Ο πρώην ποδοσφαιριστής Τζόι Μπάρτον κρίθηκε την Τρίτη ένοχος για την επίθεση εναντίον της συζύγου του.
Το δικαστήριο ενημερώθηκε ότι ο Τζόι Μπάρτον έσπρωξε τη σύζυγό του, Τζόρτζια, 38 ετών, στο έδαφος, πριν τη κλωτσήσει στο κεφάλι, στο σπίτι τους στο Κιου, νοτιοδυτικό Λονδίνο.
Η επίθεση συνέβη στις 2 Ιουνίου 2021, όταν ο Μπάρτον ήταν προπονητής της Μπρίστολ Ρόβερς.
Ο καβγάς ξεκίνησε όταν ο Μπάρτον απείλησε να τσακωθεί με τον αδερφό και τον πατέρα της συζύγου του.
Σε κλήση στο 999, που έγινε στις 11:14 μ.μ. εκείνο το βράδυ και ακούστηκε στο δικαστήριο σε προηγούμενη ακρόαση, η κυρία Μπάρτον είπε: «Ο σύζυγός μου μόλις με χτύπησε μέσα στο σπίτι. Είναι μέσα στο σπίτι, εγώ είμαι έξω».
Το δικαστήριο άκουσε ότι ήταν αναστατωμένη και συναισθηματικά φορτισμένη όταν έκανε την κλήση.
Οι αστυνομικοί έφτασαν στο σπίτι περίπου 25 λεπτά αργότερα, όπου η κυρία Μπάρτον τους περίμενε απ’ έξω. Ο αστυνόμος Ντάνιελ Χάμφρεϊ, ο πρώτος που έφτασε στο σημείο, παρατήρησε ένα εξόγκωμα σε μέγεθος «μπάλας του γκολφ» στο μέτωπό της. Είχε επίσης αιμορραγία από τη μύτη.
Στη συνέχεια, επανέλαβε την καταγγελία που είχε κάνει τηλεφωνικά.
Είπε στους αστυνομικούς: «Με έσπρωξε κάτω και με κλώτσησε και διάφορα άλλα. Είπε ότι θα τσακωθεί με τον αδερφό μου και τον πατέρα μου».
Η κυρία Μπάρτον ανέφερε πως ήταν η πρώτη φορά που της συνέβαινε κάτι τέτοιο.
Ο Μπάρτον συνελήφθη στο υπνοδωμάτιό του γύρω στα μεσάνυχτα εκείνης της νύχτας, ενώ κοιμόταν.
Την επόμενη ημέρα, ανακρίθηκε από την αστυνομία υπό προειδοποίηση και απάντησε «κανένα σχόλιο» σε όλες τις ερωτήσεις, εκτός από την ταυτοποίησή του.
Στη συνέχεια, ο Μπάρτον κατηγορήθηκε για επίθεση με ξυλοδαρμό, κατηγορία την οποία αρνήθηκε.
Ο ίδιος παραδέχτηκε ότι έχει χάσει την ψυχραιμία του κατά καιρούς, αλλά αρνήθηκε οποιαδήποτε βίαιη συμπεριφορά το βράδυ εκείνο. Κατά τη διάρκεια της δίκης, είπε: «Αν είχα κλωτσήσει κάποιον στο κεφάλι, θα υπήρχαν πολύ μεγαλύτερες ζημιές από αυτές που ισχυρίζονται στην υπόθεση».
Μιλώντας σήμερα, ο Σάιμον Τσόκα KC, εκπροσωπώντας τον πρώην ποδοσφαιριστή, είπε ότι ο Μπάρτον είτε φορούσε σαγιονάρες είτε ήταν ξυπόλητος, καθώς ήταν μια ζεστή μέρα.
«Μια κλωτσιά από έναν επαγγελματία ποδοσφαιριστή θα του είχε σπάσει τα δάχτυλα των ποδιών», πρόσθεσε.
Εν τω μεταξύ, η κυρία Μπάρτον, η οποία αργότερα απέσυρε τις καταγγελίες της, αρνήθηκε κατά τη διάρκεια της δίκης ότι ο σύζυγός της την είχε επιτεθεί. Εκείνη περιέγραψε πως στέκονταν κοντά ο ένας στον άλλο και φώναζαν, αλλά αρνήθηκε ότι υπήρξε οποιαδήποτε σωματική επαφή. Πρόσθεσε ότι δεν ήξερε τι προκάλεσε τον τραυματισμό.
Είπε στο δικαστήριο ότι ήταν μεθυσμένη και ένας φίλος της είπε πως ο Μπάρτον την είχε επιτεθεί. Όταν επικοινώνησε με την αστυνομία, απλώς επανέλαβε ό,τι της είχαν πει.
Ο πρώην ποδοσφαιριστής επρόκειτο αρχικά να δικαστεί το 2022, αλλά η υπόθεση αναβλήθηκε όταν η κυρία Μπάρτον έγραψε μια επιστολή στις 17 Φεβρουαρίου εκείνου του έτους – οκτώ μήνες μετά το περιστατικό – για να ανακαλέσει τις κατηγορίες της.Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη διακοπή της διαδικασίας.
Ωστόσο, αργότερα αποφασίστηκε ότι ο Μπάρτον θα έπρεπε να δικαστεί ενώπιον διαφορετικού δικαστή.
Ο Μπάρτον, ντυμένος στα μαύρα με ένα ζιβάγκο, εμφανίστηκε μόνος του στο δικαστήριο την Τρίτη, κρατώντας ένα αντίτυπο του βιβλίου Arguably του Κρίστοφερ Χίτσενς.
Ανακοινώνοντας την ποινή του στο Westminster Magistrates’ Court το απόγευμα, ο κύριος δικαστής Πολ Γκόλντσπρινγκ δήλωσε ότι θεωρεί πως η κυρία Μπάρτον έδωσε μια «σαφή» και «πειστική» περιγραφή στους αστυνομικούς όταν κάλεσε το 999. Δεν δέχτηκε τον ισχυρισμό ότι η μνήμη της ήταν πιο καθαρή αργότερα από ό,τι αμέσως μετά το περιστατικό.
Είπε ότι ήταν «αβάσιμο» και «απίστευτο» να ισχυριστεί κανείς ότι κάποιος θα καλούσε την αστυνομία αν επρόκειτο για ατύχημα.
«Το ένα μέρος όπου δικαιούται να νιώθει ασφαλής είναι το σπίτι της, και το ένα άτομο από το οποίο δικαιούται να νιώθει ασφαλής είσαι εσύ. Και αυτό δεν συνέβη σε αυτή την περίπτωση», τόνισε ο δικαστής στον Μπάρτον.
Απέρριψε επίσης τον ισχυρισμό της ότι ήταν πολύ μεθυσμένη για να θυμάται τι είχε συμβεί εκείνο το βράδυ και σημείωσε ότι η αρχική της κατάθεση επιβεβαιωνόταν από τον τραυματισμό στο κεφάλι της.
Ο κ. Γκόλντσπρινγκ καταδίκασε τον Μπάρτον σε 12 εβδομάδες φυλάκιση με αναστολή δύο ετών. Πρέπει επίσης να πληρώσει δικαστικά έξοδα ύψους £2.055 και πρόσθετη επιβάρυνση θύματος ύψους £154.
Ωστόσο, δεν του επέβαλε άμεση ποινή φυλάκισης, σημειώνοντας ότι ο Μπάρτον και η σύζυγός του παραμένουν μαζί και πρόσφατα απέκτησαν άλλο ένα παιδί. «Αυτό είναι κάτι στο οποίο δεν θέλω να παρέμβω», είπε.
Επεσήμανε επίσης ότι, αν και ο Μπάρτον έχει σχετικό ποινικό μητρώο, οι προηγούμενες καταδίκες του ήταν από το 2008, ενώ το περιστατικό που εξετάστηκε στο δικαστήριο συνέβη σχεδόν πριν από τέσσερα χρόνια.
Μιλώντας στους δημοσιογράφους έξω από το δικαστήριο μετά την ανακοίνωση της ποινής, ο Μπάρτον, φορώντας γυαλιά ηλίου, δήλωσε ότι σκοπεύει να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης.
Διαβάστε ακόμα στο egglezoi.gr: Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων: Το απίστευτο ποσό που δίνει η FIFA στους νικητές