Στην πρώτη του χρονιά με τη Ρέιντζερς, ο Ιταλός επιθετικός Μάρκο Νέγκρι σημείωσε 25 γκολ σε έντεκα αγώνες, σε μία ανεπανάληπτη επίδοση.
Η έκφραση «one-season wonder» συνοδεύει πολλούς παίκτες (κυρίως επιθετικούς) που εντυπωσίασαν στο ντεμπούτο τους σε κάποια ομάδα, όμως μετά από την πρώρη σεζόν απέτυχαν να επαναλάβουν τα ίδια κατορθώματα. Κατ’ εξαίρεση στον παραπάνω όρο, υπάρχουν και μερικοί «half-season wonders», όπου ξεκίνησαν συχνά ακόμη πιο εκκωφαντικά, όμως η τρελή φόρμα τους κράτησε μόνο για μισό πρωτάθλημα. Στην πρώτη κατηγορία θα τοποθετούσαμε παίκτες όπως οι Μίτσου, Μπεντζανί και Μίντο, ενώ στη δέυτερη τους Ζακί και Γέλαβιτς. Υπάρχει όμως και ο Μάρκο Νέγκρι, που αποτελεί την εξαίρεση της εξαίρεσης, αφού σε μόλις έντεκα αγώνες, στο 1/3 πρακτικά της πρώτης του χρονιάς στη Σκωτία και τη Ρέιντζερς, έφτασε σε μία ασύλληπτη επίδοση, που θα ζήλευαν και οι ικανότεροι επιθετικοί στη διάρκεια μιας ολόκληρης σεζόν!
Η αρχή της ιστορίας του πάντως δεν έμοιαζε ακριβώς ευοίωνη. Στις 35 πρώτες του επίσημες συμμετοχές ο Μιλανέζος Νέγκρι σημείωσε δεν σημείωσε ούτε ένα τέρμα σε Ουντινέζε και Νοβάρα. Όντας μέχρι τα 25 του χρόνια ένας μέτριος επιθετικός τρίτης κατηγορίας στην Ιταλία, ο υψηλόσωμος φορ (1,80 μ.) δεν έδειχνε πως θα μπορούσε να τα καταφέρει στο υψηλότερο επίπεδο. Η Περούτζια όμως του αμφιλεγόμενου Λουτσιάνο Γκαούτσι είχε άλλη άποψη, όταν τον αγόρασε από την Κοζέντσα το καλοκαίρι του 1995 μετά από 19 τέρματα σε 34 αγώνες.
Στην κεντρική Ιταλία ο Νέγκρι είχε μία μοναδική ευκαιρία, αφού όχι μόνο θα έπαιζε σταθερά σε μία καλή ομάδα της Σέριε Β, αλλά θα είχε και την προοπτική να φτάσει, σχεδόν από τη μία στιγμή στην άλλη στα «μεγάλα σαλόνια» της χώρας. Άλλωστε οι φιλοδοξίες του προέδρου Γκαούτσι ήταν ξεκάθαρες, γνωστές σε όλους. Η Περούτζια μπορεί να ζορίστηκε, να άλλαξε τρεις προπονητές (!) μες στη σεζόν και να τερμάτισε 3η μετά από μπόλικα οριακά αποτελέσματα στο φινάλε, όμως τα κατάφερε. Η άνοδος στη Σέριε Α ήταν γεγονός και πρωταγωνιστής δεν ήταν άλλος από τον Νέγκρι, που με 18 τέρματα αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ της ομάδας.
Το γιορτινό κλίμα δεν κράτησε για πολύ στο Ρενάτο Κούρι. Ο τρελο-Γκαούτσι άλλαξε ξανά τρεις προπονητές (μάλλον όχι για γούρι), η Περούτζια υποβιβάστηκε μετά από τριπλή ισοβαθμία με Πιασέντζα και Κάλιαρι, όμως ο 26χρονος πια φορ της, στην πρώτη του σεζόν στην κορυφαία κατηγορία, σημείωσε 15 τέρματα (5ος σκόρερ στη λίγκα), ξεπερνώντας «ιερά τέρατα», όπως οι Κιέζα, Τζορκαέφ, Μπατιστούτα και Γουεά. Φυσικά δεν είναι ο μόνος που ξεχωρίζει από τη μαχητική «σταχτοπούτα», αφού σε εκείνο το καλτ ρόστερ συνυπάρχει με τους οριακά ψυχασθενείς Γκατούζο και Ματεράτσι, καθώς και τον πρώην προπονητή της Γιουβέντους, Αλέγκρι.
Κάπως έτσι, μετά από 52 τέρματα σε τρεις χρονιές, ο Νέγκρι αποφασίζει να απαρνηθεί τα πάτρια εδάφη για χάρη της Σκωτίας και της ισόβιας τότε πρωταθλήτριας (εννέα συνεχόμενοι τίτλοι) Ρέιντζερς, που σε ένα καλοκαίρι αποφασίζει να φέρει πέντε Ιταλούς στο Άιμπροξ, με τρεις εξ αυτών να προέρχονται από την Περούτζια (Νέγκρι, Γκατούζο και Ρίτσιο). Ο Μιλανέζος επιθετικός δεν ήταν η ακριβότερη μεταγραφή (Αμορούζο από Φιορεντίνα), δεν προορίζοταν καν για αναντικατάστατος, αφού στο ρόστερ δέσποζε ο εμβληματικός βετεράνος Άλι ΜακΚόιστ και ο πολυθεσίτης φορ, Γκόρντον Ντούρι. Είχε όμως τη χάρη, τη φινέτσα, τη λαμπερή κόμη, και παράλληλα το εκτόπισμα και τη σκληράδα – όλα εκείνα τα στοιχεία, που θα έκαναν τους Σκωτσέζους οπαδούς να τον λατρέψουν.
Η σεζόν (1997/98) ξεκινά… τουριστικά με ένα ταξίδι στα Νησιά Φερόε για τα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ κόντρα στην Γκότα, όπου ο Νέγκρι χωρίς να πιεστεί σκοράρει και δέχεται μία κίτρινη στο κυριαρχικό 0-5 της ομάδας του. Ο Ιταλός επιθετικός δεν αποδεικνύεται το ίδιο αποτελεσματικός κόντρα στην καλύτερη Γκέτεμποργκ, από την οποία η Ρέιντζερς αποκλείεται και «κατεβαίνει» στο Κύπελλο UEFA, όμως έχει ζεσταθεί αρκετά για το ξεκίνημα του πρωταθλήματος.
Χάριν στατιστικής θα αναφέρουμε μαζί τις δύο πρώτες αγωνιστικές, όταν οι Προτεστάντες (όπως είναι γνωστή η ομάδα της Γλασκώβης) υποδέχθηκαν Χαρτς και Νταντί Γιουνάιτεντ και πήραν ισάριθμες νίκες με 3-1 και 5-1 αντίστοιχα. Από αυτά τα οκτώ γκολ λοιπόν ο Νέγκρι πέτυχε επτά (!) και έφτιαξε άλλο ένα, κάνοντας κρότο σε ολόκληρη την Ευρώπη. Τυχερός, θα σκέφτηκαν κάποιοι. Ευλογημένος ήταν όμως η σωστή λέξη, αφού ο Ιταλός για πρώτη φορά στην καριέρα του είχε γύρω του αρτίστες δημιουργούς, όπως οι Γκασκόιν, Μπράιαν Λάουντρουπ και ο Γερμανός διεθνής ακραίος, Γεργκ Άλμπερτζ.
«Η μεταγραφή δεν ήταν κάτι που περίμενα. Ναι, είχα πετύχει 15 γκολ στη Σέριε Α, όμως η Ρέιντζερς ήταν μία δημοφιλής ομάδα που αγωνιζόταν στο Τσάμπιονς Λιγκ. Θυμάμαι καλά το πρώτο μου παιχνίδι, ήδη από το τούνελ στο Άιμπροξ καταλάβαινα πως αυτός ο σύλλογος θα ήταν κάτι το διαφορετικό. Η ατμόσφαιρα δεν είχε καμία σχέση με ότι είχα συνηθίσει ως τότε. Ήταν μία μεγάλη αλλαγή για μένα, έπρεπε να αλλάξω τον τρόπο ζωής μου και να ξεχάσω τον ήλιο! Έπρεπε να φερθώ έξυπνα, να προσαρμοστώ κι ευτυχώς είχα μερικούς απίστευτους συμπαίκτες, που με βοήθησαν. Ξαφνικά όλα μου έρχονταν εύκολα, έπαιζα χωρίς πίεση και βρισκόμουν συνεχώς στο κατάλληλο σημείο την κατάλληλη στιγμή. Ήταν λες και βρισκόμουν μέσα σε μία μαγική φούσκα. Έπαιζα και ήξερα πως μπορώ να σκοράρω σε κάθε ευκαιρία».
Την 3η αγωνιστική κόντρα στην Αμπερντίν ο Νέγκρι σκόραρε ξανά, αυτήν τη φορά με πέναλτι, ενώ η ομάδα του αναδείχθηκε ισόπαλη (3-3). Με δύο εκτός έδρας αναμετρήσεις να ακολουθούν αρκετοί πίστευαν πως θα «ξεφουσκώσει», όμως αυτός με τέσσερα γκολ σε δύο αγώνες κατέρριψε κάθε αμφιβολία. «Όταν χάσαμε από την Γκέτεμποργκ, ένας προπονητής, ο Άρτσι Νοξ, με κοίταξε και άρχισε να βρίζει στα αγγλικά. Εγώ δεν ήξερα καλά τη γλώσσα, όμως καταλάβαινα ότι ήταν νευριασμένος και απευθυνόταν σε μένα. Από εκεί κι έπειτα όταν έβαζα πάνω από ένα γκολ τον κοιτούσα κι έλεγα μερικές κακές λεξούλες στα ιταλικά. Η κάμερα με συνέλαβε κι έτσι μου κόλλησαν το παρατσούκλι “ο Κακόκεφος Ιταλός”».
Από εκεί και πέρα κάθε αγώνας γινόταν μία πρόκληση, ένας «ψυχαναγκασμός» για ένα ακόμα τέρμα, για μία διεύρυνση του σερί, για ακόμα μία έκρηξη αγάπης από το φανατικό κοινό. Μέχρι και την 1η Νοεμβρίου ο Νέγκρι δεν απέτυχε ούτε έναν αγώνα να σκοράρει, με τον φορμαρισμένο φορ να «γράφει» καρέ κόντρα στην Ντανφέρμλιν και να πετυχαίνει ένα ακόμα χατ-τρικ απέναντι στην Κιλμάρνοκ. Το κοντέρ θα σταματήσει στα έντεκα παιχνίδια και τον ασύλληπτο αριθμό των 23 γκολ, επίδοση που θα τον έστεφε από τότε πρώτο σκόρερ του πρωταθλήματος ακόμα κι αν δεν έπαιζε ξανά, αφού ο δεύτερος στο τέλος της σεζόν, ο Σουηδός Κιελ Όλοφσον έφτασε μέχρι τα 18!
«Ήταν η πιο κρίσιμη στιγμή της καριέρας μου. Ήμουν σε καλή ηλικία και ερχόμουν από την Ιταλία με μία καλή σεζόν πίσω μου, ήθελα να δείξω στην Ευρώπη πως μπορώ να πετύχω γκολ. Να ανεβώ επίπεδο και να θεωρηθώ ένας αποτελεσματικός επιθετικός, ακόμα και να παίξω για την Ιταλία στο Μουντιάλ του 1998. Τα πήγαινα περίφημα και στόχος μου ήταν να κερδίσω το δέκατο σερί πρωτάθλημα για την ομάδα. Δεν τα κατάφερα, δυστυχώς. Δεν είμαι κανένας θρύλος, ήμουν όμως ανάμεσά τους, ανάμεσα στον Γκασκόιν, τον Μπράιαν Λάουντρουπ και τον Άλι ΜακΚόιστ. Στην πραγματικότητα αγωνίστηκα μόνο για έξι μήνες και σκόραρα σχεδόν σε κάθε αγώνα. Ήταν κάτι το φανταστικό. Οι οπαδοί δεν θα το ξεχάσουν ποτέ. Κι εγώ δεν θα ξεχάσω τη Ρέιντζερς».
Μετά από το παραπάνω μικρό… σπόιλερ, μάλλον θα αναρωτιέστε πώς γίνεται με τέτοιο ξεκίνημα ο Νέγκρι να κατάφερε να «κλείσει» την καριέρα του στο Άιμπροξ μετά από μόλις έξι αγωνιστικούς μήνες, γιατί στον σύλλογο έμεινε για τέσσερα χρόνια. Ο Νέγκρι μπορεί να μην σκόραρε σε κάθε αγώνα, όμως τους δύο τελευταίους μήνες του 1997 πέτυχε ακόμα εφτά τέρματα, επίδοση που σίγουρα δεν περνά απαρατήρητη και τον ανέβασε στα 30 γκολ σχεδόν στα μισά του πρωταθλήματος. Κι όμως κάπου εκεί, τις πρώτες μέρες του νέου έτους (1998) ο Ιταλός βίωσε έναν οδυνηρό τραυματισμό: αποκόλληση αμφιβληστροειδούς κατά τη διάρκεια ενός αγώνα… σκουός.
«Πέτυχα 33 τέρματα (σε όλες τις διοργανώσεις) μέχρι τα Χριστούγεννα, όμως δεν ήμουν ικανοποιημένος. Θα μπορούσαν άνετα να ήταν 40 ή και 50. Μέχρι να τραυματιστώ ήμουν ο κορυφαίος σκόρερ στον κόσμο, όλοι έλεγαν πως θα κερδίσω το Χρυσό Παπούτσι, ένιωθα τέλεια. Και τότε ήρθε εκείνο το ηλίθιο παιχνίδι σκουός με τον Πορίνι, όταν μου συνέβη ο πιο περίεργος τραυματισμός στην ιστορία του σκωτσέζικου ποδοσφαίρου. Το χτύπημα ήταν τόσο δυνατό και προσγειώθηκε με τέτοια σφοδρότητα, που έστειλε το μάτι μέσα στο κεφάλι μου, μέχρι που χτύπησε στη μεμβράνη που το χωρίζει από τον εγκέφαλο. Είχε αποκολληθεί και στην πραγματικότητα είχε κολλήσει στο ζελέ της μεμβράνης. Όταν γύρισα είχα συνεχώς προβλήματα με την όρασή μου, καθώς ο αμφιβληστροειδής είχε επηρεαστεί. Η μαγεία είχε έτσι απλά εξαφανιστεί».
Φήμες λένε ότι μέσα στη λαχτάρα του για να κερδίσει (το) πρωτάθλημα, να πάρει το Χρυσό Παπούτσι, να κληθεί στην εθνική, ο Νέγκρι απέκρυψε το μέγεθος του προβλήματος, μένοντας εκτός δράσης λιγότερο από έναν μήνα. Παράλληλα ο προπονητής του, Γουόλτερ Σμιθ, που είδε την ομάδα του να νικά μόλις τρεις φορές σε δυόμισι μήνες, κατηγόρησε τον Ιταλό μπροστά σε όλη την ομάδα για την αφέλειά του, για τον αντι-επαγγελματισμό του, κάτι που τον στιγμάτισε για την μετέπειτα καριέρα του στο Άιμπροξ.
Κάπως έτσι ο Ιταλός σημείωσε μόλις δύο ακόμη γκολ ως το τέλος της σεζόν, η Ρέιντζερς έχασε κύπελλο (από Χαρτς) και πρωτάθλημα (από Σέλτικ), το Χρυσό Παπούτσι κατέληξε στον δικό μας Νίκο Μαχλά (για δύο γκολ διαφορά), ενώ στη Γαλλία για το Μουντιάλ ταξίδεψαν οι Σάντρο Κόις και Φρανσίσκο Μοριέρο ως αουτσάιντερ αντί γι’ αυτόν. Κι αυτό ήταν το τέλος του Νέγκρι στο σκωτσέζικο ποδόσφαιρο. Σχεδόν. Αφού στην πραγματικότητα φόρεσε την μπλε φανέλα για 117 ακόμα αγωνιστικά λεπτά (κόντρα σε Μόρτον, Νταντί Γιουνάιτεντ και Στουρμ Γκρατς), χωρίς να πετύχει γκολ ή να κάνει οτιδήποτε αξιοσημείωτο.