Ο Τόμας Τούχελ καθοδηγεί την Τσέλσι κάτι λιγότερο από έναν χρόνο, κι αποδεικνύει ότι η μετάδοση της φιλοσοφίας ενός τεχνικού, δεν απαιτεί πίστωση χρόνου.
Πολύ σύνηθες είναι στην Ελλάδα να προσπαθούμε να αποποιήσουμε έναν προπονητή από τις ευθύνες του, με τη δικαιολογία του χρόνου. «Δεν είναι αρκετό καιρό στην ομάδα», «Με αυτούς τους παίκτες τι άλλο να κάνει», «Θέλει χρόνο ακόμα για να τους κάνει να παίζουν όπως του αρέσει». Δεν είναι απόλυτα λάθος όλα αυτά, αλλά κατά κύριο λόγο, ο προπονητής πρέπει να κάνει το χρόνο σύμμαχό του, όχι να περιμένει να του δοθεί. Αυτό ακριβώς, έκανε ο Τούχελ.
Παρέλαβε μια Τσέλσι ένατη στο πρωτάθλημα, μετά από μια άκρως κοστοβόρα μεταγραφική περίοδο, την πήγε χωρίς πολλά πολλά τέταρτη. Και φέτος, επίσης δίχως πολλά πολλά, πρώτη. Αν στον τελικό του UEFA Champions League έχανε, θα έλεγαν «ε σιγά, δεν έχτισε την ομάδα, αλλά κάτι έκανε». Κι όμως, κέρδισε. Πολύ απλά διότι έκανε την ομάδα, δική του. Διόλου απλό, αλλά το πλέον ζητούμενο. Άλλωστε, γιατί να πάει κάποιος μεγάλος τεχνικός, σε έναν μεγάλο σύλλογο, προσωρινά;
Ο Τούχελ έκανε το ίδιο, όπου κι αν βρισκόταν. Ήθελε τις δικές του αρχές, τη δική του ποδοσφαιρική φιλοσοφία, από την αρχή ως το τέλος. Κι άντε, να πεις στη Μάιντς δεν υπήρχε πίεση κι ο πήχης ήταν χαμηλά. Η Ντόρτμουντ, που πάντα έρχεται σε «δεύτερη μοίρα» στη Γερμανία, έφτασε μια χρονιά κοντά στο να σηκώσει το πρωτάθλημα, πήρε ένα Κύπελλο, ενώ εξακολούθησε επιθετικά να φοβίζει, συνεχίζοντας τη δουλειά του, προκατόχου, Γιούργκεν Κλοπ.
Στη δε Παρί Σεν-Ζερμέν, άντεξε ενάμιση χρόνο. Γιατί ναι μεν πήρε τίτλους, ναι μεν έδωσε στην ομάδα τη σοβαρότητα που της έλειπε, φτάνοντας σε τελικό Champions League, έστω και σε ένα έκτακτο format. Είχε να διαχειριστεί, δε, ένα γκρουπ παικτών εξαιρετικών ποδοσφαιρικά, αλλά και αρκούντως ιδιόρρυθμων. Αν συνδυάσουμε και τη διοίκηση που τους «παραχαϊδεύει», ο πάντα σοβαρός Τουχέλ είχε ένα έργο εξ αρχής αντίθετο στον ίδιο. Κι όμως, το υπηρέτησε με αξιοπρέπεια.
Κάπου εκεί βρέθηκε κι η Τσέλσι. Οι «Μπλε» του Λονδίνου έπρεπε γρήγορα να αλλάξουν ρότα, καθώς η εικόνα τους στο γήπεδο ήταν απογοητευτική. Το υλικό που είχε η ομάδα, σε καμία περίπτωση δεν ήταν για την ένατη θέση στην Πρέμιερ. Τους πήρε λοιπόν ο Τούχελ απ’ το χεράκι κι έδωσε σε καθέναν έναν ρόλο, ένα κίνητρο. Πράγμα που επί Λάμπαρντ δεν υπήρχε, καθώς ειδικά οι επιλογές του στην επίθεση της ομάδας, θύμιζαν σε κάθε αγώνα κλήρωση τζόκερ, κατά την εκκίνηση της δεύτερης χρονιάς του.
Δεν έχει τους καλύτερους κιόλας, ο Γερμανός. Το «α και το ω», όμως, βλέπει πως είναι η διαχείριση, η σωστή κατανομή ρόλων και η ομαδικότητα. Διόλου τυχαίο που, μόλις ανέλαβε, οι παλαιότεροι Αθπιλικουέτα και Μάρκος Αλόνσο, έπιασαν υψηλότατα στάνταρ απόδοσης. Που ο Καντέ, αντί απλά να τρέχει για έντεκα, έγινε σοβαρός υποψήφιος για πολυτιμότερος παίκτης της χρονιάς. Το κλίμα στην ομάδα δεν χάλασε επειδή δε θεωρούσαν οι παίκτες τον Λάμπαρντ καλό προπονητή, με αποτέλεσμα να φύγει. Πολύ απλά, δεν τους κέρδισε ποτέ ο Άγγλος.
Κάντε κι ένα Like στη σελίδα μας στο Facebook αν δεν το έχετε ήδη κάνει!
Δε γίνεται λοιπόν να μην αναφερθούμε στον τομέα της ψυχολογίας και της επικοινωνίας. Ο Γερμανός τεχνικός δίνει μεγάλη σημασία σε αυτό το κομμάτι της δουλειάς του. Επί των ημερών του, δεν έχουν προκύψει πειθαρχικά παραπτώματα εντός της ομάδας. Ούτε γκρίνιες ανάμεσα στους παίκτες. Ο Τούχελ θα καταπιαστεί από τον πρώτο παίκτη της ενδεκάδας μέχρι αυτόν που έμεινε εκτός αποστολής, και θα εξηγήσει τι ακριβώς ζητάει. Γιατί τον άφησε εκτός αποστολής, τι θέλει να δει στην προπόνηση, τι να κάνει συγκεκριμένα μέσα στο ματς.
Ακόμα και κατά τη διάρκεια των αγώνων, είναι ιδιαίτερα ενεργητικός και δίνει οδηγίες. Όλα αυτά, κάνουν κάθε παίκτη να νιώθει σημαντικό μέλος ενός ισχυρού συνόλου, παίρνοντας το 100%. Τους «φτιάχνει» και ατομικά, και ομαδικά.
Ένα άλλο θέμα που αξίζει να θίξουμε, είναι το ότι η Τσέλσι μετρά 16 σκόρερ στο πρωτάθλημα. Έξι εκ των οποίων, είναι αμυντικοί. Άλλοι έντεκα έχουν «σερβίρει» τέρματα. Μιλάμε για έναν επιθετικό πλουραλισμό που προκαλεί «παράνοια», και που οφείλεται στη μεγαλύτερή του έκταση, στον Τόμας Τούχελ, στην ομαδικότητα που έχει προσδώσει στην ομάδα του. Και δεν είναι μόνο αυτό. Παίκτες που κατά τα φαινόμενα δεν θα υπολογίζονταν, ή δε θα ταίριαζαν στον τρόπο παιχνιδιού του, δηλώνουν ξάφνου «παρόντες».
Ο Αλόνσο, ο Κρίστενσεν, ο Λόφτους-Τσικ, ο Μπάρκλεϊ, ο Χάντσον-Οντόι. Όλοι τους, παίκτες που επί δυο (και βάλε) μεταγραφικές περιόδους βρίσκονται εκτός Στάμφορντ Μπριτζ. Κι όμως, κάθε φορά υπό τις οδηγίες του Γερμανού, πασχίζουν για την ομάδα. Ακόμα και στον Τίμο Βέρνερ, που ξεκάθαρα δεν ταιριάζει στο αγγλικό ποδόσφαιρο, βλέπουμε μεγάλη ενέργεια και διάθεση.
Σε σύνολο 22 αγώνων, οι 12 έχουν κλείσει με το μηδέν πίσω για την Τσέλσι. Σε μόλις δυο εξ αυτών, οι «Μπλε» δεν έχουν σκοράρει. Με τον Λουκάκου απών σε πολλούς εξ αυτών. Πολλοί θεώρησαν πως ο Βέλγος αποκτήθηκε με σκοπό να συνεχιστεί το «χατίρι» προς τον Λάμπαρντ για χτίσιμο ομάδας με πολλές κοστοβόρες κινήσεις, καθώς και για να λύσει το επιθετικό πρόβλημα της Τσέλσι.
Όμως, το πρόβλημα αποδεικνύεται, χάρη στον Τούχελ, πως δεν ήταν η έλλειψη καθαρού «εννιαριού». Η ομάδα, ήταν μια χαρά δυνατή. Το πρόβλημα ήταν η έλλειψη σωστού πλάνου, η ακατάλληλη εκμετάλλευση του έμψυχου δυναμικού, η ανεπαρκής διαχείρισή του. Το ψυχολογικό «ντοπάρισμα» όλης της ομάδας, η αίσθηση του «ανήκειν» σε συνδυασμό με τον υψηλής έντασης τρόπο παιχνιδιού της Τσέλσι σε άμυνα και επίθεση, δίνουν ως αποτέλεσμα ένα σύνολο ακαταμάχητο. Άραγε ποιο το ταβάνι των «Μπλε» του Λονδίνου;
Διαβάστε επίσης: Πως η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ με τη Λίβερπουλ, έστησαν το πρώτο παιχνίδι στην ιστορία του ποδοσφαίρου!