Ο πρώτος διεθνής ποδοσφαιριστής στην ιστορία των «Σφυριών» πολέμησε μέχρι θανάτου σε ελληνικά εδάφη.
Ήταν μια κρύα ημέρα του Μαρτίου, το 1876. Σ’ ένα μικρό ουαλικό χωρίο, το Penrhiwceiber, είχαν ήδη ξεκινήσει να χτίζονται τα πρώτα πέτρινα σπίτια. Σ’ ένα μεγάλο, ουσιαστικά, ξέφωτο, του πυκνού δάσους της περιοχής του Rhondda Cynon Taf, ανεγέρθηκε αυτό το ανερχόμενο χωριό, ως αποτέλεσμα του πλούσιου κοιτάσματος άνθρακα λίγα χιλιόμετρα από κει και του νέου ανθρακωρυχείου, που μόλις είχε ανοίξει τρύπα στην γη. Από μια οικογένεια εκείνης της εποχής, που τρεφόταν από το ανθρακωρυχείο, γεννήθηκε και ο ήρωας του παρόντος αφιερώματος.
Ο William James Jones, έρχεται λοιπόν στη ζωή μια μέρα του Μαρτίου 1876. Είναι η χρονιά που η Ουαλική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου ιδρύεται, όπως και οι σύλλογοι των Middlesbrough και
Port Vale. Οι Wanderers θα σήκωναν το τέταρτο σερί FA Cup τους και η εθνική Αγγλίας θα ηττούνταν για πρώτη φορά στο «σπίτι» της, με 3-1 από την μισητή Σκωτία. Ο William μεγάλωσε στην ενδοχώρα της Ουαλίας και από μικρός φάνηκε ότι κατείχε ένα ιδιαίτερο ταλέντο. Ιδιαίτερο θα έλεγε κανείς, καθώς αφορούσε αυτό το νέο άθλημα, που ακόμη βρισκόταν στην πρώιμη μορφή του. Στα 22 του χρόνια θα κατέβει στην πόλη, στο κοντινό Aberdare και θα ξεκινήσει την ποδοσφαιρική του καριέρα. Η πρώτη του ομάδα, το καμάρι της πόλης, η Aberdare Athletic FC. Για τον σύλλογο με τα κιτρινόμαυρα θ’ αγωνιστεί από το 1898 μέχρι το 1901, ως κεντρικός αμυντικός και ως «Half Back», μια πρώιμη μορφή του αμυντικού μπακ. Το «άστρο» του λάμπει στα γήπεδα της Νότιας Ουαλίας και το 1901 οδηγεί την Aberdare Athletic ως αρχηγός αυτής. Τον Μάρτιο του ίδιου έτους, ο Jones θα ζήσει την πρώτη σημαντική στιγμή της καριέρας του. Θα φορέσει τη φανέλα της πατρίδας του, της εθνικής Ουαλίας, όντας μάλιστα ο πρώτος ποδοσφαιριστής από τη Νότια Ουαλία, που πετυχαίνει κάτι τέτοιο. Θ’ αγωνιστεί σε δύο παιχνίδια-βρετανικές μάχες, το πρώτο ενάντια στην Σκωτία, μια ισοπαλία με 1-1 και το δεύτερο, έναν αγώνα που θα ήθελε να ξεχάσει, μια βαριά ήττα με 6-0 από την Αγγλία.
Παρά τα μέτρια αποτελέσματα, ο William Jones είχε τραβήξει την προσοχή του τύπου με τις αμυντικές του δυνατότητες. «Ένας αξιόπιστος αμυντικός, που έπαιζε πολύ καλά» και «έβρισκε με αποτελεσματικότητα τους πλάγιους μέσους στις πτέρυγες» έγραψαν γι’ αυτόν στον Τύπο της εποχής. Ο 25χρονος και διεθνής, πλέον, αμυντικός, θα δει την σκληρή δουλεία του μέσα στο γήπεδο να «καρποφορεί», με μια μεταγραφή στην Αγγλία και την Kettering. Ένα ταξίδι από την πατρίδα του το 1901 που, εν τέλει, θα μετάνιωνε, καθώς με τους «Poppies» αγωνίστηκε μόλις εννέα φορές. Ο William δεν εγκλιματίστηκε ποτέ στην μικρή πόλη του Northamptonshire και των East Midlands. Έψαχνε διέξοδο και ως «από μηχανής θεός» του την προσέφερε η West Ham United.
Τον Δεκέμβρη του 1901, τα «Σφυριά» θα του κλείσουν εισιτήριο τρένου για Λονδίνο, ως μέρος της ανταλλαγής του με τον Peter Kyle, που αργότερα θα φορούσε και τις φανέλες των Tottenham και Arsenal. Ο Σκωτσέζος επιθετικός από την Γλασκώβη θα έκανε το αντίθετο δρομολόγιο και η μεταγραφή θα γινόταν πραγματικότητα. Στο ανατολικό Λονδίνο θα φορέσει την φανέλα της West Ham για 15 φορές στην Southern League, κάνοντας το ντεμπούτο του στη νίκη 2-1 επί της Swindon Town στο Memorial Grounds στις 14 Δεκεμβρίου 1901. Μπορεί να μην άφησε το στίγμα του μέσα από πολυάριθμες εμφανίσεις και τίτλους, αλλά ο Jones θα γραφόταν με «χρυσά γράμματα» στην ιστορία της West Ham, καθώς θα γινόταν ο πρώτος διεθνής ποδοσφαιριστής στην ιστορία του συλλόγου. Στις αρχές του 1902, θα εκπροσωπούσε γι’ άλλη μια φορά την εθνική Ουαλίας κόντρα στην Αγγλία, στο Racecourse Ground του Wrexham, προσθέτοντας, έτσι, το όνομά του στους πρώτους των «Hammers».
Το καλοκαίρι του 1902, ξεκίνησε η νοσταλγία. Του έλειπε το σπίτι του, η πατρίδα του. Κάπως έτσι, τον Ιούνη του 1902 θα πάρει μεταγραφή για την ομάδα που τον ανέδειξε, την Aberdare Athletic FC. Στο τέλος της πρώτης του σεζόν εκεί, θα οδηγήσει τον σύλλογο στον τελικό του Ουαλικού Κυπέλλου, με την Aberaman να είναι η πρώτη ομάδα από τη Νότια Ουαλία με τέτοια διάκριση. Ο τελικός θα εξελιχθεί σε έργο με έναν πρωταγωνιστή, καθώς η Wrexham διέλυσε τον Jones και την αρμάδα του με 8-0. Δύο χρόνια μετά και με τέσσερις διεθνείς εμφανίσεις στο παλμαρέ του, ο Jones θα κλείσει την καριέρα του στην Rogerstone, μια μικρή ομάδα στα προάστια του Newport, της μεγάλης, πλέον, ουαλικής πόλης. Το 1906, σε ηλικία 30 ετών, θα κρεμάσει τα παπούτσια του, αφήνοντας πίσω μάχες σε λασπωμένα γήπεδα σε όλη την Βρετανία. Που να ‘ξερε όμως, ότι οι μεγαλύτερες μάχες της ζωής του, δεν είχαν έρθει ακόμα…
Θεσσαλονίκη, 1918. Στο κέντρο της πόλης του Θερμαϊκού κυκλοφορούν χιλιάδες στρατιώτες. Έλληνες, Σέρβοι, Γάλλοι και Βρετανοί. Ανάμεσα τους και ο William James Jones. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος είναι στο αποκορύφωμά του, και η χώρα πλήττεται εσωτερικά από τον Εθνικό Διχασμό και εξωτερικά από τους Βαλκανικούς Πολέμους. Ο πρώην ποδοσφαιριστής κατατάχτηκε στον βρετανικό στρατό και συγκεκριμένα εντάχθηκε στο 11ο Βασιλικό Ουαλικό Τάγμα Τυφεκιοφόρων. Στα σκηνάκια των δυνάμεων της Κοινοπολιτείας, ο Jones θα ετοιμαζόταν να γίνει κομμάτι μιας μεγάλης στρατιάς των Συμμάχων, που θα αντιμετώπιζαν βόρεια του Κιλκίς, στα υψώματα γύρω από τη λίμνη Δοϊράνη, τον στρατό των Βούλγαρων. Μια περιοχή γεμάτη σκοτεινά χαρακώματα, βομβαρδισμούς, ελονοσία και θάνατο.
Οι Έλληνες και οι Βρετανοί, υπό τις διαταγές του George Milne, ετοίμασαν επίθεση στις βουλγαρικές θέσεις στη Δοϊράνη, ενώ οι Γάλλοι και οι Σέρβοι, υπό τις διαταγές του Louis F. d’Esperey, ετοίμασαν επίθεση στις βουλγαρικές θέσεις στην κοιλάδα του Βαρδάρη. Οι Έλληνες και οι Βρετανοί είχαν σκοπό να καταλάβουν τις βουλγαρικές θέσεις στους λόφους κοντά στη λίμνη Δοϊράνη. Αυτή δεν ήταν η πρώτη επίθεση των Συμμάχων στη Δοϊράνη, το 1916, μια αγγλογαλλική επίθεση αναχαιτίστηκε από τη 2η Θρακική Μεραρχία Πεζικού, ενώ το 1917, οι Βρετανοί απέτυχαν δύο φορές να καταλάβουν τη Δοϊράνη. Τα οχυρά ήταν καλά κατασκευασμένα (από Βούλγαρους μηχανικούς), με τους Βούλγαρους να ενισχύουν τις θέσεις στους πρώτους μήνες του 1916 και στις αρχές του 1917. Οι βουλγαρικές θέσεις βρίσκονταν επίσης στην Κορυφογραμμή Πιπ, Σκρα και στο Μεγάλο Κουρουννέ.
Λίγους μήνες πριν την μεγάλη Μάχη της Δοϊράνης, το 1918, που στοίχισε τη ζωή σε 3.404 Έλληνες στρατιώτες και 3.155 Βρετανούς στρατιώτες, ο William Jones θ’ αφήσει την τελευταία του πνοή σε μακεδονικό χώμα. Όπως αναφέρει επίσημο αγγλικό πολεμικό ημερολόγιο, στις 7 Μαΐου του 1918:
«Περίπολο με επικεφαλή τον υπολοχαγό J. Tinniswood και δώδεκα οπλίτες (OR), προχώρησαν σε μικρή απόσταση από το PILL BOX και βρήκαν δύο πτώματα τα οποία δεν μπόρεσαν να μετακινήσουν, λόγω της ρίψης βομβών και των πυροβολισμών που τραυμάτισαν σοβαρά δύο άνδρες».
Ο William Jones είχε σκοτωθεί από ρίψη βόμβας των Δυνάμεων του Άξονα στις 6 Μαΐου του 1918 και δεν ήταν εφικτό να αναγνωριστεί το πτώμα του, το οποίο είχε διαμελιστεί στα εδάφη που έβρεχε η λίμνη Δοϊράνη.
Στις τρεις το πρωί της 18ης Σεπτεμβρίου εξόρμησαν εν απολύτω σιγή τα τμήματα της μεραρχίας Κρήτης κατά της ανατολικά της λίμνης εχθρικής τοποθεσίας, έχοντας στην πρώτη γραμμή το 29ο σύνταγμα με διοικητή τον ταγματάρχη Βασίλειο Τυπάλδο και το 9ο σύνταγμα με διοικητή τον συνταγματάρχη Παναγιώτη Μίνη. Στις 5.30 είχε καταληφθεί ολόκληρη η προκεχωρημένη αμυντική τοποθεσία. Το σύνολο των ελληνικών απωλειών ανήλθε σε 3.404 άνδρες. Των βρετανικών σε 3.115 άνδρες. Ο σκοπός όμως επιτεύχθηκε. Η επίθεση σταμάτησε την επόμενη μέρα, κατόρθωσε όμως να διασπάσει την βουλγαρική τοποθεσία, καθήλωσε όλες τις εχθρικές δυνάμεις της περιοχής Αξιού- Δοϊράνης, με αποτέλεσμα να μην μπορέσει η γερμανική διοίκηση να μετακινήσει ενισχύσεις και να τις διαθέσει στον τομέα Δοβρόπολεως, όπου εφαρμοζόταν η κύρια συμμαχική επίθεση. Αυτό οδήγησε στην βουλγαρική ήττα και συνθηκολόγηση της 30ης Σεπτεμβρίου, γεγονός που επέδρασσε αρνητικά στους Γερμανούς, οδηγώντας τους στην άνευ όρων συνθηκολόγηση της 11ης Νοεμβρίου του 1918, με την οποία λήγει ο φονικός πόλεμος και οδηγεί στην ολική απελευθέρωση των μακεδονικών εδαφών.
Από τον Οκτώβριο του 1915 έως το τέλος Νοεμβρίου 1918, η Βρετανική Δύναμη της Θεσσαλονίκης υπέστη περίπου 2.800 θανάτους στο πεδίο της μάχης, 1.400 από τραυματίες και 4.200 από ασθένειες, δίπλα στις πολυάριθμες απώλειες και του ελληνικού στρατού. Στις 5 Σεπτεμβρίου 1926, έξι χιλιόμετρα από το Δροσάτο, βόρεια του Κιλκίς και λίγο έξω από τον οικισμό της Δοϊράνης θα αναγερθεί ένα επιβλητικό πέτρινο μνημείο, σχεδιασμένο από τον Sir Robert Lorimer και έργο του γλύπτη Walter Gilbert. Το μνημείο θα εξυπηρετούσε τον σκοπό του Μνημείου Μάχης της Βρετανικής Δύναμης της Θεσσαλονίκης (για το οποίο είχαν δωριστεί πολλά χρήματα από τους επιζήσαντες αξιωματικούς και στρατιώτες αυτής της δύναμης), ως τόπος μνήμης για περισσότερους από 2.000 στρατιώτες της Κοινοπολιτείας που πέθαναν στη Μακεδονία και των οποίων οι τάφοι δεν είναι γνωστοί. Αποκαλύφθηκε στο Colonian Hill, όπως ονομάστηκε από τους Άγγλους και Ουαλούς, από τον Sir George Macdonogh και βρίσκεται στο πλέον Ύψωμα του Οβελίσκου της Μάχης της Δοϊράνης, λίγα εκατοντάδες μέτρα από τις όχθες της λίμνης και τα σύνορα.
Εκεί, πάνω από τα ματωμένα εδάφη, αναγράφεται πάνω στο λευκό μάρμαρο και το όνομα του William Jones, του 42χρονου παλαίμαχου διεθνή Ουαλού ποδοσφαιριστή.
Κάτω από τους 2.000 πεσόντες, που πολέμησαν δίπλα στους συμπατριώτες μας, χαράχτηκαν αιώνια οι φράσεις:
«Η ΒΡΕΤΑΝΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΜΝΗΜΩΝ ΤΩΝ ΠΕΣΟΝΤΩΝ ΤΕΚΝΩΝ ΤΗΣ ΤΙΜΑ ΜΕΤ’ ΑΥΤΩΝ ΤΟΥΣ ΝΕΚΡΟΥΣ ΣΥΜΜΑΧΗΤΑΣ ΤΩΝ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ – ΕΠΕΣΑΝ ΠΙΣΤΟΙ ΕΙΣ ΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ – A SOLDIER OF THE GREAT WAR KNOWN UNTO GOD»
Πηγή φωτογραφιών: thesekdromi.gr
Διαβάστε επίσης: «Η QPR με κράτησε ‘ζωντανό’ στον πόλεμο του Βιετνάμ»