Ουδείς θα ξεχάσει την ανείπωτη τραγωδία του Χέιζελ. Ήταν 29 Μαΐου του 1985, όταν το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο έζησε την πιο σκοτεινή του νύχτα.
29 Μαΐου, 1985. Ανήμερα μιας γιορτής, ενός τελικού της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης, το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο βυθίστηκε στην «κόλαση» του χουλιγκανισμού και της ανευθυνότητας των διοργανωτών, στην τραγωδία του Χέιζελ, που άφησε ανεξίτηλα σημάδια στην ιστορία της Λίβερπουλ και στο άθλημα στο σύνολο του στη Γηραιά Ήπειρο.
Στο Χέιζελ των Βρυξελλών, εθνικό στάδιο του Βελγίου, οι δύο καλύτερες εκείνη την περίοδο ομάδες της Ευρώπης επρόκειτο να τεθούν αντιμέτωπες στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών. Η Λίβερπουλ θα αντιμετώπιζε τη Γιουβέντους, με τους Ιταλούς να έχουν αφήσει εκτός στα ημιτελικά με τρομερή ανατροπή την Μπορντό και τους «Κόκκινους» τον δικό μας Παναθηναϊκό του Δημήτρη Σαραβάκου και του Χουάν Ραμόν Ρότσα. Η ποδοσφαιρική Ευρώπη ανέμενε με μεγάλο ενδιαφέρον αυτόν τον τελικό, που έφερνε αντιμέτωπα τα βαρύτερα ονόματα της τότε εποχής.

Η ομάδα του Τζο Φάγκαν βρισκόταν για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά στον τελικό της διοργάνωσης, ξανά κόντρα σε Ιταλούς, αποφασισμένη να υπερασπιστεί τον τίτλο της. Τον Μάιο του 1984 είχε επικρατήσει της Ρόμα μέσα στο Ολίμπικο, μετά από μία συναρπαστική διαδικασία πέναλτι (1-1 το σκορ στην κανονική διάρκεια), όπου έχει μείνει στις μνήμες των οπαδών για το «τρικ» του εμβληματικού Μπρους Γκρόμπελαρ απέναντι στον Φραντσέσκο Γκρατσιάνι, που τον οδήγησε να χάσει το κρίσιμο πέναλτι και να χαρίσει το τρόπαιο στη Λίβερπουλ. Ένας αγώνας γιορτής για τους Άγγλους, ένας αγώνας εκδίκησης για τους Ιταλούς. Ή έστω έτσι νόμιζαν γιατί ο αγώνας πέρασε σε δεύτερη μοίρα…
Περίπου μια ώρα πριν την προγραμματισμένη έναρξη του τελικού συνέβη το απευκταίο. Όλα ξεκίνησαν όταν κάποιος πέταξε ένα μπουκάλι, πυροδοτώντας μια λυσσαλέα ανταλλαγή αντικειμένων ανάμεσα στις δύο πλευρές. Οι οπαδοί της Γιουβέντους οπισθοχώρησαν προς το κάτω μέρος της εξέδρας, στριμώχνοντας όσους βρίσκονταν εκεί. Οι οπαδοί της Λίβερπουλ κατευθύνθηκαν προς το μέρος τους, παραβιάζοντας το κιγκλίδωμα που τους χώριζε, και τότε η μάχη ξεκίνησε.

Οι Ιταλοί στριμώχθηκαν επικίνδυνα στον τοίχο, που βρισκόταν πίσω τους και χώριζε την εξέδρα τους από την ουδέτερη ζώνη του τομέα Ζ. Η πίεση η οποία δημιουργήθηκε τελικά έκανε τον τοίχο να καταρρεύσει, κάποιοι κατάφεραν να αναρριχηθούν πάνω στα συντρίμμια και να γλιτώσουν, κάποιοι όμως ποδοπατήθηκαν μέσα σε αυτόν τον κυκεώνα σκόνης, τούβλων και άψυχων σωμάτων. Μέσα σε μερικές στιγμές 39 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, μεταξύ των οποίων 32 Ιταλοί, τέσσερις Βέλγοι, δύο Γάλλοι και ένας Βορειοϊρλανδός, ενώ εκατοντάδες άλλοι τραυματίστηκαν!
Στη συνέχεια ξέσπασαν σφοδρά επεισόδια, με τους Ιταλούς οπαδούς να θέλουν να πάρουν το αίμα τους πίσω από τους Βρετανούς και την αστυνομία να καλείται να αντιμετωπίσει την μάνητά τους. Οι ποδοσφαιριστές των δύο ομάδων ενημερώθηκαν για τα επεισόδια, αλλά όχι για την ύπαρξη νεκρών και βγήκαν στον αγωνιστικό χώρο να ηρεμήσουν τα πλήθη προκειμένου να γίνει το παιχνίδι, καθώς αυτές οι εντολές τους είχαν δοθεί από την ευρωπαϊκή ομοσπονδία. Χαρακτηριστικά, ο Ρόνι Γούιλαν είχε δηλώσει πως αν ήξεραν πως υπήρχαν νεκροί, δεν θα έβγαιναν να παίξουν.

Το παιχνίδι τελικά θα ξεκινήσει και ο τραγέλαφος θα συνεχιστεί κι εντός αγωνιστικού χώρου. Θέλοντας να μετριαστεί η οργή των Γιουβεντίνων για τα τραγικά συμβάντα που είχαν προηγηθεί, ο Ελβετός ρέφερι Αντρέ Ντάινα δεν δίστασε να σπρώξει απροκάλυπτα τη Γιουβέντους στη νίκη χάρη σε ένα ανύπαρκτο πέναλτι που δόθηκε στον Ζμπίγκνιεφ Μπόνιεκ και εκτέλεσε εύστοχα ο Μισέλ Πλατινί. Το αποτέλεσμα και το αιματοβαμμένο τρόπαιο δεν γιάτρεψαν κανέναν, δεν ανέστησαν τους νεκρούς, δεν απάλυναν τις πληγές. Ο αγώνας ξεχάστηκε σαν να μην έγινε ποτέ. Δεν υπάρχει «τελικός του Χέιζελ», μόνο η «τραγωδία του Χέιζελ».
Αυτή η μαύρη νύχτα αποτελεί έκτοτε μνημείο πόνου για το ποδόσφαιρο, αλλά και οδηγό για τη μετέπειτα εξέλιξη του, καθώς οι ευθύνες γι’ αυτήν την τραγωδία βαραίνουν τόσο τις αρχές για την προχειρότητα και την απουσία επόπτευσης στις κερκίδες, όσο και την ευρωπαϊκή ομοσπονδία που αποφάσισε την διεξαγωγή ενός τόσο σπουδαίου παιχνιδιού σε ένα απαρχαιωμένο στάδιο σαν το Κινγκ Μποντουέν, κι επέμεινε στην ολοκλήρωση του πάνω στα κενά σώματα των αδικοχαμένων οπαδών…