Η εθνική Αγγλίας θα αγωνίστει σε δεύτερο συνεχόμενο τελικό Euro, δημιουργώντας ανάμικτα συναισθήματα, γιατί αφενός δεν παίζει καλά, αφετέρου είναι κοντά στο να εκπληρώσει τον σκοπό της: να φέρει το τρόπαιο σπίτι.
«Η Αγγλία είναι μία ομάδα για τα σκ@@ά. Όσο περνούσε η ώρα, δεν ήθελαν να κάνουν το παραμικρό παρότι έχουν εξαιρετικούς παίκτες στο γήπεδο», θα δηλώσει οργισμένος ο Ράφαελ φαν ντερ Φάαρτ στον ολλανδικό τηλεοπτικό σταθμό NOS, μετά τη λήξη του ημιτελικού ανάμεσα σε Ολλανδία και Αγγλία. Λίγοι θα διαφωνήσουν με τον παλαίμαχο άσσο των Άγιαξ, Ρεάλ Μαδρίτης και Τότεναμ μεταξύ άλλων, όμως για να αξίζεις να κερδίσεις κάποιον, δεν πρέπει να είσαι γενικά και αόριστα καλός, ή ακόμα και να παίξεις σύμφωνα με τις δυνατότητές σου. Αρκεί να είσαι καλύτερος από τον αντίπαλο στο συγκεκριμένο παιχνίδι και, όπως φανερώνει η στατιστική, τα «Τρία Λιοντάρια» επικράτησαν στις περισσότερες επιμέρους κατηγορίες, φέρνοντας το ποδόσφαιρο λίγο πιο κοντά στο… σπίτι του.
Η ομάδα του Γκάρεθ Σάουθγκεϊτ είχε την κατοχή, περισσότερες κερδισμένες μονομαχίες, περισσότερα σουτ, τόσο συνολικά, όσο και στην εστία, περισσότερα xGoals, σχεδόν διπλάσιες πάσες στο τελευταίο τρίτο του γηπέδου, ενώ έκαναν και σχεδόν τα μισά φάουλ από τους «Οράνιε». Αυτό φυσικά δεν είναι κάποιο μεμονωμένο φαινόμενο, αφού σχεδόν σε όλα τα παιχνίδια της στο φετινό Euro η Αγγλία ήταν καλύτερη από οποιαδήποτε ομάδα αντιμετώπισε, με εξαίρεση ίσως τον προημιτελικό απέναντι στην Ελβετία. Ακόμα κι εκεί οι διαφορές ήταν ελάχιστες, με τους παίκτες του Μουράτ Γιακίν να καταφέρνουν την πλήρη εξουδετέρωση του Χάρι Κέιν, καθιστώντας ακίνδυνη την Αγγλία στο δικό της μισό.
Προφανώς η κριτική στον Σάουθγκεϊτ και στις μεθόδους του δεν είναι άδικη, καθώς όταν έχεις ένα ρόστερ με τέσσερις παίκτες (Μπέλιγχαμ, Φόντεν, Σάκα και Ράις) στην πρώτη δεκάδα των ακριβότερων στον κόσμο, σύμφωνα με το Transfermarkt, και τον κάτοχο του Ευρωπαϊκού Χρυσού Παπουτσιού (Κέιν) όλοι περιμένουν να παίξεις αναλόγως, να «σκοτώσεις» κάθε αδύναμο αντίπαλο που θα βρεις στον διάβα σου και να εντυπωσιάσεις σε κάθε βήμα μέχρι την κατάκτηση της κούπας. Σίγουρα η Αγγλία δεν έχει κάνει τίποτα από τα παραπάνω στο φετινό Euro και δεν έχει ανεβάσει ρυθμό ούτε απέναντι σε αντιπάλους όπως η Σερβία, η Σλοβενία και η Σλοβακία, που ακόμα και η Ελλάδα θα «απαιτούσαμε» να τους κερδίσει.
Παρακολουθώντας τη διοργάνωση από το σπίτι μας βέβαια, δεν μπορούμε παρά να φτάσουμε σε δύο συμπεράσματα: είτε ότι δεν υπάρχουν πραγματικά αδύναμοι αντίπαλοι, είτε ότι το Euro δεν «βοηθά» την καθολική επικράτηση των φαβορί. Το πρώτο συμπέρασμα δεν έχει εύκολη απάντηση, κυρίως γιατί αν και βλέπουμε τα οικονομικά μεγέθη να αλλάζουν δραστικά, στις εθνικές ίσως ακολουθούμε τον αντίθετο δρόμο, όπου οι πιο «φτωχοί» παίκτες, λεγεωνάριοι στην πλειοψηφία τους, δένουν καλύτερα με τους συμπατριώτες τους και πραγματοποιούν την ομαδική υπέρβαση, θυσιάζοντας την ολοένα και αυξανόμενη, κυρίως στις «ισχυρότερες» εθνικότητες ατομική αξία.
Για το δεύτερο συμπέρασμα ωστόσο η εικόνα είναι πιο ξεκάθαρη. Μετά την ολοκλήρωση της πρώτης αναγνωριστικής αγωνιστικής παρακολουθούμε ένα ανησυχητικό μοτίβο: λίγα γκολ, πολλά αυτογκόλ, αμυντικός προσανατολισμός, ομάδες κουρασμένες μετά από μία καταιγιστική, από αγωνιστικής άποψης, χρονιά και μία δογματική επιθυμία για διάκριση με την ελάχιστη δυνατή προσπάθεια. Ίσως οι μεγάλες διοργανώσεις να ήταν πάντα έτσι, ίσως η ασύμμετρη σύγκριση με το μετά-πανδημίας Euro του 2021 και το χειμερινό Μουντιάλ του 2022, που αμφότερα υπήρξαν ιδιαίτερα πλούσια σε θέαμα και συγκινήσεις, να αποπροσανατολίζουν την κρίση μας. Όπως και να έχει όμως ο ουδέτερος ποδοσφαιρόφιλος μάλλον έχει συχνά ατονήσει κατά τη διάρκεια του φετινού τουρνουά.
Η Αγγλία φαίνεται να λαμβάνει το ανάθεμα για όλες τις παραπάνω παθογένειες, όμως η ευθύνη που της αναλογεί είναι σαφώς μικρότερη. Σίγουρα το «μονοπάτι» που ακολούθησε για να φτάσει στον τελικό μοιάζει αδικαιολόγητα βατό, όμως το κρίμα γι’ αυτήν τη μοίρα κουβαλούν ομάδες όπως το Βέλγιο και η Γαλλία, που με τις γκέλες τους στους ομίλους διαμόρφωσαν με τέτοιον τρόπο την κατάσταση στα νοκ άουτ. Μην γελιόμαστε τα «Τρία Λιοντάρια» ούτε στον όμιλο ήταν αποδοτικά, όμως σίγουρα θα ευφησυχάστηκαν όταν αντίκρισαν για πρώτη φορά τι αρκούσε να κάνουν για να φτάσουν ως το τέρμα.
Τα αποτελέσματα λίγο έλειψε να αποβούν καταστροφικά. Η Αγγλία και στα τρία παιχνίδια στη νοκ άουτ φάση έμεινε πίσω στο σκορ, και στα τρία βρήκε γκολ από το 80′ κι έπειτα για να προκριθεί, γκολ τα οποία μάλιστα έχουν μπει όλα στη συζήτηση για κορυφαία της διοργάνωσης, ενώ ολοκλήρωσε την ανατροπή και στις τρεις πιθανές φάσεις, δηλαδή κανονική διάρκεια, παράταση και πέναλτι. Αν τα παθήματα γίνονταν δεδομένα μαθήματα, η Αγγλία είναι στην παρούσα φάση ιδιαίτερα σοφή. Τώρα στον τελικό θα κληθεί να αντιμετωπίσει την καλύτερη ομάδα του τουρνουά, την Ισπανία, που κόντρα στην κυριαρχούσα τάση, έπαιξε ποδόσφαιρο, επιτέθηκε και εντυπωσίασε.
Τι θα γίνει λοιπόν αν η Ισπανία ηττηθεί στον τελικό, αν το ποδόσφαιρο γυρίσει πράγματι σπίτι; Ελάχιστοι θα θυμούνται πως η Αγγλία ήταν αναιμική, πως δεν έθελξε όσο θα την ήθελε ο μέσος οπαδός, πως αδικήθηκαν οι Όλμο, Γιαμάλ και Νίκο Γουίλιαμς, όταν έχασαν από τους Πίκφορντ, Γκουέι και Μέινου. Είτε το παραδεχόμαστε, είτε όχι, το ποδόσφαιρο θυμάται μόνο τους νικητές. Ας κάνουμε το πείραμα, πείτε μου εσείς, πόσο καλοί ήταν οι Πορτογάλοι στο Euro του 2000, οι Ρώσοι το 2008, οι Ουαλοί το 2016; Ή ακόμα πόσο το άξιζαν συγκριτικά με τους χαμένους η Δανία το 1992, η Τσεχοσλοβακία το 1976 ή στην τελική η δική μας Εθνική το 2004;
Κι αν δεν εμπιστεύεστε τον τωρινό εαυτό σας, ας ρωτήσουμε τον έφηβο, που έπαιζε Football (ή Championship για τους γηραιότερους) Manager στο πατρικό του σπίτι και έφτιαχνε αυτοκρατορίες με την παγιωμένη τακτική του «Load/Save». Η αιώνια δικαιολογία ήταν ότι το έκανε μόνο την πρώτη (;) χρονιά για να πάρει μπροστά, για να δώσει στην ομάδα του τα κεφάλαια και την ώθηση που δεν θα έβρισκε ποτέ υπό φυσιολογικές συνθήκες, κι έπειτα αναλάμβανε η ικανότητα. Το μυαλό του «έσβηνε» την αρχική μιαρή προσπάθεια, το τσιτάκι (sic), κι επικεντρωνόταν σε όσα πετύχαινε μετά, παραβλέποντας την αδικία απέναντι στην μηχανική του παιχνιδιού.
Είτε την θεωρείτε «loser», είτε ποδοσφαιρικό «villain», είτε απλά μία υπεροπτική φάρα, που νομίζει ότι το ποδόσφαιρο της ανήκει, η Αγγλία μπορεί να νιώθει λίγο αδικημένη, στο ευρύτερο πάντα πλαίσιο. Για περίπου 60 χρόνια έχει απογοητευτεί με κάθε πιθανό τρόπο, με γκολ που πέρασαν τη γραμμή και δεν μέτρησαν, με κόκκινες που καταλογίστηκαν κατά αντί για υπέρ, με καταραμένα πέναλτι, με «χρυσές» γενιές που εντυπωσίαζαν στο γήπεδο και τελικά έχαναν, με ακατανόητες αποφάσεις διαιτητών.
Σημασία έχει πια να το πάρει το Euro, κι ας είναι αυτοσκοπός, κι ας είναι η χειρότερη σε απόδοση εθνική που θα το καταφέρει. Αν το ποδόσφαιρο (ξανα)γυρίσει σπίτι, όλα τα υπόλοιπα θα πάρουν τον δρόμο τους, και την κατάκτηση αυτή θα την κρίνει η Ιστορία…