Έχοντας περάσει τρεις χιαστούς και 897 μέρες τραυματίας, ο Τζόντι Τζόουνς επέστρεψε στη Φούτμπολ Λιγκ κι έκτοτε είναι μακράν πρώτος σε ασίστ.
Δεν είναι εύκολη υπόθεση να αποθεώσεις τον… μανατζερικό σου ήρωα, όταν επιλέγεις ομάδες αποκλειστικά από τις χαμηλότερες κατηγορίες του αγγλικού ποδοσφαίρου. Στις αρχές της περασμένης δεκαετίας και για περίπου πέντε σερί εκδόσεις του Football Manager, η προπονητική μου ζωή ξεκινούσε και τελείωνε στην Ντάγκεναμ εντ Ρέντμπριτζ της League Two. Ακλόνητο φαβορί κάθε χρόνο να υποβιβαστεί στην Κόνφερενς, στόχος μου ήταν φυσικά να ακολουθήσει το αντίθετο δρομολόγιο. Φυσικά δεν ήταν όλες οι προσπάθειες επιτυχημένες, αφού τη μοναδική φορά που καθοδήγησα τους «Ντάγκερς» ως την Πρέμιερ Λιγκ ήταν στο παιχνίδι για τη σεζόν 2014/15, τη σεζόν που έκανε ντεμπούτο στην ομάδα ο 17χρονος τότε Τζόντι Τζόουνς.
Δεν είμαι σίγουρος ότι ήταν ο πιο ταλαντούχος ανήλικος στην κατηγορία. Δεν είμαι καν σίγουρος ότι ήταν ο παίκτης με το μεγαλύτερο potential στην Νταγκ εντ Ρεντ. Είμαι σίγουρος όμως πως όταν είδα για πρώτη φορά τον λιανό, κοτσιδοφόρο, κάτι μεταξύ ακραίου και δεύτερου επιθετικού, άσσο, δεν θα τον ξεχνούσα εύκολα, ακόμα κι αν δεν πετύχαινε στην πραγματική ζωή, όπως έκανε στο video-game. Για τους λάτρεις της στατιστικής, σε εκείνο μου το save, μόνο ο απίθανος Τζόντι και ο αρχηγός -μου-, Αμπού Ογκόγκο, έμειναν βασικοί από την πρώτη χρονιά μέχρι και την Πρέμιερ Λιγκ.
Ας επανέλθουμε όμως στην πραγματικότητα, όπου τα πράγματα δεν κύλησαν και τόσο ρόδινα για τον Τζόουνς. Γεννημένος στο Μπόου του Ανατολικού Λονδίνου, έκανε τα πρώτα του βήματα στη φημισμένη ακαδημία της Σενράμπ, πέρασε δοκιμαστικά από τις Άρσεναλ και Γουέστ Χαμ, και τελικά λίγο πριν κλείσει τα 13 χρόνια ζωής, εισήχθη στις τάξεις της Νταγκ εντ Ρεντ. Έγινε ο νεότερος παίκτης στην ιστορία της, έγραψε 40 συμμετοχές πριν καν ενηλικιωθεί και με έναν ασυνήθιστο τρόπο αποχώρησε για την Κόβεντρι, αφού ο σύλλογος, που τότε αγωνιζόταν στη League One, τον πήρε με καθεστώς επείγοντος δανεισμού (εκτός μεταγραφικής περιόδου) και τον αγόρασε, αφού έπεισε άπαντες με την παρουσία του.
Η πρώτη του κανονική σεζόν (2016/17) στη Ρίκο Αρίνα ήταν εξίσου καλή, αν όχι καλύτερη, παρά τον υποβιβασμό της ομάδας. Ο Τζόουνς κατέκτησε το EFL Trophy, διοργάνωση στην οποία τερμάτισε πρώτος σε ασίστ (4), σημείωσε 45 επίσημες εμφανίσεις (34 για το πρωτάθλημα) και τράβηξε πάνω του τα βλέμματα από μεγαλύτερες κατηγορίες, με τη Λιντς να δεσμεύεται πως θα τον παρακολουθεί όλη τη νέα χρονιά ώστε, είτε στα μισά της, είτε στο τέλος της, να τον φέρει στο Έλαντ Ρόουντ.
Άλλο που δεν ήθελε ο Λονδρέζος εξτρέμ, αφού ξεκίνησε σε δαιμονισμένη φόρμα τη σεζόν, κάνοντας χατ-τρικ στην πρεμιέρα και μετρώντας πέντε τέρματα και οκτώ ασίστ μέχρι τον Νοέμβριο. Τότε όμως, σε έναν εκτός έδρας αγώνα κόντρα στη Στίβενεϊτζ, το αριστερό του γόνατο τον πρόδωσε. Ο Τζόουνς κατέρρευσε στον αγωνιστικό χώρο και το αδύναμο σκαρί του χρειάστηκε σχεδόν δέκα μήνες για να επιστρέψει. «Την πρώτη φορά ένιωσα πως αν τα παρατήσω θα είμαι ένας δειλός, που προδίδει τους πάντες που τον βοήθησαν να φτάσει ως εδώ στην καριέρα του».
Το ενδιαφέρον της Λιντς ήταν πια μακρινό παρελθόν, όμως τη σεζόν του τραυματισμού του, η Κόβεντρι είχε καταφέρει να επιστρέψει στη League One. Η προοπτική ήταν ακόμα εκεί, ο προπονητής του, Μαρκ Ρόμπινς, πίστευε και με το παραπάνω στο ταλέντο του και ο Τζόουνς ήταν άλλωστε ακόμα 20 ετών. Επέστρεψε στις αποστολές τον Σεπτέμβριο του 2018, πήρε λεπτά ως αλλαγή σε οκτώ παιχνίδια πρωταθλήματος και σαν πρόβα τζενεράλε, αγωνίστηκε ως βασικός στο EFL Trophy απέναντι στην Τσέλτεναμ. Όλα έμοιαζαν έτοιμα για την επιστροφή του στην ενδεκάδα, όμως αυτό δεν έμελλε να συμβεί. Σχεδόν έναν χρόνο μετά τον πρώτο τραυματισμό του, σε μία καθημερινή προπόνηση, υπέστη ξανά ρήξη χιαστού στο ίδιο γόνατο!
Τρομερά απογοητευμένος, αλλά και φοβισμένος αυτήν τη φορά, ο Τζόουνς χρειάζεται έναν χρόνο για να επιστρέψει. Μέσα σε έναν μήνα αγωνίζεται μόλις 43 λεπτά σε FA Cup και EFL Trophy, όμως η Κόβεντρι κυνηγά όχι απλά την άνοδο στην Τσάμπιονσιπ, αλλά και τον τίτλο του πρωταθλητή. Φυσιολογικά ο αδύναμος, σωματικά και ψυχολογικά εξτρέμ εξοστρακίζεται. Δεν βρίσκεται ξανά σε αποστολή μετά τον Φεβρουάριο, όμως έχει τη χαρά να πανηγυρίσει μαζί με τους συμπαίκτες του ένα πρωτάθλημα.
Ο σύλλογος αποφασίζει για μία ακόμη φορά να στηρίξει τον Τζόουνς. Δεν τον δανείζει, παρά το ενδιαφέρον από χαμηλότερες κατηγορίες. Δεν τον (ξε)πουλά. Αυτό τον γεμίζει με αυτοπεποίθηση, καθώς στα φιλικά σκοράρει, δίνει ασίστ και δείχνει να απολαμβάνει και πάλι το παιχνίδι. Η Τσάμπιονσιπ για την Κόβεντρι ξεκινά στις 12 Σεπτεμβρίου, με ένα ταξίδι στην έδρα της Μπρίστολ Σίτι. Στις 11 Σεπτεμβρίου όμως, στην τελευταία προπόνηση πριν την έναρξη της σεζόν, ο Τζόουνς αποχωρεί απ’ αυτήν, παραπονούμενος για πόνο στο γόνατο. Ευτυχώς δεν είναι το δεξί γόνατο…
«Δεν ένιωσα το ίδιο, ίσως γιατί το είχα ήδη περάσει. Έκανα τη μαγνητική και γύρισα σπίτι, περιμένοντας τα αποτελέσματα. Έτρεχα κι έλεγα στον εαυτό μου: “Θα είσαι μία χαρα”. Έκανα καθίσματα, έκανα άλματα. Ήθελα να σιγουρευτώ. Τότε με πήρε ο ατζέντης μου, όταν τον άκουσα να κλαίει, πάγωσα. Ξαφνικά ο πόνος έγινε αφόρητος, δεν μπορούσα ούτε να περπατήσω. Η πραγματικότητα με χτύπησε. “Τι θα κάνω τώρα; Είμαι σε μεγάλους μπελάδες”, αναρωτήθηκα. Δεν άντεχα να παραδεχτώ πως θέλω να τα παρατήσω, αλλά έλεγα στην οικογένειά μου: “Μου αρέσουν τα αθλήματα, μπορώ να το διδάξω αυτό. Ίσως θα μπορούσα να γίνω καθηγητής αθλητικής αγωγής”. Δεν πίστευα ότι θα παίξω ξανά επαγγελματικά. Η μητέρα μου δεν είχε καπνίσει για εφτά, οκτώ χρόνια, όμως όταν τραυματίστηκα για τρίτη φορά το άρχισε πάλι. Την απείλησα πως θα κόψω το ποδόσφαιρο, αν δεν σταματήσει».
Το πρώτο δώρο που έλαβε ο Τζόουνς, με ευχές για ταχεία ανάρρωση, ήταν από τον Τζέιμς Μάντισον. Οι δύο τους υπήρξαν συμπαίκτες μόλις για λίγους μήνες την άνοιξη του 2016, όντας αμφότεροι δανεικοί στην Κόβεντρι. Μαζί του επικοινώνησαν και άλλοι διάσημοι αστέρες, όπως οι Κάλαμ Γουίλσον και Τζέιμι Βάρντι. Για τη σεζόν 2020/21 ο 23χρονος τότε εξτρέμ δεν αγωνίστηκε ούτε λεπτό, δεν μπήκε καν στην αποστολή. Αφοσιώθηκε στην πλήρη ανάρρωσή του, όμως γνώριζε καλά πως, παρά την αμέριστη στήριξη του συλλόγου, το μέλλον του δεν ήταν εκεί. Όσο αυτός έχανε ολόκληρες χρονιές κι έκανε… guest εμφανίσεις για κανένα δίμηνο το πολύ, η ομάδα του μεγάλωνε, ονειρευόταν πια την άνοδο στην Πρέμιερ Λιγκ.
Ο Τζόουνς έκανε κάποιες «τιμητικές» εμφανίσεις στο πρώτο μισό της σεζόν 2021/22, όμως δεν υπολογιζόταν. Τα 20λεπτα, στην καλύτερη, ως αλλαγή δεν επρόκειτο να τον ωφελήσουν. Δεν είχε το παραμικρό παράπονο από την Κόβεντρι, το αντίθετο μάλιστα, όμως όταν η Όξφορντ ενδιαφέρθηκε για την απόκτησή του το καλοκαίρι του 2022, δεν μπορούσε να αρνηθεί. Θα «κατέβαινε» μία κατηγορία, όμως η ομάδα είχε καλές προοπτικές και ο ίδιος θα έκανε μία νέα αρχή.
Η πραγματικότητα όμως ήταν διαφορετική. Τα σποραδικά 20λεπτα στην Κόβεντρι και την Τσάμπιονσιπ, έγιναν ακόμα πιο σποραδικά και δεν ήταν καν 20λεπτα σε μία κατηγορία χαμηλότερα, και μία ομάδα σαφώς χειρότερη. Οι προσδοκίες γύρω από το πρόσωπό του έπεσαν πια τόσο, που όταν μόλις λίγους μήνες αργότερα η Νοτς Κάουντι κινήθηκε για τον δανεισμό του, τόσο η Όξφορντ, όσο κι αυτός, δέχθηκαν αδιαμαρτύρητα τη μετακίνησή του στην ημι-επαγγελματική Νάσιοναλ Λιγκ. Μάλιστα όταν τον Φεβρουάριο του 2023 βρέθηκε στο βασικό σχήμα για τον αγώνα απέναντι στην Τσέστερφιλντ, ήταν η πρώτη του φορά σε ενδεκάδα για αγώνα πρωταθλήματος μετά το «μακρινό» 2017.
Ακόμα και στο Νότιγχαμ πάντως, για αρκετό καιρό, ο Τζόουνς δεν έκανε τη διαφορά. Τελείωσε το πρωτάθλημα πριν τα πλέι-οφ, με μόλις ένα γκολ και μία ασίστ, ενώ έπαιξε ολόκληρο 90λεπτο μόλις δύο φορές. Η Νοτς Κάουντι του υπερηχητικού Μακόλεϊ Λάνγκσταφ, των 42 γκολ, τερμάτισε 2η πίσω από τη Ρέξαμ και έμελλε να κρίνει την άνοδό της στη διαδικασία των πλέι-οφ. Αντίπαλος στα ημιτελικά η Μπόρχαμ Γουντ, που κατάφερε να σοκάρει τη γηπεδούχο Κάουντι, και να προηγηθεί με 0-2 στο ημίχρονο. Όλα έμοιαζαν τελειωμένη υπόθεση. Όταν ο Τζόουνς πέρασε στο παιχνίδι δώδεκα λεπτά πριν το τέλος, με το σκορ στο 1-2, τα περιθώρια τελείωναν. Λίγοι θα πόνταραν πως αυτός θα ήταν ο πρωταγωνιστής. Κι όμως με ασίστ στο 90+6′ και γκολ στο 120′, ο διεθνής με τη Μάλτα (!) λόγω καταγωγής του πατέρα του, διπλασίασε την «ταρίφα» της σεζόν κι έστειλε την ομάδα του στον τελικό, και στη συνέχεια στη Φούτμπολ Λιγκ.
«Είχα πάρει την μπάλα του γιου μου και επαναλάμβανα τη φάση ξανά και ξανά μέσα στο σπίτι. Έλεγα στη σύντροφό μου: “Και είναι ο Τζόουνς, στέλνει τη Νοτς στο Γουέμπλεϊ”. Προσπαθούσα να το ζήσω και πάλι. Αν δεν το πιστεύεις, δεν πρόκειται να καταφέρεις τίποτα. Έχω δει αυτήν τη φάση πάνω από 50 φορές. Θυμάμαι ότι όταν σκόραρα προσπαθούσα να βγάλω τη φανέλα. Ήμουν τόσο ενθουσιασμένος, που δεν ήξερα τι να κάνω. Είδα όλο τον πάγκο να έρχεται πάνω μου, ο προπονητής ήθελε να με φτάσει και να με αγκαλιάσει, όμως εγώ απλά συνέχιζα να τρέχω τρελαμένος». Μετά από έξι μίζερα, επίπονα και απογοητευτικά χρόνια, ο Τζόουνς είχε μία έκρηξη χαράς.
Κάπου εδώ η ιστορία μας θα έπρεπε να τελειώσει. Η εκπλήρωση του πεπρωμένου ενός ποδοσφαιριστή παρατημένου από τη μοίρα. Το αρχέτυπο ενός ήρωα, που μετά από μύρια προβλήματα και δυσκολίες, καταφέρνει σε μία θεϊκή στιγμή να γίνει θρύλος, να γίνει αθάνατος. Και πάλι θα ήταν ενδιαφέρουσα, έστω κι αν δεν μοιάζει κι εντελώς απίθανο, ένας παίκτης καμωμένος για το κορυφαίο επίπεδο, να αναγκάζεται να παίξει στο ημι-επαγγελματικό και να ξεχωρίσει. Εντάξει, αυτό στην Αγγλία σίγουρα έχει συμβεί ξανά. Αυτό που κάνει στη συνέχεια ο Τζόουνς όμως σίγουρα όχι. Μείνετε μαζί μας, γιατί η «ταινία» έχει δεύτερο τέλος, όπως γινόταν παλιότερα, όμως αυτό είναι καλύτερο από το πρώτο.
Όπως είναι λογικό λοιπόν, η Νοτς Κάουντι αγοράζει το περυσινό καλοκαίρι τον ήρωα των πλέι-οφ και τον επανασυστήνει στη Φούτμπολ Λιγκ. Τώρα δεν έχει κοτσίδα, αλλά man-bun. Τώρα δεν είναι 17 ετών, αλλά 26. Τώρα δεν είναι το νεαρό ταλέντο, αλλά ο μόνιμος τραυματίας, ο παλαίμαχος, ο «γυάλινος». Η ομάδα του άλλωστε συγκαταλέγεται στα φαβορί για υποβιβασμό και ας μην ξεχνάμε ο ίδιος στα μισά παιχνίδια πρωταθλήματος στη Νάσιοναλ Λιγκ, δεν έχει βρεθεί καν στη βασική ενδεκάδα. Όσον αφορά τα στατιστικά του, ή το ένα που μας ενδιαφέρει, σε 123 επίσημες συμμετοχές μετρά μόλις 18 ασίστ – γκολ ακόμα λιγότερα (14).
Η σεζόν ξεκινά και μέχρι τις αρχές Οκτωβρίου, η Νοτς Κάουντι προπορεύεται στη βαθμολογία, ενώ ο Τζόουνς μετρά ήδη πέντε ασίστ (και δύο γκολ). Οι οπαδοί δεν πιστεύουν αυτό που βλέπουν και αναρωτιούνται ποιά φόρμα θα σταματήσει γρηγορότερα, της ομάδας ή του παίκτη. Πράγματι μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου ο σύλλογος του Νότιγχαμ ασθενεί, κερδίζει μόλις μία φορά και κατρακυλά στην 16η θέση. Την ίδια στιγμή ο Τζόουνς κάνει… όργια. Σε ένα 5-5 απέναντι στην Γκρίμσμπι δίνει τέσσερις ασίστ και γίνεται ο πρώτος που το καταφέρνει μετά τον Χάρι Κέιν το 2020. Μάλιστα τον ίδιο μήνα «σερβίρει» ακόμα ένα γκολ και ισοφαρίζει το ρεκόρ όλων των εποχών για τις περισσότερες ασίστ (17) στην κατηγορία. Για ποιον μήνα μιλάμε; Για τον Ιανουάριο!
Ο διεθνής Μαλτέζος δεν «κόβει» με τίποτα. Με πατημένο το «γκάζι», τελειώνει τη σεζόν με 24 ασίστ (στο πρωτάθλημα) και καταρρίπτει τα ιστορικά ρεκόρ των Τιερί Ανρί και Κέβιν Ντε Μπρούιν (20) για τις περισσότερες ασίστ σε μία σεζόν σε οποιαδήποτε επαγγελματική λίγκα στη χώρα. Ακόμα κι αν η Νοτς Κάουντι τερματίζει 14η, ο Τζόουνς όχι απλά συμπεριλαμβάνεται στην Καλύτερη Ενδεκάδα της Σεζόν, αλλά ανακηρύσσεται και Κορυφαίος Παίκτης της Σεζόν σε ολόκληρη την κατηγορία!
Ο ίδιος παραμένει πιστός στην ομάδα του, παρά το έντονο ενδιαφέρον από συλλόγους μεγαλύτερων κατηγοριών, και συνεχίζει από εκεί που σταμάτησε. Σε όλες τις έως τώρα συμμετοχές του φέτος, εκτός της πρεμιέρας, είτε έχει σκοράρει, είτε έχει δώσει ασίστ, με τη Νοτς Κάουντι να φιγουράρει αήττητη στη 2η θέση του βαθμολογικού πίνακα. Εδώ πια δεν μιλάμε για ιστορία αναγέννησης, αλλά για κάτι το ανεπανάληπτο. Ο Τζόντι Τζόουνς πέρασε σχεδόν τρία χρόνια εκτός αγωνιστικών χώρων, έκανε τρεις εγχειρήσεις και στα δύο του γόνατα και «κατηφόρισε» από την Τσάμπιονσιπ στην Κόνφερενς μέσα σε έξι μήνες. Αντί να τα παρατήσει, γύρισε κι «έγραψε» ένα ιστορικό ρεκόρ, που δύσκολα θα καταρριφθεί στο εγγύς μέλλον.
Σημείωση αρθρογράφου: Ο Τζόντι Τζόουνς υπήρξε ο… παιδικός ήρωας της ενήλικης, φοιτητικής μου ζωής, καθώς πίστεψα πως θα είναι το επόμενο μεγάλο wonderkid, που έτυχε να βγει από την ομάδα που έπαιρνα στο Football Manager έτσι κι αλλιώς. Για χρόνια τον έχασα, τον ξέχασα. Είτε το ποδόσφαιρο τον αδίκησε, είτε ο ίδιος τον εαυτό του, δεν πίστευα πως θα με απασχολήσει ξανά. Κι όμως αυτός δεν το έβαλε κάτω, κατάλαβε πόσο εφήμερο είναι το ποδόσφαιρο και η υγεία του, και πέρυσι πάσαρε σαν η ζωή του να εξαρτιόταν απ’ αυτό. Ίσως και να εξαρτιόταν…