Απολαυστικός, σχεδόν μαγικός εντός των γηπέδων, ο Νταβίντ Ζινολά μπορούσε να ντριμπλάρει, αλλά και να τσακωθεί με τον οποιονδήποτε.
Χτισμένο ψηλά πάνω στους βράχους, απέχοντας μόλις 2,5 χιλιόμετρα από τη θάλασσα της Μεσογείου, το χωριό Γκασέν στη νοτιοανατολική Γαλλία αποτελεί ιδανικό προορισμό για τους παραθεριστές των γύρω περιοχών, οι οποίοι το επιλέγουν συχνά για να αποδράσουν από τους ρυθμούς της καθημερινότητας της πόλης και να περάσουν εκεί, ήσυχα, τις διακοπές τους. Αυτό συμβαίνει επειδή το Γκασέν συνδυάζει τη γραφική ομορφιά ενός ορεινού χωριού με τη θάλασσα και τις προσιτές τιμές. Έτσι, το Γκασέν των 2.500 κατοίκων, θα παρέμενε ένας σχετικά «μυστικός» προορισμός, γνωστός μόνο στους ντόπιους – αν δεν αποτελούσε και τον τόπο γέννησης ενός εμβληματικού εξτρέμ της δεκαετίας του ’90, που φόρεσε τέσσερις διαφορετικές φανέλες της Πρέμιερ Λιγκ, αλλά δεν αγωνίστηκε ποτέ στο Παγκόσμιο Κύπελλο. Ο λόγος, φυσικά, για τον Νταβίντ Ζινολά.
Τα πρώτα βήματα
Ο… πολυπράγμων, όπως θα δείτε παρακάτω, Γάλλος ξεκίνησε την καριέρα του στην Τουλόν το 1985, με την οποία σημείωσε 85 συμμετοχές σε τρεις σεζόν. Σειρά είχε η Ρασίνγκ Παρί, όπου συνέχισε να αγωνίζεται στη βασική ενδεκάδα, προτού μεταβεί στην Μπρεστ. To 1991, η ομάδα υποβιβάστηκε λόγω οικονομικών προβλημάτων, όμως το αστέρι του νεαρού Νταβίντ είχε αρχίσει να λάμπει.
Σε μία πρώιμη ένδειξη του εκτοπίσματος του χαρακτήρα του, στον τελευταίο του αγώνα με την Μπρεστ, ο Ζινολά ζητά από τους αγανακτισμένους οπαδούς της ομάδας, που είχαν εισβάλει στον αγωνιστικό χώρο σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την οικονομική και αγωνιστική κατάρρευση του συλλόγου τους, να ηρεμήσουν, ώστε να συνεχιστεί ο αγώνας. Η Μπρεστ τελικά οδηγήθηκε σε χρεωκοπία, διαλύθηκε και οι παίκτες αφέθηκαν ελεύθεροι. Ο Ζινολά, όμως, δεν επηρεάστηκε καθόλου, εξασφαλίζοντας τη μεταγραφή του στο πιο «καυτό» πρότζεκτ του γαλλικού ποδοσφαίρου της εποχής: την Παρί Σεν-Ζερμέν.
We will always have Paris
Ο Ζινολά αποτέλεσε κινητήριο μοχλό στη μετατροπή της Παρί Σεν-Ζερμέν, που είχε ιδρυθεί σχεδόν 20 χρόνια πριν, το 1970, σε μία υπολογίσιμη δύναμη στο γαλλικό και ευρωπαϊκό ποδοσφαιρικό στερέωμα. Σύντομα, οι Παριζιάνοι οπαδοί τον λάτρεψαν, ιδιαίτερα για την πρώτη επαφή του με την μπάλα και για τη δεξιοτεχνία του. Αν και ο Γάλλος εξτρέμ παραδέχτηκε ότι ως παιδί υποστήριζε την αντίπαλο της Παρί, Μαρσέιγ, δηλώνοντας μάλιστα ότι θα προτιμούσε να αγωνιζόταν για αυτήν (!), η δημοφιλία του δεν έπεσε στο ελάχιστο, με τους φιλάθλους να εκτιμούν -μάλλον- την αφοπλιστική του ειλικρίνεια.
Τη σεζόν 1992/93, ο Ζινολά σκόραρε στον τελικό του Κυπέλλου της Γαλλίας, οδηγώντας την Παρί στην κατάκτηση της πολυπόθητης κούπας, ενώ στο τέλος της χρονιάς ψηφίστηκε Γάλλος Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς από το περιοδικό France Football. Αυτό ήταν μόνο η αρχή, καθώς έναν χρόνο μετά πανηγύρισε την κατάκτηση του δεύτερου πρωταθλήματος στην ιστορία του συλλόγου, γνωρίζοντας την ήττα σε μόλις τρεις αγώνες. Μάλιστα, με 13 γκολ, χρίστηκε πρώτος σκόρερ της ομάδας.
Την τελευταία του σεζόν στο Παρίσι, ο Ζινολά κέρδισε άλλο ένα Κύπελλο Γαλλίας, καθώς και τον νεοσύστατο θεσμό του Coupe de la Ligue. Στο Τσάμπιονς Λιγκ, η Παρί έκανε την έκπληξη, αποκλείοντας στους «8» τη φιναλίστ της προηγούμενης χρονιάς Μπαρτσελόνα, αλλά τελικά σταμάτησε στα ημιτελικά, βρίσκοντας τον δάσκαλό της από την ασταμάτητη κάτοχο του τίτλου Μίλαν, που έφτασε σε δεύτερο σερί τελικό.
Η ευρωπαϊκή διάκριση δεν άργησε να τον γλυκάνει κι έτσι ο Γάλλος άσος αποφάσισε να εγκαταλείψει την πατρίδα του, δοκιμάζοντας την τύχη του στο εξωτερικό. Οι φήμες τον ήθελαν να πηγαίνει σε μία εκ των Ρεάλ Μαδρίτης ή Μπαρτσελόνα, με τα ισπανικά μέσα να του έχουν δώσει το προσωνύμιο «El Magnifico». Η κατάληξή του στο αγγλικό πρωτάθλημα και τους «Ανθρακωρύχους» της Νιούκαστλ, φάνηκε αναπάντεχη. Ο Ζινολά, όμως, είχε καλό λόγο που επέλεξε να φύγει κακήν κακώς από τη Γαλλία.
Οι «θρύλοι» δεν παίζουν πάντα στα Μουντιάλ
Όπως έγινε φανερό από τα παραπάνω, στις αρχές της δεκαετίας του ’90 ο δεξιοτέχνης εξτρέμ αποτελούσε έναν από τους πλέον υποσχόμενους αστέρες του γαλλικού ποδοσφαίρου. Ένα μοιραίο λάθος, όμως, στον προκριματικό αγώνα της Γαλλίας εναντίον της Βουλγαρίας για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994, του στοίχισε την καριέρα του με την εθνική του ομάδα.
17 Νοεμβρίου, 1993. Για τους «Τρικολόρ», μία ισοπαλία απέναντι στη Βουλγαρία αρκούσε για να εξασφαλίσει την πρόκριση στα τελικά της κορυφαίας ποδοσφαιρικής διοργάνωσης. Στο τελευταίο λεπτό του αγώνα, το σκορ ήταν 1-1, με τον Ερίκ Καντονά να έχει σημειώσει το μοναδικό γκολ των γηπεδούχων. Τότε, στο 90′, ο Ζινολά, που είχε μπει αλλαγή στο 69′, με περίσσια… αφέλεια, επιχειρεί στο ύψος της μεγάλης περιοχής της Βουλγαρίας, μία παράτολμη αλλαγή παιχνιδιού.
Η μπάλα όμως είχε άλλα σχέδια, αφού αντί να βρει κάποιον συμπαίκτη του, κατέληξε στα πόδια αντιπάλου. Εκείνη τη στιγμή είχαν όλα τελειώσει. Η Βουλγαρία πήρε τη μοίρα της στα χέρια της, αξιοποιώντας με τον καλύτερο τρόπο την τελευταία της ευκαιρία και πιάνοντας στον ύπνο τους νωχελικούς Γάλλους, των οποίων η ολιγωρία μάλλον οφείλεται στο ότι θεωρούσαν πως είχαν ήδη προκριθεί. Μετά από διαδοχικές πάσες ακριβείας, ο Πένεφ έστειλε με ένα θεαματικό σουτ τη μπάλα στα δίχτυα, στέλνοντας τους Γάλλους στο καναβάτσο.
Από τον ομοσπονδιακό τεχνικό, Ζεράρ Ουγιέ, μέχρι τον απλό λαό, άπαντες χρειάζονταν ένα εξιλαστήριο θύμα, κάποιον που να «πληρώσει τα σπασμένα» της παταγώδους εθνικής αποτυχίας. Ο κλήρος έπεσε στον 26χρονο τότε Ζινολά, που έμεινε γνωστός ως ο «δολοφόνος της ομάδας», ύστερα από δηλώσεις του Ουγιέ, αφού «έστειλε έναν πύραυλο Exocet [σ.σ: γαλλικός αντιπλοϊκός πύραυλος] μέσα στην καρδιά του γαλλικού ποδοσφαίρου». Με τον εγχώριο τύπο να τον λοιδορεί, αποκαλώντας τον «δολοφόνο του γαλλικού ποδοσφαίρου», ο Ζινολά δεν είχε παρά να αναζητήσει την τύχη του στο εξωτερικό.
Άνθρακας ή… θυσαυρός
Όπως και με την μεταγραφή του στην Παρί Σεν-Ζερμέν, ο Ζινολά μετακινήθηκε εκ νέου σε μία ομάδα που προσπαθούσε να καθιερωθεί στα μεγάλα σαλόνια του εγχώριου ποδοσφαίρου. Ο λόγος, φυσικά, για τη Νιούκαστλ του Κέβιν Κίγκαν, που δεν δίστασε να πληρώσει 2,5 εκατομμύρια λίρες, ένα ασυνήθιστα υψηλό ποσό για την εποχή εκείνη, για να κερδίσει την υπογραφή του.
Στην πρώτη του σεζόν στους «Ανθρακωρύχους», ο Γάλλος βοήθησε την ομάδα να κατακτήσει τη 2η θέση στην Πρέμιερ Λιγκ, πίσω μόνο από την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ του συμπατριώτη του, Καντονά. Αν και ήταν η καλύτερη θέση όπου είχε τερματίσει η Νιούκαστλ για δεκαετίες, η πορεία της έμεινε στην Ιστορία ως αποτυχημένη, καθώς τον Ιανουάριο προπορευόταν στον πίνακα με 10 βαθμούς διαφορά.
Την επόμενη σεζόν, αφού η Νιούκαστλ μπλόκαρε τη μεταγραφή του Ζινολά προς την Μπαρτσελόνα, κι αφού υπέγραψε τον Άλαν Σίρερ σε μία μεταγραφή-ρεκόρ ύψους 15 εκ. λιρών, οι «Ανθρακωρύχοι» φάνηκε πως είχαν βρει «ταβάνι», αφού βγήκαν ξανά 2οι, πίσω από τη Γιουνάιτεντ. Στα μέσα της σεζόν, ο Κίγκαν παραιτήθηκε αναπάντεχα, και τη θέση του πήρε ο Κένι Ντάλγκλις. Ο Γάλλος, λόγω του ιδιόρρυθμου χαρακτήρα του, περιέπεσε σε δυσμένεια, με αποτέλεσμα να αναζητήσει την τύχη του αλλού.
«Πετεινοί» δεν είναι μόνο η Γαλλία
Η Τότεναμ έκλεισε τη μεταγραφή του Ζινολά τον Ιούλιο του 1997 για 2,5 εκ. λίρες. Ο Γάλλος μετακινήθηκε στο Βόρειο Λονδίνο, μαζί με τον συμπαίκτη του στη Νιούκαστλ, Λες Φέρντιναντ. Χάρη στις επιδόσεις του με τους «Πετεινούς», το 1999 ο Ζινολά ψηφίστηκε Παίκτης της Χρονιάς από την Ένωση Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών και Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς από την Ένωση Ποδοσφαιρικών Δημοσιογράφων.
Το χαρακτηριστικότερο ίσως γκολ του Ζινολά με την Τότεναμ ήρθε τη σεζόν 1998/99, σε έναν αγώνα του FA Cup ενάντια στην Μπάρνσλεϊ, όταν ο Γάλλος, ξεκινώντας από την αριστερή πλευρά του γηπέδου, πέρασε τέσσερις αντιπάλους και πλάσαρε επιτυχώς τον τερματοφύλακα, στέλνοντας τη μπάλα στην αριστερή του γωνία για το μοναδικό γκολ του αγώνα. Ήταν ο πρώτος παίκτης στην ιστορία της Πρέμιερ Λιγκ που ψηφίστηκε παίκτης της χρονιάς, αν και η ομάδα του τερμάτισε εκτός των τεσσάρων πρώτων θέσεων της βαθμολογίας. Χάρη στο γκολ του, η ομάδα του πέρασε στους ημιτελικούς, όπου, ειρωνικά, αποκλείστηκε από την πρώην ομάδα του, τη Νιούκαστλ. Παρ’ όλα αυτά, ο Ζινολά κέρδισε το Λιγκ Καπ εκείνη την σεζόν, με την Τότεναμ να επικρατεί 1-0 επί της Λέστερ στο Γουέμπλεϊ.
Αν και αγωνίστηκε σε άλλες τρεις ομάδες του αγγλικού πρωταθλήματος (Νιούκαστλ, Άστον Βίλα, Έβερτον), ο Ζινολά αποτελεί μία λατρεμένη φιγούρα για τους οπαδούς των «Πετεινών» τόσο για τις επιδόσεις του στο γρασίδι, όσο και για την προσωπικότητα που έδειξε εκτός γηπέδου, κάτι που φάνηκε και στην επέτειο των 125 χρόνων του συλλόγου. Τότε, όταν διάφοροι θρύλοι της ομάδας παρέλασαν στο γήπεδο, ο Γάλλος δέχθηκε ένα από τα πιο θερμά χειροκροτήματα. Στις 11 Δεκεμβρίου 2008, ο Ζινολά περιελήφθηκε στο Πάνθεον των παικτών της Τότεναμ.
Τον Ιούλιο του 2000, ο 33χρονος πια εξτρέμ πήρε μεταγραφή για την Άστον Βίλα. Από τη μια μεριά, όπως δήλωσε ο ίδιος, η μεταγραφή αυτή αποτελούσε απογοήτευση, αφού δεν περίμενε από την Τότεναμ να τον πουλήσει. Από την άλλη, όμως, η μετακίνησή του στη Βίλα ήταν πρόκληση, αφού κλήθηκε από τον προπονητή Τζον Γκρέγκορι να αποδείξει ότι μπορεί να συνεχίσει να αγωνίζεται στο υψηλότερο επίπεδο, παρά την ηλικία του. Απ’ ό,τι φαίνεται, ο Ζινολά πράγματι πέτυχε, αφού το 2002, υπέγραψε για την Έβερτον, αν και κατέγραψε μόλις πέντε εμφανίσεις στην ομάδα του Λίβερπουλ, προτού τελικά αποσυρθεί, τον Μάιο του 2002.