Εντοπίστηκε στα 20 του χρόνια από την Μπράιτον, εντυπωσίασε στην Κόβεντρι, όμως με κάποιον τρόπο ο Βίκτορ Γκιόκερες έφυγε από την Αγγλία και τώρα οργιάζει στην Πορτογαλία, εκτοξεύοντας τη χρηματιστηριακή του αξία.
Πολλοί από τους μεγαλύτερους σκόρερ των τελευταίων χρόνων στην Πρέμιερ Λιγκ έκαναν το ηχηρό ξεπέταγμα στην Τσάμπιονσιπ. Άιβαν Τόνεϊ, Όλι Γουότκινς, Κάλαμ Γουίλσον, Τζάροντ Μπόουεν και φυσικά Τζέιμι Βάρντι συνέχισαν να «ματώνουν» τα αντίπαλα δίχτυα παρά την αυξανόμενη δυσκολία της μεγαλύτερης κατηγορίας, βγαίνοντας «λίρα εκατό» για τις ομάδες που τους εμπιστεύτηκαν. Γι’ αυτόν τον λόγο φαίνεται σχεδόν απίστευτο ότι η Πρέμιερ Λιγκ έκλεισε τα «μάτια» στην περίπτωση του Βίκτορ Γκιόκερες, του περυσινού δεύτερου σκόρερ της Τσάμπιονσιπ (και 8ου πρόπερσι). Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
4 Ιουλίου 1998. Η οικογένεια Γκιόκερες φέρνει στην ζωή ένα υγιέστατο αγοράκι σε ένα νοσοκομείο βορειοδυτικά της Στοκχόλμης. Μόλις λίγο καιρό αργότερα, κάνει τα πρώτα του βήματα και σύντομα βρίσκεται με μια μικρή μπάλα ποδοσφαίρου δίπλα του. Τέτοια ήταν η αγάπη του μικρού Βίκτορ για το άθλημα. Παρά το γεγονός ότι κανένας από την οικογένεια του δεν είχε αθλητικό υπόβαθρο, η «στρογγυλή θεά» ήταν αυτή που τον γοήτευσε από την βρεφική του ηλικία και αποτέλεσε, σύμφωνα με εκείνον, τον «πρώτο και παντοτινό του έρωτα». Πριν καλά καλά κλείσει τα δώδεκα χρόνια ζωής, ο νεαρός επιθετικός βρίσκεται στα τμήματα υποδομών της τοπικής ΙΦΚ Άσπουντεν-Τέλους.
Εκεί ξεκίνησε να κάνει τα πρώτα του «μαγικά», βγάζοντας φυσικά ένα ατόφιο ταλέντο, με άνεση στην κίνηση και έφεση στο σκοράρισμα. Σύντομα θα έκανε τους ντόπιους φιλάθλους, αλλά και κυνηγούς ταλέντων να παραμιλάνε με τα κατορθώματα του κάθε φορά που επισκέπτονταν το ΙΠ Άσπουντενς της Στοκχόλμης. Ο μικρός Γκιόκερες ξεσήκωνε τα πλήθη και γρήγορα έγινε αντιληπτός στα ποδοσφαιρικά λημέρια της σουηδικής πρωτεύουσας. Δεν είχε προλάβει να κλείσει τα 16 του χρόνια, ενώ οι προσφορές από διάφορες ποδοσφαιρικές ομάδες έπεφταν «βροχή».
Ανάμεσα σε αυτές, μια ομάδα η οποία είναι ξακουστή στο ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό στερέωμα για τις εξαιρετικές της ακαδημίες και την ανάδειξη παικτών ― η Μπρομαποϊκάρνα. Για όσους δεν γνωρίζουν είναι η ομάδα με τα περισσότερα τμήματα υποδομής στην Γηραιά Ήπειρο, έχοντας 247 (!) στο σύνολο κι «εκκολάπτοντας» περί τα 3.000 ανερχόμενα αστέρια. Όπως καταλαβαίνετε, δεν υπήρχε καλύτερο μέρος για να «μεγαλώσει» ποδοσφαιρικά ο έφηβος Σουηδός. Το 2014 υπογράφει στην πρώην ομάδα του Ντανιέλ Μαϊστόροβιτς και εντάσσεται στην Κ-19. Δεν του πήρε καθόλου χρόνος να προσαρμοστεί. Με 20 τέρματα σε 21 συμμετοχές γρήγορα πήρε «προαγωγή» για την Κ-21, όπου κι εκεί έκανε τα… δικά του με δώδεκα τέρματα σε μόλις δέκα συμμετοχές.
Λίγο πριν ενηλικιωθεί, υπέγραψε το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο και με συνοπτικές διαδικασίες ανέβηκε στην πρώτη ομάδα, σε μια περίοδο όπου η Μπρομαποϊκάρνα περνούσε τη δική της κρίση και υποβιβαζόταν στην τρίτη εθνική κατηγορία. Μυήθηκε στις δυσκολίες της Σουπερέταν ωστόσο, βίωσε τον υποβιβασμό στην τρίτη κατηγορία. Ο Γκιόκερες παρέμεινε εκεί για να εξασφαλίσει ότι το πέρασμα της ομάδας από τα «έγκατα» του σουηδικού ποδοσφαίρου θα είναι εντελώς περιστασιακό. Σε αυτή την χρονιά συνέβαλε τα μέγιστα, αγωνίστηκε σε 25 παιχνίδια, σκόραρε εννέα φορές, ωστόσο η πραγματική του συνεισφορά ήταν πολλαπλάσια, αφού σε κάθε αγώνα τραβούσε τουλάχιστον δυο παίκτες πάνω του, ανοίγοντας έτσι τον «δρόμο» και σε άλλους συμπαίκτες του να σκοράρουν.
Η άνοδος ήρθε εύκολα και ακόμα πιο εύκολα ήρθε την επόμενη χρονιά μια νέα στην Αλσβένσκαν. Αν και νεοφώτιστη, η Μπρομαποϊκάρνα έπαιζε εξαιρετικό ποδόσφαιρο, κάτι που αποτυπωνόταν στους αριθμούς και την βαθμολογία της Σουπερέταν εκείνης της χρονιάς. Ο τελικός απολογισμός την έχρισε πρωταθλήτρια της δεύτερης κατηγορίας και τον Γκιόκερες πρώτο σκόρερ της με 13 τέρματα και τρίτο συνολικά στο πρωτάθλημα πίσω από τους πιο έμπειρους Ρίτσαρντ Γιαρσουβάτ και Σαλίφ Καμαρά. Κάπως έτσι, μετά από 65 αγώνες με την φανέλα του συλλόγου, 25 τέρματα και συνεισφορά που δεν αποτυπώνεται σε αριθμούς, σε ηλικία μόλις 20 ετών η φήμη του νεαρού εξαπλώθηκε. Κι έφτασε μέχρι την Αγγλία!
Η ομάδα που τον εντόπισε δεν θα προκαλέσει έκπληξη, αφού συχνά οι μεταγραφές της Μπράιτον, μοιάζουν να είναι βγαλμένες από… μιλημένο save του Football Manager. Τα «λαγωνικά» του συλλόγου κάνουν εξαιρετική δουλειά, έχοντας στραμμένες τις μύτες τους παντού. Σε μία τέτοια «εξόρμηση» στη Σκανδιναβία εντοπίστηκε και ο Σουηδός φορ. Οι «Γλάροι» προσέγγισαν τον σουηδικό σύλλογο, του προσέφεραν ένα εκατομμύριο λίρες για τις υπηρεσίες του παίκτη και σύντομα ο Γκιόκερες θα έπαιζε στην Πρέμιερ Λιγκ. Ή έστω θα άνηκε στο ρόστερ ομάδας της κατηγορίας, αφού την πρώτη του χρονιά την πέρασε στις ρεζέρβες και την Κ-23.
Αυτό όμως ουδέποτε τον αποθάρρυνε. Συνέχισε να δουλεύει και να ξεδιπλώνει το ταλέντο του. Σε συνολικά 31 αγώνες σκόραρε 14 φορές, βάζοντας και τις ασίστ στο «ρεπερτόριο» του, μετρώντας συνολικά πέντε. Είχε γίνει πασιφανές ότι άξιζε μια ευκαιρία στην πρώτη ομάδα, ωστόσο με την Πρέμιερ Λιγκ να αποτελεί την ελίτ των πρωταθλημάτων, κάτι τέτοιο μόνο εύκολο δεν ήταν. Την επόμενη χρονιά, οι ιθύνοντες της Μπράιτον θεώρησαν ότι ήταν καλύτερη ιδέα για τον παίκτη να παραχωρηθεί ως δανεικός σε ένα άλλο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα. Η Ζανκτ Πάουλι και η 2.Μπουντεσλίγκα έδωσαν την ευκαιρία στον παίκτη να αγωνιστεί για πρώτη φορά σε ανδρικό επίπεδο σε ένα πρωτάθλημα πλην αυτού της Σουηδίας και τα πήγε περίφημα!
Αποτέλεσε σημείο αναφοράς της ομάδας από το Αμβούργο, βοηθώντας την να εξασφαλίσει εύκολα την παραμονή. Σκόραρε επτά τέρματα, «σέρβιρε» άλλα έξι και κλήθηκε και για πρώτη φορά στην εθνική ομάδα της χώρας του για τα παιχνίδια απέναντι σε Φινλανδία και Ισλανδία, σκοράροντας μάλιστα απέναντι στους νησιώτες σε ένα ισόπαλο 2-2. Έκανε τα πάντα για να προϊδέασει τα «αφεντικά» στην Μπράιτον ότι ήρθε για να μείνει, όμως η σεζόν που πέρασε ήταν αρκετά περίεργη. Ξεκίνησε προετοιμασία με την πρώτη ομάδα, η οποία έδειχνε μάλιστα να τον υπολογίζει. Μπορεί να μην έκανε ντεμπούτο στην Πρέμιερ Λιγκ, όμως αγωνίστηκε στα τρία παιχνίδια που έδωσε η ομάδα τον Σεπτέμβριο του 2020 για το Λιγκ Καπ, σκοράροντας μάλιστα απέναντι στην Πόρτσμουθ.
Τον Οκτώβρη του 2020 εμφανίζεται η Σουόνσι, η οποία τον φέρνει στην Ουαλία με την μορφή δανεισμού. Δυσκολεύεται αρκετά στη σκληροτράχηλη Τσάμπιονσιπ, αλλά λίγο μετά την αλλαγή του έτους η Μπράιτον διακόπτει τον δανεισμό του και τον ανακαλεί στο ΑΜΕΞ. Παρά το γεγονός ότι υπολογιζόταν κανονικά από τον Γκρέιαμ Πότερ, την επόμενη μέρα καταφθάνει αίτημα από την Κόβεντρι για δανεισμό μέχρι το τέλος της σεζον. Ο Μαρκ Ρόμπινς του δίνει φανέλα βασικού, σκοράρει τρία κρίσιμα τέρματα απέναντι σε Μπρίστολ Σίτι, Στόουκ και Σέφιλντ Γουένσντεϊ, εξασφαλίζοντας ουσιαστικά εννέα κρίσιμους βαθμούς παραμονής στην κατηγορία!
Ο Άγγλος τεχνικός κατά κάποιο τρόπο «ερωτεύτηκε» τον Σουηδό. Ήξερε πως αν τον πάρει από την αρχή της σεζόν, θα μπορούσε να τον μετατρέψει σε μια «μηχανή παραγωγής τερμάτων». Συνάμα, ο ίδιος ο Γκιόκερες ενστερνιζόταν την δίψα για την μεγάλη επιστροφή της ιστορικής ομάδας στην Πρέμιερ Λιγκ. Με αυτό το «πιστεύω» πορεύτηκε, αποφασίζοντας να αφήσει μια και καλή την Μπράιτον, μετακομίζοντας στην κεντρική Αγγλία. Παρά τις αντιρρήσεις του συλλόγου που τον έφερε στην χώρα, η αντίσταση κάμφθηκε για περίπου 2,5 εκατομμύρια λίρες, στερώντας όμως παράλληλα το δικαίωμα να διατηρήσει ως δανεικό τον βασικό κεντρικό αμυντικό Λέο Όστιγκαρντ!
Παίζοντας πια με μεγαλύτερη σιγουριά ο Σουηδός επιθετικός έγινε σημείο αναφοράς στην Κόβεντρι, εκτοξεύοντας τόσο τις μετοχές του, όσο και τις επιδόσεις της Κόβεντρι. Από την μάχη της παραμονής, τη σεζόν 2021/22 ο σύλλογος βρήκε εύκολα θέση στο μέσο της βαθμολογίας, με τον Γκιόκερες πρώτο σκόρερ του με 17 τέρματα, αλλά και πέντε ασίστ. Παράλληλα, μετά τον Ρόμπινς, τον είχε ερωτευτεί και το κοινό της ομάδας, αφού ο ταλαντούχος επιθετικός είχε τον δικό του χαρακτηριστικό πανηγυρισμό, στο οποίο σταυρώνει τα δάχτυλά του μπροστά στο στόμα του!
«Πολλοί ασχολούνται με τον πανηγυρισμό μου και σε τι αναφέρεται. Ο Τζος [Εκλς] λέει ότι το κάνω για τον Χάνιμπαλ Λέκτερ, ενώ άλλοι μαντεύουν για τον Μπάτμαν. Ωστόσο κανείς δεν το έχει βρει. Κανείς δεν έχει πλησιάσει. Ναι, είναι μυστικό. Θα σας το πω κάποια στιγμή, αλλά όχι σήμερα», θα δηλώσει ο Σουηδός σε μία συνέντευξη τύπου αστειευόμενος, κι ενώ δεν θα αποκαλύψει τον λόγο, απλά θα υποσχεθεί ότι θα συνεχίσει να σκοράρει και να πανηγυρίζει.
Πράγματι, πιστός στον λόγο του, ο Γκιόκερες τα πήγε πέρυσι ακόμα καλύτερα. Στη ξέφρενη πορεία της Κόβεντρι που την έφερε μία ανάσα από τον προβιβασμό στην Πρέμιερ Λιγκ, ο 25χρονος σήμερα άσος πέτυχε 21 γκολ κι έδωσε δέκα ασίστ, η μία εκ των οποίων μετά από μία «μαγική» ενέργεια στον τελικό των πλέι-οφ ανόδου απέναντι στη Λούτον. Όντας εκ των πρωταγωνιστών της Τσάμπιονσιπ, και δεύτερος σκόρερ της, ο Σουηδός έμοιαζε πια να μην… χωράει σε πρωτάθλημα δεύτερης κατηγορίας, μετά και την πικρή ήττα της Κόβεντρι στη διαδικασία των πέναλτι.
Πολλοί πίστευαν ότι τα «μεγάλα σαλόνια» της χώρας θα ήταν το φυσιολογικό επόμενο επίπεδο, μιας και η τιμή του κυμαινόταν γύρω στα 20 εκατομμύρια ευρώ ― ποσό διόλου απαγορευτικό ακόμα και για τις νεοφώτιστες της Πρέμιερ Λιγκ. Κι όμως οι πρώτες μέρες του Ιουλίου πέρασαν και η κινητικότητα ήταν μειωμένη. Αυτήν ακριβώς τη συγκυρία εκμεταλλεύτηκε η Σπόρτινγκ Λισαβόνας, που μετά την περυσινή αποτυχημένη 4η θέση, έψαχνε τον παίκτη που θα της άλλαζε επίπεδο.
Όσοι δεν ήταν γνώστες της Τσάμπιονσιπ δυσκολεύονταν να πιστέψουν ότι ο Γκιόκερες θα έπαιζε αυτόν τον ρόλο, αφού αποδεδειγμένα το πορτογαλικό πρωτάθλημα «θρέφει» καλύτερα Λατινοαμερικάνους αστέρες, όπως οι Νταρβίν Νούνιεζ και Λούις Ντίας. Να που όμως έκαναν λάθος. Περίπου πέντε μήνες μετά τη μεταγραφή του, ο Σουηδός κάνει θαύματα στη Λισαβόνα και κάνει την ρήτρα αποδέσμευσής του, που αγγίζει τα 100 εκ. ευρώ, να μοιάζει το πιο πιθανό ποσό πώλησής του!
Μετά από 20 συμμετοχές σε όλες τις διοργανώσεις ο Γκιόκερες μετρά 17 τέρματα και οκτώ ασίστ, έχοντας την ομάδα του πρώτη στο πρωτάθλημα, στην επόμενη φάση του Γιουρόπα Λιγκ, καθώς και αήττητη στα εγχώρια κύπελλα. Οι τελευταίες αμφιβολίες μάλιστα κάμφθηκαν στο πρόσφατο ντέρμπι κορυφής με την Πόρτο, όπου πέτυχε ένα γκολ και σέρβιρε ένα ακόμα στο θριαμβευτικό 2-0 των «Λιονταριών». Η ερώτηση των δημοσιογράφων μετά τον αγώνα αναμενόμενη, αν και ολίγον καθυστερημένη. «Νόμιζα θα με ρωτούσατε νωρίτερα για τον πανηγυρισμό. Είμαι εδώ ήδη μερικούς μήνες και κανένας δεν έχει αναρωτηθεί γι’ αυτό. Δεν θα σας απαντήσω πάντως. Αν κερδίσουμε το πρωτάθλημα θα το κάνω όμως, το υπόσχομαι».