Η απαισιοδοξία έχει λιμνάσει στο Ολντ Τράφορντ, όμως αν δεις πίσω απ’ τα αποτελέσματα η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ επιτέλους κάνει βήματα εμπρός.
Το βράδυ της 15ης Δεκεμβρίου στο Ολντ Τράφορντ εκτυλίχθηκε ένα από τα εντυπωσιακότερα παιχνίδια της σύγχρονης ιστορίας της Πρέμιερ Λιγκ. Οκτώ γκολ, ανατροπές, συγκινήσεις μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο και τελικά τις δύο ομάδες, Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ και Μπόρνμουθ, να μοιράζονται από έναν βαθμό. Μια ποδοσφαιρική πανδαισία για τους ουδέτερους. Μια απ’ τα ίδια για τους φίλους των «Κόκκινων Διαβόλων», οι οποίοι αποχώρησαν από το γήπεδο για τρίτο σερί εντός έδρας παιχνίδι, χωρίς να πανηγυρίσουν νίκη της ομάδας τους.
Τελικά το ρόδι έσπασε χθες στην ίσως δυσκολότερη αποστολή, κόντρα στη Νιουκάστλ, όμως αυτό δεν λύνει τα προβλήματα μονομιάς. Απέναντι σε Έβερτον, Γουέστ Χαμ και Μπόρνμουθ, η Γιουνάιτεντ εμφάνισε διαφορετικά πρόσωπα, ο Ρούμπεν Αμορίμ στερήθηκε κομβικούς ποδοσφαιριστές λόγω τραυματισμών, όμως ένιωθες ότι με το πέρας του 90λεπτου όφειλε να πάρει την νίκη. Τουλάχιστον έτσι γαλουχήθηκαν γενιές και γενιές οπαδών, τις δεκαετίες που οι «Μπέμπηδες» του Σερ Άλεξ Φέργκιουσον, μεγαλούργησαν στο Νησί.

Στην κόκκινη πλευρά του Μάντσεστερ ακόμη κρίνεται δεδομένο πως ο σύλλογος υποχρεούται να κερδίζει και να διεκδικεί τρόπαια. Ωστόσο, μοιάζει σαν η σπίθα να έχει σβήσει. Εκείνες οι εποχές μας έχουν αφήσει ανεπιστρεπτί. Πάντως, στα δικά μου τουλάχιστον μάτια, το σύνολο του Αμορίμ κάνει συνεχώς θετικά βήματα προς τα εμπρός, με τον Πορτογάλο να οικοδομεί καθημερινά την επόμενη ημέρα του συλλόγου. Μένει να φανεί αν θα αντέξει στην ανελέητη πίεση, αλλά και αν απαιτήσει από τους ανωτέρους του να πράξουν τα δέοντα.
Από το 20ό και τελευταίο πρωτάθλημα της ομάδας, έχουν περάσει από το τιμόνι της πέντε προπονητές, χωρίς να υπολογίζουμε την προσωρινή επικουρική θητεία των Γκιγκς, Κάρικ και Ράνγκνικ. Πέντε προπονητές, πέντε διαφορετικά πρότζεκτ, δώδεκα χρόνια ανομβρίας. Οι πιο… αισιόδοξοι οπαδοί συνεχίζουν να αποκαλούν αυτή τη δωδεκαετία ως «μεταβατική περίοδο», ενώ από την άλλη ο μέσος πεσιμιστής φίλος της ομάδας μάλλον διαβλέπει «πέτρινα χρόνια». Όμως, απομονώνοντας τη φασαρία των επί παντός επιστητού ειδικών, οι οποίοι απαιτούν απολύσεις, σιχτιρίζουν και μεμψιμοιρούν, μοναδικός κριτής στέκεται η απόδοση εντός των τεσσάρων γραμμών. Και η φετινή Γιουνάιτεντ ας μου επιτραπεί να πω, πώς δεν έχει σχέση με καμία άλλη σύγχρονη έκδοση.
Οι επιθετικές αρετές
Φέτος παρακολουθούμε την καλύτερη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ από άποψη σκοραρίσματος και δημιουργίας. Πρόκειται για την δεύτερη παραγωγικότερη επίθεση του πρωταθλήματος αυτήν τη στιγμή με 32 γκολ, αλλά και την κορυφαία σε δημιουργία φάσεων. Το ποδόσφαιρο του Αμορίμ λίγες φορές δεν έχει αποδόσει επιθετικά, με τους παίκτες του να βρίσκουν δίχτυα σε όλα τα φετινά παιχνίδια εκτός από τρία. Μόνο οι διεκδικητές του τίτλου Άρσεναλ και Μάντσεστερ Σίτι, αλλά και οι γενναίοι δέκα του Μόγιες, κράτησαν ανέπαφη την εστία τους απέναντι στο σύνολο του Πορτογάλου τεχνικού. Μα, ποδόσφαιρο δεν είναι μόνο η επίθεση κι αν επιθυμείς να κάνεις πρωταθλητισμό πρέπει να διαθέτεις το ολοκληρωμένο πακέτο.

Δεν μπορείς να διδάξεις άμυνα
Δεν χρειάζεται να είσαι ειδικός για να εντοπίσεις το πρόβλημα. Δεν είναι λίγες οι φορές μέσα στα 90 λεπτά του αγώνα, κατά τις οποίες το σύνολο του Αμορίμ παρουσιάζεται ασύνδετο, με κενά στη μεσαία γραμμή και δίχως ένταση στην πίεση, αλλά και στην αμυντική μετάβαση. Όσο εύκολο ήταν να εκδιωχθεί ο Κριστιάνο Ρονάλντο για την αδιαφορία του σε οποιοδήποτε κομμάτι δεν εξυπηρετούσε τη γιγάντωση της υστεροφημίας του, άλλο τόσο εύκολα λοιδορήθηκε ο Τεν Χαγκ, ο οποίος δεν κατάφερε ποτέ να διορθώσει τα κακώς κείμενα.
Οι αποδιοπομπαίοι τράγοι αρκετοί, μα κι ο ελέφαντας στο δωμάτιο στέκει αγέρωχος. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ δέχεται γκολ με κάθε πιθανό κι απίθανο τρόπο. Δεν είναι μόνο μεγάλος ο αριθμός των ευκαιριών που επιτρέπει, αλλά και η ευκολία των αντιπάλων να παραβιάσουν την εστία της. Γκολ από στημένες φάσεις, από πλάγια άουτ (ειδικότερα φέτος), αλλά κυρίως από χαμένες προσωπικές μονομαχίες. Αμυντική λειτουργία δίχως αυτοπεποίθηση και χωρίς ένταση, σε ένα αμυντικό πλάνο, που στερείται σκοπιμότητας.
Θυμάμαι μία από τις τελευταίες σεζόν του Ντε Χέα στην ομάδα. Ο Ισπανός βρισκόταν σταθερά στην πρώτη τριάδα τερματοφυλάκων με τις περισσότερες αποκρούσεις, στατιστικό που ναι μεν κολακεύει τις ικανότητές του, αλλά υπογραμμίζει την κάτω του μετρίου αμυντική προσήλωση των συμπαικτών του. Εκείνη τη χρονιά οι «Κόκκινοι Διάβολοι» δέχονταν σχεδόν όσες επιθέσεις δεχόταν και η ξεζουμισμένη υπό τις οδηγίες Μπιέλσα, Λιντς, ενώ ο Ντε Χέα ανταγωνιζόταν σε επεμβάσεις τον Γάλλο Μελιέ. Ο δρόμος προς τον πρωταθλητισμό απαιτεί καλύτερες επιδόσεις στα μετόπισθεν και κρίνεται απαραίτητο η ομάδα να ενισχυθεί περαιτέρω.

Το περασμένο καλοκαίρι η διοίκηση έβαλε βαθιά το χέρι στην τσέπη με την απόκτηση ποδοσφαιριστών εγνωσμένης αξίας, αλλά κυρίως «ψημένων» στην Πρέμιερ Λιγκ. Εμπέουμο και Κούνια έχουν ανεβάσει επίπεδο τη γραμμή κρούσης, ξεχωρίζοντας με την απόδοση τους από το πρώτο κιόλας παιχνίδι. Η ίδια προσέγγιση επιβάλλεται και για τις θέσεις των κεντρικών αμυντικών και κεντρικών χαφ, οι οποίες είναι είτε υποστελεχωμένες, είτε στερούνται ποιότητας.
Η αγγλική αγορά
Εξαιρετικές περιπτώσεις αθλητών εντοπίζονται σε αρκετές ομάδες του νησιού. Ο Αμορίμ δεν είναι ο μοναδικός πρεσβευτής του 3-4-3, καθώς η ελκυστική Κρίσταλ Πάλας του Γκλάσνερ αγωνίζεται με ακριβώς το ίδιο σύστημα. Ο Λακρουά ηγείται της αμυντικής τριάδας στο πλάνο του Αυστριακού τεχνικού και μάλιστα δεν έχει χάσει δευτερόλεπτο αγωνιστικής δράσης. Τα αθλητικά χαρακτηριστικά του και ο δυναμισμός του, τον καθιστούν ιδανική επιλογή, μιας και ο Αμορίμ ακόμη παιδεύεται να βρει τον εκλεκτό για το κέντρο της τριάδας του.
Πέραν του Λακρουά, αξιόπιστες λύσεις συνιστούν και οι Μουρίγιο, Μπράνθγουειτ και Σενέσι των Νότιγχαμ Φόρεστ, Έβερτον και Μπόρνμουθ αντίστοιχα. Όλοι τους αριστεροπόδαροι με καλή τεχνική κατάρτιση και δυνατοί στον αέρα (κυρίως ο Μπράνθγουειτ). Ο νεαρός Άγγλος αντιμετωπίζει πρόβλημα τραυματισμού και παραμένει εκτός δράσης, ωστόσο αποτελεί μια καλή λύση με το βλέμμα και στο μέλλον. Από το παρόν ρόστερ ο Λουκ Σο εκτελεί χρέη κεντρικού αμυντικού, ενώ οι συνεχείς τραυματισμοί του Λισάντρο Μαρτίνεζ δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη. Ο βασικός στα τελευταία παιχνίδια, και MVP στη νίκη επί της Νιουκάστλ, Είντεν Χέιβεν δείχνει προοπτική, όμως μην ξεχνάμε πως είναι μόλις 19 ετών και ενάμιση μήνα πριν δεν έμπαινε καν αποστολή.

Για την ταλαιπωρημένη μεσαία γραμμή, τα πράγματα είναι ακόμη πιο χαοτικά. Ο Μπρούνο Φερνάντες με παρτενέρ τον Κασεμίρο, μοιάζουν να μην έχουν βοήθεια από τον πάγκο. Ο Κόμπι Μέινου δεν λαμβάνει αρκετές ευκαιρίες από τον προπονητή του, ενώ κι ο Μανουέλ Ουγκάρτε περιορίζεται σε σκόρπιες και κυρίως μέτριες εμφανίσεις. Ο Έλιοτ Άντερσον διάγει την κορυφαία σεζόν της καριέρας του στο Νότιγχαμ και πιθανώς «κουμπώνει» καλά στον άξονα μαζί με τον Φερνάντες. Η ικανότητα του να καλύπτει χώρους και να τρέχει ασταμάτητα, του χάρισαν και την κλήση στην εθνική ομάδα και δεν αποκλείεται να ταξιδέψει και στις Ηνωμένες Πολιτείες για το Παγκόσμιο Κύπελλο. Ως άλλες καλές λύσεις θα μπορούσαν να προταθούν οι Άλεξ Σκοτ της Μπόρνμουθ και Κάρλος Μπαλέμπα της Μπράιτον, με τον τελευταίο να βρίσκεται ήδη στα ραντάρ των «Κόκκινων Διαβόλων» από το καλοκαίρι.
Το σύμπλεγμα του Ιωνά
Κατά τον Αβραάμ Μάσλοου, πατέρα της ανθρωπιστικής ψυχολογίας, υπάρχουν άτομα που βουλιάζουν στην εσωστρέφεια λόγω του φόβου τους στην αυτοπραγμάτωση. Έχει παρατηρηθεί, συνάνθρωποί μας να μην εκπληρώνουν το πεπρωμένο τους και να αρνούνται τα ταλέντα τους, τρομαγμένοι από τη θέαση του ανώτερου εαυτού τους. Ο φόβος ενός καλύτερου εαυτού και οι αρνητικές σκέψεις τείνουν να απομακρύνουν το εκάστοτε άτομο από την προσωπική του επιτυχία, ενεργοποιώντας την απογοήτευση, την έλλειψη αυτοεκτίμησης και προσκαλώντας μια επακόλουθη εμμονή στη μετριότητα.
Έτσι αισθάνομαι πως συμπεριφέρεται και η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Ένας σύλλογος με οικονομικούς πόρους, τεράστια οπαδική βάση σε όλον τον πλανήτη, μα και μνημειώδη ιστορία στο ποδοσφαιρικό στερέωμα. Δώδεκα έτη αφότου χρίστηκε πρωταθλήτρια, εκκίνησε εκ νέου από το μηδέν, με σκοπό να επιστρέψει στις επιτυχίες, μα συνεχίζει να επιπλέει στην αφάνεια. Ίσως δεν είναι η σειρά της να πρωταγωνιστήσει ακόμα. Ωστόσο είναι απογοητευτικό η πάλαι ποτέ υπερδύναμη του αγγλικού ποδοσφαίρου, να μην προξενεί δέος στους αντιπάλους της. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έχει μοναδικό εχθρό τον εαυτό της και μια βαθιά ενδοσκόπηση στο εσωτερικό της, ενδέχεται να φανερώσει τα εγγενή ζητήματά της.

Στήριξη στον προπονητή
Το Magnum Opus του Ρούμπεν Αμορίμ, η Σπόρτινγκ Λισαβόνας, υιοθετώντας μέχρι κεραίας το πλάνο του προπονητή της, έπαιξε ανταγωνιστικό και θελκτικό ποδόσφαιρο, κατέκτησε τίτλους και έφερε νεαρούς αθλητές στο προσκήνιο. Ακριβώς δηλαδή όσα επιβάλλεται να επιτυγχάνει κάθε υγιής σύλλογος. Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ δεν είναι Σπόρτινγκ και η Πρέμιερ Λιγκ δεν συγκρίνεται με το πορτογαλικό πρωτάθλημα. Όμως ταυτόχρονα, οι ιδέες, η τακτική, ακόμη και οι εμμονές ενός νεοφερμένου τεχνικού, πρέπει να στηρίζονται.
Το πλάνο τριετίας, το οποίο έθεσε η διοίκηση, ίσως δεν φτάνει όσο το ρόστερ παραμένει φτωχό. Ο Αρτέτα χρειάστηκε περισσότερο χρόνο και τεράστια στήριξη από το ιδιοκτησιακό καθεστώς, με σκοπό να μετατρέψει την Άρσεναλ σε υπολογίσιμη δύναμη. Και μην ξεχνάμε τον θρυλικό Σερ Άλεξ, που ανέλαβε τα ηνία της ομάδας τον Νοέμβριο του 1986 και το τέλος εκείνης της δεκαετίας τον έβρισκε λίγο πάνω από τη ζώνη του υποβιβασμού.
Ιεροσυλία εννοείται! Δεν προκύπτει καμία σύγκριση, ούτε είναι απαραίτητη. Αλλά η ιστορία μας διδάσκει ότι απαιτείται υπομονή. Είτε είσαι ο πρώην προπονητής της Αμπερντίν, είτε ο πλέον ταλαντούχος τεχνικός στην Ευρώπη, τον οποίο επιθυμούσε διακαώς η Λίβερπουλ ως αντικαταστάτη του Κλοπ. Στήριξη και υπομονή…


















