Το άκουσμα της λέξης «Føroyar» δεν ανοίγει πολλές ποδοσφαιρικές πόρτες. Άγνωστη γη για τους περισσότερους, με την ελάχιστη φήμη που απολαμβάνουν στην Ελλάδα να προέρχεται από δύο αγώνες πριν μισή δεκαετία και πλέον να είναι περισσότερο αντικείμενο χιούμορ παρά ποδοσφαιρικής μελέτης. Ποια είναι όμως, αυτά τα νησιά;
Τις περισσότερες φορές που κάτι γίνεται ευρέως γνωστό και μόδα για ένα διάστημα, η πλειοψηφία του κόσμου τείνει να το αντιμετωπίζει πολύ επιφανειακά και δεν δείχνει ενδιαφέρον να το γνωρίσει σε βάθος. Όταν, πρώτα τον Νοέμβριο του 2014 και αργότερα τον Ιούνιο του 2015, η Εθνική μας γνώριζε ντροπιαστικές ήττες από τα Νησιά Φερόε, ήταν απλά οι «ερασιτέχνες ψαράδες» και δεν ενδιαφέρθηκε να γνωρίσει κανείς το μικρό έθνος που θύμα μίας εκ των μεγαλύτερων ποδοσφαιρικών του στιγμών, ήταν η χώρα μας.
Προσωπικά, είναι το αγαπημένο μου καμμένο ποδοσφαιρικό έθνος. Έχοντας ανακαλύψει το πριν και από τις δύο αναμετρήσεις με τη χώρα μας, κόλλησα με τα στοιχεία που κάνουν το αρχιπέλαγος να ξεχωρίζει. Η απομόνωση, η γλώσσα, η φυσική του ομορφιά, όλα αυτά πήραν παραμάζωμα και το ποδόσφαιρό τους το οποίο άρχισα να ακολουθώ. Ποιοι είναι, λοιπόν;
Στον Βόρειο Ατλαντικό ωκεανό, ανάμεσα στην Σκωτία, την Νορβηγία και την Ισλανδία υπάρχει ένα απομονωμένο αρχιπέλαγος νησιών. Τα 18 αυτά νησιά προσφέρουν πληθώρα παραδειγμάτων για την άγρια ομορφιά του τοπίου τους, όπως κοφτεροί βράχοι και ομιχλώδεις εκτάσεις πράσινου, τόσο απόκοσμα κι όμορφα που θα έκαναν τον Tolkien να σκαρφιστεί μία νέα Μέση Γη.
Τα νησιά έχουν πολλά χαρακτηριστικά που θα έλεγε κανείς ότι δεν πάνε χέρι χέρι με ένα «ποδοσφαιρικό έθνος». Το μέρος όπου ανακάλυψαν οι Βίκινγκς τον 9ο αιώνα δεν είναι μέχρι σήμερα ανεξάρτητο κράτος (ημιαυτόνομο έθνος αλλά μέρος του Βασιλείου της Δανίας), έχει πληθυσμό ίσο με της Κομοτηνής (γύρω στις 50.000), τα πρόβατα είναι περισσότερα από τους ανθρώπους και το 97% της οικονομίας έρχεται από την αλιεία.
Παρόλα αυτά, πάνω από 5.000 ποδοσφαιριστές δηλώνουν ως βάση τους τα Νησιά Φερόε. Τουλάχιστον ένας στους δέκα κατοίκους δηλαδή αγωνίζεται σε κάποιο από τα είκοσι γήπεδα που διαθέτει το αρχιπέλαγος. Η ομοσπονδία τους έγινε μέλος της FIFA μόλις το 1988, και της UEFA δύο χρόνια αργότερα. Μέχρι τότε τα μόνα παιχνίδια που είχαν την τιμή να συμμετέχουν οι νησιώτες ήταν φιλικά με τους (μακρινούς) τους γείτονες και διάφορα ανεπίσημα τουρνουά.
Η είσοδός τους στις επίσημες διοργανώσεις (ή τουλάχιστον τα προκριματικά αυτών), δεν συνοδεύτηκε από ακριβώς επιτυχίες. Τόσο, που η πρώτη επίσημη «εντός έδρας» νίκη (στην Σουηδία ελλείψει κατάλληλου γηπέδου στη χώρα), η οποία ήρθε το 1992 με 1-0 κόντρα στην Αυστρία, έμεινε στην λαϊκή ιστορία ως «το θαύμα της Landskrona». Για τους «Φεροΐτες», η εθνική τους ομάδα είναι σημαντικότερο κομμάτι της εθνικής τους ταυτότητας, από οποιαδήποτε άλλη χώρα, με εξαίρεση ίσως την Ουρουγουάη. Είναι μέρος του ποιοι είναι, η πύλη προς την εθνική αναγνώριση. Τους έχει βγάλει από την παντελή ανωνυμία, είναι ο τρόπος που το όνομα «Faroe Islands» μπορεί να φτάσει στον έξω κόσμο περισσότερο από κάθε άλλο. Οι ποδοσφαιριστές δρουν σαν διπλωμάτες του έθνους τους.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η νίκη δεν είναι σχεδόν ποτέ αναγκαίος παράγοντας για την υποστήριξη της ομάδας. Όταν όμως έρχεται, όσο σπάνια κι αν είναι, απολαμβάνει την καλύτερη φιλοξενία που μπορεί να αντιμετωπίσει. Μαζί και με την δεύτερη νίκη επί της Ελλάδας με 2-1 τον Ιούνιο του 2015, τα Φερόε σκαρφάλωσαν στην 74η θέση της FIFA, το μεγαλύτερο αθλητικό επίτευγμα που έκανε ποτέ το έθνος. Ένας αλγόριθμος το 2017 υπολόγισε ότι τα Φερόε έχουν κάνει την μεγαλύτερη υπέρβαση από κάθε άλλη εθνική στον κόσμο, έχοντας τους περισσότερους πόντους στην FIFA ανά κάτοικο! Και μιλάμε για μια εθνική ομάδα που μόνο οι μισοί της παίκτες είναι επαγγελματίες.
Το άθλημα έχει μεγάλη δύναμη στη χώρα. Το εθνικό στάδιο Tórsvøllur μπορεί να μετράει μόνο 5.000 θέσεις αλλά η ατμόσφαιρα, όπως ανακαλύψαν κι οι διεθνείς μας, μπορεί να είναι μοναδική. Μιλάμε για το 10% του πληθυσμού! Συγκριτικά, το ΟΑΚΑ θα έπρεπε να χωράει πάνω από ένα εκατομμύριο κόσμο. Ο πρώτος σύνδεσμος φιλάθλων «Skansin», ιδρύθηκε μετά από το 0-1 στον Πειραιά.
Από τη στιγμή που πάνω κάτω όλοι παίζουν από παιδιά, τα όποια ταλέντα υπάρχουν ανακαλύπτονται εύκολα. Το 2006 ξεκίνησε κι η λειτουργία των ακαδημιών U21 και πλέον όλοι οι ποδοσφαιριστές έχουν την ευκαιρία για καλύτερη προετοιμασία από νεαρότερες ηλικίας. Είναι ένα φαινόμενο των τελευταίων ετών ποδοσφαιριστές από εδώ να καταφέρνουν να εξασφαλίσουν συμβόλαια σε χώρες όπως την Ισλανδία, την Νορβηγία, μέχρι και την Γερμανία! Ειδικά στην Δανία που λόγω πολιτικής εξάρτησης οι σχέσεις είναι ισχυρές, η παρουσία των νησιωτών είναι ισχυρή. Ένας εξ αυτών μάλιστα, ο επιθετικός Todi Jónsson, αγωνίστηκε στην Copenhagen από το 1997 μέχρι το 2005 και πλέον είναι μέλος του Hall of Fame της ομάδας. Η σπουδαιότερη τωρινή εξαγωγή των νησιών είναι ο Jóan Símun Edmundsson που αγωνίζεται στην Arminia Bielefeld στην 2. Bundesliga.
Σε επίπεδο συλλόγων, υπάρχει η αντίστοιχη «Premier League» των νησιών, η «Effodeildin», με δέκα ημι-επαγγελματικές ομάδες. Παρά το μικροσκοπικό μέγεθος, η ποδοσφαιρική πυραμίδα στα νησιά φτάνει μέχρι και την τέταρτη κατηγορία! Κάθε χρονιά παίρνουν ευρωπαϊκό εισιτήριο τέσσερις ομάδες. Ο πρωταθλητής στο Champions League, και άλλες τρεις ομάδες στο Europa. Φυσικά, ποτέ δεν έχει φτάσει ομάδα από εδώ σε ομίλους διηπειρωτικής διοργάνωσης. Τα Φερόε απολαμβάνουν και το δικό τους, απειροελάχιστο κομμάτι ιστορίας στην Premier League. Το 2010, ο νυν τερματοφύλακας της ισλανδικής Hafnarfjarðar, Gunnar Nielsen, αγωνιζόταν στην Manchester City και σε έναν αγώνα με την Arsenal κλήθηκε να αντικαταστήσει τον τραυματία Shay Given στο 76ο λεπτό, δίνοντας στους ομοεθνείς του τα μόνα 14 λεπτά όπου κάποιος ντόπιος αγωνιζόταν στο εμπορικότερο πρωτάθλημα του κόσμου.
Και με τις δικές τους ομάδες, δεν είναι τίποτα φλώροι ε. Μία απ’ τις παλαιότερες ομάδες στα νησιά, η «Havnar Bóltfelag» κι η «B36 Tórshavn» κρατάνε τον τίτλο της κύριας κόντρας συλλόγων εκεί τριγύρω. Είναι αμφότερες «πρωτευουσιάνες» αλλά δε θα δείτε οπαδούς να προκαλούν επεισόδια ούτε όλα τα υπόλοιπα ωραία που συνηθίζονται αλλού. Όμως η κόντρα υπάρχει, σε επίπεδα που φαίνονται πολύ φιλικά στους υπολοίπους. Τα παιχνίδια βέβαια, μπορεί να εξελιχθούν σε πολύ έντονες μάχες, όπως ο τελικός κυπέλλου (το γνωστό «Løgmanssteypid», φυσικά) του 2018, όπου η B36 ισοφάρισε με 9 παίκτες στο 90+6’ σε 2-2 και κατέκτησε την κούπα στα πέναλτι με 5-4! Μοιράζονται ακόμα το ίδιο γήπεδο, το «Gundadalur» με τη κάθε ομάδα να έχει τη δική της εξέδρα με τα χρώματά της για τους φιλάθλους της όπως φαίνεται παρακάτω.
Και μην νομίσει κανείς πως εκεί αγωνίζονται μόνο ντόπιοι. Ενώ φυσικά το τοπικό στοιχείο είναι δυνατότερο από πολλά άλλα, δημοφιλέστερα πρωταθλήματα, υπάρχουν αρκετοί παίκτες που έχουν φτάσει εδώ με σκοπό το να κλωτσήσουν το τόπι. Πολλές φορές τα νησιά αντιπροσωπεύουν την τελευταία ευκαιρία, το τελευταίο σύνορο πριν την παραίτηση από το ποδόσφαιρο, και οι παίκτες που παίρνουν αυτή την ευκαιρία, φαίνεται πως προσαρμόζονται μετά τη δύσκολη αρχή και δε φεύγουν ποτέ. Τέτοια ήταν η περίπτωση του 23χρονου Σενεγαλέζου Ibrahima Camara το 2010, του Βραζιλιάνου Clayton Soares το 2004 που πλέον έχει παντρευτεί ντόπια και του Σέρβου Aleksandar Djordjevic το 2001, ο οποίος πλέον στα 51 του προπονεί τη γυναικεία ομάδα της KÍ Klaksvík και βλέπει τον γιό του Filip, να πρωταγωνιστεί σε αυτά τα γήπεδα με την τρομερή θέα βουνού και θάλασσας στο πίσω μέρος.
Κανείς δε μπορεί να αμφισβητήσει την πρόοδο που σημειώνει το φεροΐτικο ποδόσφαιρο. Το ταξίδι των ανθρώπων εδώ είναι ένα όμορφο παραμύθι αθλητικής ανάπτυξης και εθνικής ταυτότητας σε ένα από τα πιο απομονωμένα σημεία της ηπείρου. Κατορθώματα που στα μάτια των εξωτερικών μπορεί να φαίνονται ασήμαντα, για τους νησιώτες είναι ναυαρχίδες του αθλητισμού τους, αλλά και μία πανηγυρική νίκη ενάντια στις πιθανότητες.
Συντάκτης: Άγγελος Παλιακούδης