Το έπος του Γουέμπλεϊ θα μείνει για πάντα χαραγμένο στην καρδιά των Ελλήνων φιλάθλων, καθώς η μέρα που έφυγε ο Μπάλντοκ συνδέθηκε με τη στιγμή που οι Έλληνες συνάντησαν ξανά την πραγματική έννοια του ποδοσφαίρου.
Η συζήτηση σχετικά με τη διεξαγωγή του αγώνα Αγγλία – Ελλάδα λίγες ώρες μετά τον ξαφνικό θάνατο του Τζορτζ Μπάλντοκ ήταν έντονη. Μάλλον η μεγάλη πλειοψηφία του κόσμου τάχθηκε υπέρ της αναβολής του αγώνα. Γυρώ στις έντεκα και μισή το βράδυ όμως, κατάλαβε μέχρι και ο πιο άνιωθος άνθρωπος αυτής της χώρας ότι αυτό το παιχνίδι έπρεπε να γίνει. Κι αυτό φυσικά, όχι λόγω του θετικού αποτελέσματος, αλλά λόγω του τρόπου με τον οποίο ήρθε, της συμβολικής αξίας και του ιστορικού αποτυπώματος που αφήνει.
Το πένθος εκφράζεται με πολλούς τρόπους. Πολλοί τραγουδιστές συνηθίζουν να πενθούν τους κοντινούς τους ανθρώπους τραγουδώντας. Κάποιοι ζωγράφοι μπορεί να τιμήσουν το αγαπημένο τους πρόσωπο που έφυγε από τη ζωή αφιερώνοντας έναν πίνακα, ενώ οι οπαδοί συνηθίζουν να λένε «τα αδέρφια δεν τα κλαίμε, τα τραγουδάμε». Στον κόσμο των ποδοσφαιριστών ο μοναδικός τρόπος έκφρασης συναισθημάτων είναι η μπάλα.
Αφήστε τους να ξεσπάσουν, το έχουν ανάγκη
Μπορεί οι επαγγελματίες ποδοσφαιριστές να μην… το έχουν και πολύ με τα λόγια. Άλλωστε σε μια μέρα σαν κι αυτή που προηγήθηκε τα λόγια είναι φτωχά για να εκφράσουν οτιδήποτε. Το ποδόσφαιρο όμως είναι το μέσο έκφρασης των συναισθημάτων για εκείνους. Η απώλεια του Μπάλντοκ προκάλεσε ένα μείγμα συναισθημάτων σε κάθε Έλληνα διεθνή. Σοκ, στεναχωριά, θυμό, πόνο. Αυτό το μείγμα συσσωρεύτηκε και στο χορτάρι του Γουέμπλει είχαμε ένα ξέσπασμα. Οι Έλληνες διεθνείς παίζοντας ποδόσφαιρο σα να ήταν δώδεκα μετέδωσαν μέχρι και στον τελευταίο Έλληνα φίλαθλο τα συναισθηματά τους. Πένθησαν έτσι για τον φίλο τους και τον τίμησαν, αφιερώνοντάς του μια από τις μεγαλύτερες νίκες του ελληνικού ποδοσφαίρου που έμοιαζε πια τόσο μικρή και ασήμαντη μπροστά στην αξία της ανθρώπινης ζωής.
Οι παίκτες της εθνικής αγωνίστηκαν σα να εξαρτάται η τιμή του εκλιπόντα φίλου τους από το αποτέλεσμα. Αυτό φάνηκε ιδιαίτερα τη στιγμή της ισοφάρισης του Μπέλιγχαμ στο 88ο λεπτό, όταν αντί να συμβιβαστούν με μια -αντικειμενικά καλή- ισοπαλία εκτός έδρας με την φιναλίστ του Euro, εκείνοι ξεχύθηκαν μπροστά για να πάρουν τη νίκη.
Γιατί αυτός ήταν ο μόνος τρόπος που μπορούσαν να εκφράσουν τα συλληπητήριά τους. Και γιατί με αυτόν τον τρόπο κατάφεραν να δώσουν το όνομα του Τζορτζ Μπάλντοκ σε μια ιστορική νίκη που θα την αφηγούμαστε και στα παιδιά μας και μάλιστα μέσα στη χώρα την οποία γεννήθηκε: «…το διπλό στο Γουέμπλεϊ, τη μέρα που έφυγε ο Μπάλντοκ». Πώς να χάσεις άλλωστε όταν παίζεις με δώδεκα παίκτες…
Παράλληλα, αυτή η νίκη αποτέλεσε και ένα απαιτούμενο ξέσπασμα για όλους τους φίλους – συναθλητές του Μπάλντοκ. Χαρακτηριστική είναι η εικόνα του Τάσου Μπακασέτα που ξέσπασε σε λυγμούς με το τελευταίο σφύριγμα του διαιτητή. Τα παιδιά πανηγύριζαν γκολ νίκης στο 90+4 στο Γουέμπλεϊ, ενώ ταυτόχρονα κλαίγανε για τον φίλο τους. Που αλλού μπορούμε να συναντήσουμε κάτι τέτοιο εκτός από τον αθλητισμό;
Μέσα από αυτή τη διαδικασία, ο Έλληνας ήρθε ξανά σε επαφή με την πραγματική μπάλα. Το έζησε με όλη την ψυχή και με όλο το εύρος των συναισθημάτων του. Ήταν σα να συμετείχε και αυτός πνευματικά στην τελετή που έστησαν ο Γιοβάνοβιτς και οι ποδοσφαιριστές του. Θυμήθηκε ότι το άθλημα που σταμάτησε πολέμους και ένωσε εχθρούς άσπονδους, είναι τρόπος έφρασης της ψυχής του και όχι μπάχαλα, παρασκήνια και βρισίδια. Ένας ολόκληρος λαός απέτισε φόρο τιμής σε έναν άνθρωπο μέσα από το ποδόσφαιρο χωρίς καν να το καταλάβει. Το ενός λεπτού σιγή δεν πιάνει μια μπροστά στο ενενηντάλεπτο παθιασμένο και συναισθηματικό ποδόσφαιρο.
«Το ήθελε ο θεός», «βοήθησε ο Μπάλντοκ από εκεί ψηλά» κι άλλες τέτοιες φράσεις συνόδευσαν τη νίκη της εθνικής. Ίσως αυτές αποτυπώνουν το αίσθημα μιας μηδαμινής «δικαίωσης», ως προς τον άδικο χαμό. Ένα αίσθημα που συνηθίζουν να επιδιώκουν οι άνθρωποι που θρηνούν. Αν δεν το καταλάβαμε λοιπόν, χθες θρηνήσαμε μέσα από το ποδόσφαιρο. Αλλόκωτο συναίσθημα για κάποιον οπαδό που έχει μάθει να είναι δίπλα στο άθλημα μόνο όταν πρόκειται για χαρές και πανηγύρια.
Ξαπλώνοντας στο κρεβάτι για να κοιμηθείς και να συνεχίσεις τη ζωή σου από την επόμενη, είμαι σίγουρος ότι και εσύ θα σκέφτηκες κάποια από αυτά κι αν όχι, σίγουρα θα μοιράστηκες τα ίδια συναισθήματα μέσα σε εκείνο το τρελό δίωρο. Άλλωστε, οι προσπάθειες των Ελλήνων ποδοσφαιριστών, δεν άφηναν δικαίωμα να μη νιώσεις τουλάχιστον συγκίνηση. Και αποχαιρέτησαν τελικα το φιλαράκι τους, φέρνοντας ξανά σε επαφή την Ελλάδα, αλλά και όλο τον κόσμο με το πραγματικό ποδόσφαιρο. «Τον Μπάλντοκ θα τον θυμάστε» μας είπαν, «κι αν δεν δυσκολεύεστε, θα φροντίσουμε εμείς για αυτό».