήκες counter-pressing και να προωθήσει σωστά το παιχνίδι της ομάδας.
Η πραγματικότητα, βέβαια, ήταν τελείως διαφορετική. Κατά την πρώτη του σεζόν, σε περίπτωση που φαινόταν ότι θα ξεκινούσε βασικός (τις 15 φορές που συνέβη αυτό, με τις εφτά να είναι σε κύπελλα) ήταν λόγος για να γραφτεί… άρθρο ότι θα παίξει. Όλοι περίμεναν να δουν τον διόσκουρο του Φρένκι ντε Γιονγκ, τον παίχτη των οκτώ γκολ και πέντε ασίστ σε 23 παιχνίδια στην Ερεντιβίζιε της «κουτσής» σεζόν 2019/20, για τον οποίο ο Ντένις Μπέργκαμπ είχε πει ότι του θύμιζε τον εαυτό του, όταν τον προπονούσε στην δεύτερη ομάδα του Άγιαξ.
Παρά το ντεμπούτο με γκολ, το αποτέλεσμα της σεζόν ήταν 1,456 λεπτά, με μόλις ένα τέρμα και δύο ασίστ σε όλες τις διοργανώσεις. Η σεζόν 2021/22 ήταν ακόμα πιο τραγική, με επίσης ένα γκολ σε 380 αγωνιστικά λεπτά (14 συμμετοχές), που τον βρήκε να πηγαίνει δανεικός τον Ιανουάριο του 2022 στην Έβερτον του Φρανκ Λάμπαρντ για να πάρει παιχνίδια στα πόδια του. Κάτι που, επίσης, δεν πήγε όπως ο ίδιος θα ήθελε!
Να τονίσω στο σημείο αυτό ότι -ακόμα- θεωρώ τον Φαν ντε Μπεκ ένα πολύ καλό παίκτη, που χρειάζεται συγκεκριμένο ρόλο και συγκεκριμένη τακτική στο γήπεδο για να λάμψει. Αλλά ο λόγος που τον αναφέρω στον τίτλο σαν… μονόκερο δεν έχει να κάνει με το ποδόσφαιρο που παίζει. Έχει να κάνει με την αντιμετώπιση του από τους οπαδούς της ομάδας και από αρκετά μέσα γύρω από αυτή.
Σε μια εποχή που ο μέσος οπαδός της Γιουνάιτεντ και ο μέσος αρθρογράφος/δημοσιογράφος/content creator, που ασχολείται με την ομάδα, βρίσκει κάθε εβδομάδα κάτι που δεν πάει καλά στα αποδυτήρια, νέους παίκτες να προσωποποιήσει την απογοήτευση του (μόνο ο Μαγκουάιρ παραμένει σταθερή αξία), μπορούν να βρεθούν πολλά πρόσφατα άρθρα, δημοσιεύσεις σε social media και βίντεo που να αναλύουν πως ο Ολλανδός «απόκληρος» μπορεί να βρει ρόλο στην τωρινή ομάδα και πιθανότατα και να τη βελτιώσει.
Σίγουρα είναι μια συμπαθέστατη φυσιογνωμία, που έχει δείξει ότι είναι επαγγελματίας χωρίς να κάνει θέμα για το ότι δεν παίζει, κάτι που για κάποιο λόγο, βέβαια, κάνει θέμα ο πρώην μάνατζερ του. Όμως, ότι ακόμα μερίδα οπαδών πιστεύει ότι ο Φαν ντε Μπεκ μπορεί να «βγει» σαν μεταγραφή για τον σύλλογο του Μάντσεστερ, είναι ένα ακόμα πειστήριο στην εσφαλμένη εικόνα που επικρατεί για την ομάδα από όσους βρίσκονται γύρω της.
Αν ο Έρικ Τεν Χαγκ «κουνήσει» το μαγικό ραβδί που μια βρίσκει, μια χάνει και καταφέρει να εντάξει τον συμπατριώτη του στο ουσιαστικό ροτέισον της ομάδας, θα είναι καθαρά δική του νίκη και μάλιστα μεγάλη. Αλλά η περίπτωση του Φαν ντε Μπεκ είναι ενδεικτική της μεταγραφικής πολιτικής της Γιουνάιτεντ τα τελευταία χρόνια (ειδικά πριν την έλευση Τεν Χαγκ): απόκτηση του λάθος παίχτη, για τον λάθος ρόλο!
Βλέποντας προς τα πίσω (κι αναγνωρίζοντας ότι δρω σαν μετά Χριστόν προφήτης) καμία από τις ομάδες που παρουσίασαν οι Σόλσκιερ και Ράνγκνικ δεν χώραγε τον Φαν ντε Μπεκ στο πλάνο της, όπως δεν χωράει και σε αυτήν που κληροδοτήθηκε στον Τεν Χαγκ και προσωπικά δεν πιστεύω ότι θα χωρέσει και σε κάποια μελλοντική με την ελάχιστη έστω συνέπεια. Το όλο περίεργο είναι ότι τυγχάνει διαφορετικής αντιμετώπισης από όλες τις υπόλοιπες μεταγραφές, που -δικαίως ή αδίκως- έχουν «ακούσει» τα χίλια όσα!
Ο Φαν ντε Μπεκ στο συγκεκριμένο κείμενο είναι απλά μια αφορμή, και η εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα, για την ανάδειξη του κανιβαλισμού ενός fanbase που δεν έχει καταφέρει να αποδεχτεί ότι σταμάτησε να πρωταγωνιστεί. Όταν υπάρχει ακόμα παράλογη στήριξη σε έναν μονόκερο πως θα… κλάσει (sic) ουράνιο τόξο ανανέωσης, δεν μπορείς παρά να απογοητευτείς με την ποδοσφαιρική παράνοια και τον τυφλό οπαδισμό που μαστίζει την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και συνοδεύει την σχετική παρακμή της τα τελευταία χρόνια!