Δυστυχώς υπάρχουν αρκετές αεροπορικές τραγωδίες, που εμπλέκουν αθλητικούς συλλόγους. Από την μεγάλη Τορίνο του 1949 και τα «Μωρά του Busby» το 1958, στην ισχυρή Alianza Lima του 1987 και την εθνική ομάδα της Ζάμπιας το 1993. Και αν ψάξουμε ακόμη περισσότερο βρίσκουμε ολοένα και περισσότερες τραγωδίες συλλόγων που χάθηκαν εν ριπή οφθαλμού. Η πιο πρόσφατη όμως (και ελπίζουμε και η τελευταία) ήταν εκείνη που συγκίνησε τα πλήθη, ρίχνοντας τον ποδοσφαιρικό κόσμο στο απόλυτο πένθος.
Ταξιδεύουμε στην πολιτεία της Σάντα Καταρίνα και στο νότιο κομμάτι της Βραζιλίας. Μπορεί το μέγεθος της στον χάρτη να ξεγελάει, αλλά τα δημογραφικά και τα γεωγραφικά στατιστικά της χώρας την κατατάσσουν σε έκταση ίση με αυτήν της Πορτογαλίας και μάλιστα με πληθυσμό παρόμοιο με αυτόν του Λιβάνου. Κάπου δηλαδή στα επτά εκατομμύρια. Μέσα λοιπόν στην «Αγία Αικατερίνη» της Βραζιλίας, συναντάμε μια από τις σημαντικότερες πόλεις της, το Τσαπεκό. Σπουδαίο βιομηχανικό, εκπαιδευτικό και πολιτιστικό κέντρο με έντονες ευρωπαϊκές επιρροές, μιας και οι κάτοικοι της έχουν καταβολές από ευρωπαϊκές χώρες όπως η Ιταλία, η Γερμανία και η Πολωνία. Σε μια λατινοαμερικάνικη πόλη, η οποία μάλιστα επηρεάζεται από χώρες που έχουν στο… «DNA» τους το ποδόσφαιρο, ήταν αδύνατο φυσικά να έλειπε η ομάδα που θα ένωνε τις περίπου 200.000 ψυχές που κατοικούν εκεί.
Το ποδόσφαιρο στην περιοχή ποτέ δεν ήταν από τις κύριες προτεραιότητες του κοινού. Η κύρια ενασχόληση στον αγροτικό και τον αλιευτικό τομέα, αλλά και η έμφαση αργότερα στην βιομηχανική ανάπτυξη δεν άφηνε χώρο στους κατοίκους να «ερωτευτούν» με τον «βασιλιά των σπoρ». Μέχρι που το 1973, μετά από την συγχώνευση δυο ερασιτεχνικών ομάδων της περιοχής, «γεννήθηκε» η Chapecoense. Η αλλιώς για τους ντόπιους, «ο τυφώνας από την δύση». Η ομάδα σύντομα δικαιολόγησε το ψευδώνυμο της βάζοντας, τέσσερα χρόνια μετά την ίδρυσή της, τέλος στο δίπολο Avai και Figueirense που κατακτούσαν τα πολιτειακά πρωταθλήματα. Ήταν μάλιστα η ίδια χρονιά που πανηγύριζε και την συμμετοχή στο γιγάντιο –τότε- Campeonato Brasileiro, που συμμετείχαν 74 ομάδες. Η επόμενη σεζόν δε, ήταν ακόμη πιο εντυπωσιακή, τερματίζοντας… 93η (ναι καλά διαβάσατε) σε σύνολο ενενηντατεσσάρων ομάδων, με την ίδια απλά να αποσύρεται από το πρωτάθλημα της επόμενης σεζόν, μέχρι να επανέλθει δυναμικά.
ΑΠΟ ΤΑ ΑΛΩΝΙΑ ΣΤΑ ΣΑΛΩΝΙΑ
Μέχρι και τις αρχές της νέας χιλιετίας, ο σύλλογος αγωνιζόταν μόνο στο πολιτειακό πρωτάθλημα, μέχρι που το 2002 ήρθε η ώρα για την συμμετοχή σε εθνικό πρωτάθλημα και την τρίτη κατηγορία του Βραζιλιάνικου πρωταθλήματος. Παρέμεινε εκεί μέχρι και το 2012, όπου ξαφνικά με μια αντεπίθεση διετίας «σκαρφάλωσε» το 2014 στο Campeonato Brasileiro. Η τελευταία χρονιά στην Serie C ήταν σχεδόν μαρτυρική. Αγωνιζόμενη στον δεύτερο όμιλο, χρειάστηκε να περιμένει μέχρι και την τελευταία στιγμή για να γνωρίζει αν θα περάσει στα play-offs της ανόδου. Εν τέλει, χάρη στην αδιάφορη και ήδη υποβιβασμένη Tupi, τερμάτισε στην τρίτη θέση ισοβαθμώντας με την Oeste, παίρνοντας την πολυπόθητη πρόκριση για το προημιτελικά της ανόδου. Μοναδικό εμπόδιο πλέον θα ήταν η Luverdense. Το οποίο και υπερπήδησε, κερδίζοντας εύκολα την «Verdão» Το όνειρο είχε επισημοποιηθεί. Η Chapecoense ήταν στην Serie B και την επόμενη σεζόν θα διαγωνιζόταν με ισχυρές ομάδες με στόχο την παραμονή στην κατηγορία. Μόνο που τα πράγματα έλαβαν μια τελείως διαφορετική διάσταση. Από την αρχή του πρωταθλήματος, τέσσερις ομάδες είχαν ξεχωρίσει. Η Palmeiras, η Sport Recife, η Chapecoense και η Icasa. Με εξαίρεση φυσικά την ιστορική ομάδα του Σάο Πάολο και τα «Λιοντάρια του Ρεσίφε», άπαντες περίμεναν ότι Chapecoense και Icasa θα «ξεφούσκωναν» στην συνέχεια. Και μπορεί η Icasa να πέρασε μια αγωνιστική κρίση που εν τέλει της κόστισε και την άνοδο, ο «τυφώνας απ’ την δύση» όμως κάθε αγωνιστική εμφανιζόταν όλο και πιο ισχυρός. Ο τελικός απολογισμός έφερε την ομάδα από την Σάντα Καταρίνα να μάχεται με την Palmeiras για τον τίτλο, τερματίζοντας στην δεύτερη θέση. Αυτό ήταν. Η Chapecoense είχε επανέλθει στην ελίτ του Βραζιλιάνικου ποδοσφαίρου και η Arena Conda με τους 20.000 θεατές ανά αγωνιστική, θα απολάμβαναν στον Νότο τις μεγάλες δυνάμεις του ποδοσφαίρου.
ΑΠΟ ΤΟ ΖΕΝΙΘ ΣΤΟΝ ΑΦΑΝΙΣΜΟ
Η παρθενική σεζόν στην Serie A (υπό το σύγχρονο σύστημα της βραζιλιάνικης πυραμίδας) έφερε σημαντικές μεταγραφές και ενίσχυση από ομάδες, όχι και τόσο γνωστές ούτε στους ίδιους τους Βραζιλιάνους. Τρανό παράδειγμα αποτελεί ο Leandro Perreira, ο οποίος αφού εντυπωσίασε τους πάντες στο πολιτειακό πρωτάθλημα του Παρανά με την φανέλα «κάποιας» Cianorte, πήρε την «Chape» κυριολεκτικά από το χέρι και την οδήγησε στην παραμονή με τα δέκα τέρματά του τις τελευταίες δεκατέσσερις αγωνιστικές. H Arena Conda ήταν σχεδόν «απόρθητο κάστρο», καθώς από τους 20.000 παθιασμένους φιλάθλους, ανεπηρέαστες έμειναν μόνο οι Gremio, Corinthians, Vitoria και Figueirense. H εξασφάλιση της παραμονής ήταν ήδη ένα σπουδαίο κατόρθωμα. Και με τον ίδιο οδηγό πορεύτηκε και την επόμενη χρονιά. Η συνταγή ήταν ακριβώς ίδια, με τα κύρια συστατικά να είναι η ανακάλυψη άγνωστων παικτών από τα πολιτειακά πρωταθλήματα και η διατήρηση μιας ισχυρής έδρας. Leandro πλέον δεν υπήρχε στην Arena. Ο θαυματουργός Βραζιλιάνος της Cianorte είχε πουληθεί στην Palmeiras, όμως είχαν καταφθάσει οι -συγχωρεμένοι πλέον- Thiaguinho και Bruno Rangel. Αμφότεροι είχαν καταφθάσει από την Metropolitano. O πρώτος, σε ηλικία μάλιστα 21 ετών, είχε καταφέρει να κλέψει τις εντυπώσεις στις μόλις 16 συμμετοχές που είχε στο δεύτερο μισό της σεζόν, έχοντας τέσσερα κρίσιμα γκολ και έξι ασίστ. Ο δε δεύτερος ήταν αρκετά πιο έμπειρος και στα 33 του, φρόντιζε να επισκέπτεται αρκετά συχνά τα αντίπαλα δίχτυα, κάνοντας ότι και ο προκάτοχος του. Τα νούμερα; Ακριβώς ίδια. Η συγκομιδή βαθμών επίσης. Τα δέκα τέρματα του Rangel έφεραν και πάλι την Chape στους 47 βαθμούς, πέντε βαθμούς πάνω από την ζώνη του υποβιβασμού. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ο σύλλογος θα κέρδιζε και την συμμετοχή του στο Copa Sudamericana, επειδή δεν είχε καταφέρει να φτάσει στους «16» του εγχώριου Κυπέλλου. Δεν ξέρω πως και γιατί, αλλά όλες οι ομάδες από την 6η μέχρι και την 16η θέση είχαν πάρει ένα εισιτήριο για τον δεύτερο γύρο της δεύτερης τη τάξει διοργάνωση της Λατινικής Αμερικής. «Latinos’ shit»… Προχωράμε.
Έχοντας να αντιμετωπίσει πλέον τρεις διοργανώσεις και πάνω από 60 παιχνίδια την σεζόν, ο κορμός έμεινε ίδιος, ενώ επιπλέον κατέφθασαν παίκτες εγνωσμένης αξίας, που είχαν ήδη αποδείξει την αξία τους στο Λατινοαμερικάνικο και Ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτά των Cleber Santana και Tulio De Meloμε πλούσια καριέρα σε La Liga και Ligue1 αντίστοιχα. Και ενώ ο σύλλογος προχωρούσε απτόητος και προσηλωμένος στον στόχο της παραμονής στην Serie A, για πρώτη φορά στην ιστορία του θα είχε να αντιμετωπίσει και τις απαιτήσεις του Copa Sudamericana. Η κληρωτίδα την έβγαλε αντιμέτωπη με την Cuiaba. H ήττα με 1-0 στο πρώτο παιχνίδι της Arena Pantanal, ανατράπηκε με το θριαμβευτικό 3-1 εντός έδρας, με τον Lucas Gomes να δίνει το «σύνθημα» για την ανατροπή και τον Bruno Rangel να την επισφραγίζει με άλλα δύο τέρματα. Ακολουθούσε η φάση των 16 όπου αντίπαλος θα ήταν ένα από τα φαβορί της διοργάνωσης. Η Independiente της Αργεντινής. Φαβορί υπήρχε ξεκάθαρο και ήταν ένα. Όμως ο προπονητής, Caio Saroli είχε άλλα πλάνα. Ο «αρχιτέκτονας» εκείνης της Chapecoense παρέταξε με «ιταλική» νοοτροπία την ομάδα του στα διπλά παιχνίδια καταφέρνοντας να αποσπάσει ισάριθμες λευκές ισοπαλίες. Η πρόκριση θα κρινόταν στην διαδικασία των πέναλτι. Οι σχεδόν 18.000 οπαδοί έγιναν καρδιακοί. Μετά από 15 πέναλτι το σκορ ήταν στο 4-4. Ο Tagliafico –τότε της Independiente- είχε αστοχήσει από την άσπρη βούλα και όλοι κρέμονταν από τα πόδια του Thiagunhio. Ο εκλιπών παίρνει την απαραίτητη φόρα και στέλνει την μπάλα στα δίχτυα του Matias Rodriguez και η Chapecoense βρίσκεται στα ουράνια. Στην παρθενική της συμμετοχή σε διασυλλογική διοργάνωση είχε ήδη φτάσει στα προημιτελικά και μαζί με την Coritiba, ήταν οι μόνες που έδιναν Βραζιλιάνικο χρώμα στην διοργάνωση. Το ταξίδι φυσικά συνεχίστηκε, με την Junior της Κολομβίας να αποτελεί μάλλον ένα εύκολο εμπόδιο για τα προημιτελικά και με συνολικό σκορ 3-1, η ομάδα του Caio έβαζε πλώρη για τους διπλούς ημιτελικούς με την San Lorenzo. Και εκεί συνέβη το ακατόρθωτο. H San Lorenzo προερχόταν από μια μαγική διετία με πρωτάθλημα και Super Cup Αργεντινής, ενώ είχε κατακτήσει και το Copa Libertadores. Επειδή όμως ο ρόλος του αουτσάιντερ δεν τρόμαζε ποτέ την Chapecoense, τα έδωσε όλα για όλα. Μπροστά στους 47.000 θεατές του Nuevo Gasomestro, η ομάδα του Caio αν και βρέθηκε πίσω στο σκορ, ο Ananias στο 61ολεπτό έδωσε τη ισοπαλία στους «Πράσινους», και μαζί και ένα χρυσό εκτός έδρας γκολ. Γκολ που φυσικά το εκμεταλλεύτηκε στην ρεβάνς και η Chapecoense πριν καν το καταλάβει ήταν στον τελικό.
Τα προεόρτια για τον τελικό με την Atletico National είχαν ξεκινήσει αρκετές μέρες πριν τον πρώτο αγώνα που θα διεξαγόταν στο Medellin. Κόσμος και ομάδα βρίσκονταν στα… «ουράνια». Ακόμη και ο προπονητής, Caio Saroli, πριν την αναχώρηση της ομάδας για την Κολομβία είχε δηλώσει «ακόμη και αν πεθάνω αύριο θα είμαι χαρούμενος». Επειδή όμως η μοίρα είναι (συγχωρήστε με για την λέξη) πουτάνα, έγινε ακριβώς αυτό. Είναι πραγματικά τραγικό αν αναλογιστεί κανείς τα γεγονότα που οδήγησαν σε αυτήν την μοιραία τραγωδία. Η ομάδα επρόκειτο να πάρει πτήση τσάρτερ από το αεροδρόμιο Vai Vai, κατευθείαν για το Μεδεγίν. Λόγω όμως εναέριων περιορισμών, ήταν υποχρεωτική η στάση στην Σάντα Κρούζ Ντε Λα Σιέρρα της Βολιβίας. Από εκεί θα πήγαινε για ανεφοδιασμό σε ένα μικρό αεροδρόμιο στα σύνορα Βολιβίας και Βραζιλίας και κατόπιν θα αναχωρούσε για Κολομβία. Εξαιτίας όμως μιας καθυστέρησης, το αεροσκάφος δεν θα προλάβαινε έγκαιρα το σημείο ανεφοδιασμού μιας και αυτό θα έκλεινε. Ως plan B υπήρχε ο ανεφοδιασμός στην Μπογκοτά. Ο πιλότος της LaMia Airlines αποφάσισε ότι δεν χρειάζεται ανεφοδιασμό. Δεν σταμάτησε ποτέ στην πρωτεύουσα της Κολομβίας για καύσιμα, και λίγο πριν την άφιξη στο Μεδεγίν, τα μηχανολογικά προβλήματα που προκλήθηκαν εξαιτίας της έλλειψης καυσίμου και του επιπρόσθετου βάρους στο αεροσκάφους, οδήγησαν στην συντριβή. Πέρασαν αρκετά λεπτά μέχρι να συνειδητ